Τετάρτη 18 Απριλίου 2012

166. Ο αποτυχημένος "πρόγονος" του J. Bond

Θα μπορούσε να αποκληθεί και «πρόγονος» του περιβόητου Τζέιμς Μποντ. Αρκούσε, βέβαια, η αποστολή του να είχε στεφθεί με επιτυχία. Δυστυχώς, όμως, για τον ίδιο και για τους συμπατριώτες του, γνώρισε οικτρή αποτυχία και αυτός έχασε και τη ζωή του.
Ο λόγος για τον πρώτο «κατάσκοπο» που συναντάμε στην ελληνική λογοτεχνία. Ομιλούμε για το Δόλωνα, του οποίου την αποτυχημένη κατασκοπευτική απόπειρα περιγράφουν ο Όμηρος στην «Ιλιάδα» (στίχοι 202 – 579 της ραψωδίας Κ, μετάφραση Ν. Καζαντζάκη – Ι. Θ. Κακριδή) και ο Ευριπίδης στην τραγωδία «Ρήσος».
Ο Οδυσσέας και ο Διομήδης σκοτώνουν το Δόλωνα
Όταν ο Έκτορας, ο πρώτος των Τρώων, θέλει να μάθει τις μελλοντικές κινήσεις των Αχαιών μια και τους βλέπει να έχουν στρατωνιστεί λουφάζοντας γύρω από τα καράβια τους, ο Δόλωνας προσφέρεται εθελοντικά να πεταχτεί ως κατάσκοπος στο αργίτικο στρατόπεδο να «ελέγξει». Μόνο αντάλλαγμα της υπηρεσίας του αυτής προς την πατρίδα θα είναι να του δώσει ο Έκτορας, με την τελική νίκη των Τρώων επί των Αχαιών, τα άλογα του Αχιλλέα.
Αλίμονο! Το βράδυ εκείνο που βγήκε μεταμφιεσμένος ο Δόλωνας για «κατασκοπία», βγήκαν και από τους Αχαιούς ο Οδυσσέας και ο Διομήδης για «περιπολία». Πετυχαίνουν, λοιπόν,  στον κάμπο τον Τρώα «μυστικό πράκτορα» και τον σκοτώνουν, αφού πρωτύτερα του αποσπούν το τρωικό σύνθημα της βραδιάς αυτής και τα νέα για την έλευση του βασιλιά της Θράκης, Ρήσου, στην Τροία ως συμμάχου των Τρώων. Λίγο αργότερα, Διομήδης και Οδυσσέας, με τη βοήθεια της θεάς Αθηνάς, σκοτώνουν και το Ρήσο και γυρίζουν στο στρατόπεδο των Αχαιών με τρόπαια της ανέλπιστης αυτής «νίκης» τον οπλισμό του Δόλωνα και, κυρίως, τα άλογα του Ρήσου.

Τρίτη 17 Απριλίου 2012

165. Ανθρωπόμορφα τέρατα

Στην Ελληνική Μυθολογία, εμφανίζονται λογής – λογής τέρατα, τα οποία παίζουν ήσσονα ή μείζονα ρόλο στη ζωή των προϊστορικών ανθρώπων και των κοινωνιών τους.  
Στο παρόν λήμμα, θα μας απασχολήσουν, όπως απαντώνται στην Αρχαιοελληνική Λογοτεχνία, ενδεικτικά ορισμένα από τα τέρατα εκείνα τα οποία έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό πως κάποιο μέρος ή μέλος του σώματός τους είναι ανθρώπινο.
Οιδίπους και Σφίγγα στη Θήβα
Έτσι, έχουμε τους βασιλείς της αρχαίας Αθήνα, Κέκροπα και Ερεχθέα, των οποίων τα σώματα απολήγουν σε ερπετά. Η Έχιδνα είχε γυναικείο πρόσωπο και μπούστο, από εκεί και κάτω ήταν φίδι. Οι ακόλουθοι του θεού Διονύσου, οι Σάτυροι της Αρκαδίας ήσαν άντρες τραγοπόδαροι και με ουρά τράγων.
Ερχόμαστε στους Τρίτωνες. Οι θαλάσσιες αυτές θεότητες είχαν ανθρώπινο σώμα, αλλά κατέληγαν σε ψαρίσια ουρά. Μην ξεχνάμε τους Κενταύρους, το σοφό δάσκαλο ηρώων και ημίθεων Χείρωνα στο Πήλιο και το Νέσσο στον Εύηνο της Αιτωλοακαρνανίας και άλλους πολλούς, που ήταν μισοί άνθρωποι και μισοί άλογα, που θα ιδούμε σε μελλοντικό σημείωμα, ενώ αξιοπερίεργη ήταν η περίπτωση του Μινώταυρου στην Κρήτη, ενός τέρατος με ταυρίσιο κεφάλι και ανθρώπινο σώμα, και των Αρπυιών και των Σειρήνων, γυναικών με ανθρώπινο κεφάλι και σώμα πουλιού, με αναφορά στη δράση τους στην Αργοναυτική εκστρατεία με τον Ιάσονα και τους συντρόφους του για το χρυσόμαλλο δέρμα της Κολχίδος και στο ταξίδι του γυρισμού στην Ιθάκη του Οδυσσέα αντίστοιχα.
Ιδιόμορφη, τέλος, θεωρείται η παράδοση της αινιγματοπλέχτρας Σφίγγας των Θηβών στη Βοιωτία, μιας φτερωτής γυναίκας που είχε σώμα λιονταριού ή σκυλιού, με το τραγικό της τέλος αφού ο Οιδίπους έλυσε το γρίφο της.
164. Μια άγνωστη εξέγερση με γνωστό πρωταγωνιστή

Οι Ιουδαίοι, αφότου  η πατρίδα τους έγινε Ρωμαϊκή επαρχία το 6 μ.Χ. επί αυτοκράτορος Οκταβιανού του επονομαζομένου Αυγούστου, εξεγείρονταν συχνά εναντίον των Ρωμαίων καταχτητών. Δεν επιζητούσαν περισσότερα πολιτικά δικαιώματα στα πλαίσια της "Pax Romana (: Ρωμαϊκή Ειρήνη)", αλλά την απελευθέρωση και ανεξαρτησία της Ιουδαίας. Με άλλα λόγια, ο λαός θάθελε την ελευθερία του από το ρωμαϊκό ζυγό. Κάποιοι από τους πολιτικοθρησκευτικούς άρχοντες, όμως, είχαν προς ίδιον όφελος "συνεργαστεί" με τους καταχτητές και καταδίκαζαν τις λαϊκές εξεγέρσεις. 
Οι Ρωμαίοι συλλαμβάνοντας τους επικεφαλής και τους συμμετέχοντες στις ιουδαϊκές εξεγέρσεις, τους δίκαζαν με την κατηγορία της στάσης εναντίον του αυτοκράτορα της Ρώμης. Στάση εναντίον του αυτοκράτορα ισοδυναμούσε με έσχατη προδοσία. Και τους κατεδίκαζαν σε θάνατο. Η θανατική ποινή εκτελείται με σταύρωση των ενόχων. 
Τη χρονιά, λοιπόν, την τελευταία της επίγειας ζωής του Ιησού Χριστού, έχουμε μιαν ακόμη εξέγερση ("στάση" κατά τους ευαγγελιστές Μάρκο και Λουκά) Ιουδαίων εναντίον των Ρωμαίων. Ρωμαίος πολιτικοστρατιωτικός διοικητής της Ιουδαίας είναι ο Πόντιος Πιλάτος και αυτοκράτορας στη Ρώμη, πλέον, ο Τιβέριος.
Για τη στάση αυτή δεν ξέρουμε πολλά πράγματα. Μόνον ότι επίκεντρο του υπαινισσόμενου ιουδαϊκού ξεσηκωμού είναι η Ιερουσαλήμ. Μοναδικές πηγές μας, παρά τις ελλιπείς πληροφορίες τους, τα ευαγγελικά κείμενα,  του Μάρκου (κεφ. 15, παρ. 6 - 15) και του Λουκά (κεφ. 23, παρ. 18 - 19). 
Οι συνωμότες αιματοκύλισαν την πόλη και σκότωσαν πολλούς Ρωμαίους. Ένας από τους ηγήτορές τους πρέπει να ήταν και ο Βαραββάς. Δυστυχώς για τους Ιουδαίους, δίχως, όμως, εμείς να ξέρουμε από άλλες ιστορικές πηγές το γιατί και το πώς, η εξέγερσή τους αυτή καταπνίχτηκε. 
Οι Ρωμαίοι έπιασαν τους πρωταίτιους και τους έριξαν στις φυλακές. Ανάμεσα στους συλληφθέντες ήταν και ο Βαραββάς με την κατηγορία της στάσης και της ανθρωποκτονίας, όπως βλέπουμε στο Λουκά και στο Μάρκο. Ίσως, όμως, να τον βάρυνε και η κατηγορία της διαρπαγής και λεηλασίας ρωμαϊκών περιουσιών ("ληστής" , Ευαγγέλιο Ιωάννου, κεφ. 18, παρ. 40). κατά την εξέγερση. Το ότι ο Βαραββάς μάλλον ήταν εκ των επικεφαλής των συνωμοτών συνάγεται εκ του χαρακτηρισμού που του αποδίδει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος, "περιβόητος δέσμιος" (κεφ. 27, παρ. 16 - 20).  
Στο σημείο αυτό, να σταθούμε λέγοντας ότι σε κάποιες εκδόσεις της Καινής Διαθήκης ο Μάρκος φέρεται να έγραψε ότι ο Βαραββάς ήταν φυλακισμένος μετά των "συνωμοτών" και ότι ο όχλος των Ιουδαίων άρχισε, καθώς θα δούμε στη συνέχεια, στη διαδικασία απονομής χάριτος εις έναν των φυλακισμένων κατά το Πάσχα να ζητά από τον Πιλάτο "να κάμη καθώς πάντοτε έκαμνεν εις αυτούς" . Στις ίδιες εκδόσεις, ο Ματθαίος, όπως είπαμε, αναφέρει το Βαραββά ως "δέσμιον περιβόητον". Σε κάποιες, όμως, άλλες εκδόσεις ο Μάρκος φέρεται γράψας πως ο Βαραββάς ήταν στη φυλακή μετά των "συστασιαστών" και ότι ο όχλος  των Ιουδαίων απευθυνόμενος στον Πιλάτο "ήρξατο αιτείσθαι καθώς αεί εποίει αυτοίς". Στην ίδια έκδοση, ο Ματθαίος αναφέρει το Βαραββά ως "δέσμιον επίσημον". Ας δούμε τη διαφορά: Στις πρωτοαναφερόμενες εκδόσεις, ο Μάρκος παρουσιάζει το Βαραββά απλά συμμετέχοντα - με δέσιμο όρκου- σε μια συνωμοσία και ότι ο Πιλάτος απλώς έκανε κάτι σε αυτούς (τους Ιουδαίους) που τους έκανε πάντα και ο Ματθαίος παρουσιάζει το Βαραββά ως διαβόητο δεσμώτη, ενώ στις άλλες εκδόσεις ο μεν Ματθαίος προβάλλει το Βαραββά ως πασίγνωστο (με αρνητική φήμη διαδεδομένη, εν προκειμένω), αλλά και ως αξιοσημείωτο, σπουδαίο φυλακισμένο, ο δε Μάρκος ως μέλος μιας συμμορίας που έκανε στάση και ότι ο Ιουδαϊκός όχλος και το αρχοντολόι ζητούν ο Πιλάτος να κάνει ό,τι έκανε για το χατίρι τους κάθε χρονιά (πάντοτε). 
Εάν δεχτούμε, όπως προαναφέρθηκε, ότι η θανατική ποινή  μόνον των ενόχων για αντιρωμαϊκό ξεσηκωμό εκτελείται με σταύρωση, μπορούμε να υποθέσουμε ότι στο Γολγοθά, τόπο σταυρώσεων, οι Ρωμαίοι θα σταύρωναν το Πάσχα εκείνο τρεις από τους επικεφαλής της τελευταίας χρονικά εξέγερσης. Οι δυο ... "ληστές" (Ματθαίος, κεφ. 27, παρ. 38) ή "κακούργοι" (Λουκάς, κεφ. 23, παρ. 32) σταυρώθηκαν τελικά, ενώ ο "αρχιληστής" Βαραββάς τη "γλίτωσε" χάρη σε ένα έθιμο, το οποίο, όμως, δεν μαρτυρείται πουθενά αλλού πέραν της Καινής Διαθήκης και σύμφωνα με το οποίο, ο Ρωμαίος διοικητής "απολύει" έναν - σύμφωνα με το ρωμαϊκό δίκαιο-  βαρυποινίτη Ιουδαίο κατάδικο στις γιορτινές μέρες του Πάσχα, είτε επειδή το θέλει ο λαός, είτε διότι ο ίδιος ο διοικητής είναι "φίλος" του λαού. 
Η "απόλυση" (: απονομή χάριτος) ενός Ιουδαίου έγκλειστου σε φυλακές από τους Ρωμαίους συναντιέται, όπως εγράφη νωρίτερα, ως έθιμο μόνο σε ευαγγελικά κείμενα (Μάρκος, Ματθαίος), ενώ ο Ιωάννης αποδίδει όχι στην "καλή καρδιά"  των Ρωμαίων, αλλά στην ιουδαϊκή παράδοση τη συνήθεια αυτή και γιαυτό μάλλον ο Λουκάς σημειώνει ότι ο Πιλάτος έπρεπε αναγκαίως να αφήσει στους Ιουδαίους ελεύθερο έναν φυλακισμένο στη γιορτή. Έχει μεγάλη, λοιπόν, σημασία το ότι ο λαός επέλεγε ποιος φυλακισμένος θα απελευθερωνόταν! Το ότι, όμως, ο Βαραββάς και όχι κάποιος από τους δυο άλλους που σταυρώθηκαν τελικά επελέγη ως "αντίβαρο" στον Ιησού από τον Πιλάτο, για να διαλέξει ο λαός ποιος θα θανατωθεί, εξηγείται ίσως ως εξής: "Από τη μια, ο επικεφαλής ενός ξεσηκωμού που επέσυρε την οργή των Ρωμαίων εναντίον του ιουδαϊκού λαού, ίσως και αντίποινα, ο Βαραββάς. Από την άλλη, ο κήρυκας "κοινωνικοανατρεπτικών" διδασκαλιών υπέρ του λαού και κατά του πολιτικού και θρησκευτικού "κατεστημένου", ο Ιησούς ο Ναζωραίος. Διαλέξτε, αυτόν που έφερε την οργή του καταχτητή ή εκείνον που θέλει να ανατρέψει όσους σάς εκμεταλλεύονται!", αυτό είναι το νόημα της κίνησης του Πιλάτου, αλλιώς θα απελευθέρωνε απευθείας τον ένα από τους δυο, Βαραββά ή Ιησού, και δε θα "μπέρδευε" τους Ιουδαίους ποιον προτιμούν ελεύθερο.
Αναμφίβολα, η σταύρωση των δυο "ληστών" μπορεί να φόβισε τα πλήθη των Ιουδαίων, αλλά η σωτηρία του Βαραββά ίσως να οφείλεται και στην επιθυμία τους να μη μείνουν παντελώς "ακέφαλοι" μετά την αποτυχία της εξέγερσής τους αφενός και αφετέρου στην κρυφή τους ελπίδα ότι, αφού "γλίτωσε" τώρα, ο Βαραββάς, αργά ή γρήγορα, θα βρει την ευκαιρία να ξαναξεσηκώσει το λαό κατά των Ρωμαίων. Το τελευταίο, βέβαια, δε θάθελε ούτε να το διανοηθεί ο Πιλάτος, γιατί έτσι θα έχανε τη θέση και το κεφάλι του...
Η παρουσία και παραμονή ικανού ρωμαϊκού στρατιωτικού σώματος υπό εκατόνταρχο στο Γολγοθά δε δικαιολογείται από το φόβο Ρωμαίων και Ιουδαίων προυχόντων μήπως μαθητές του εσταυρωμένου Ιησού πάνε να κλέψουν τη σορό του.  Πιο πολλές πιθανότητες έχει το ενδεχόμενο ο Πιλάτος να έστειλε στρατιώτες να φυλούν τους δυο άλλους "ληστές", κακούργους επαναστάτες, οι οποίοι, σύμφωνα με τον ένα εξ αυτών (Λουκάς, κεφ. 23, παρ. 39- 43), τιμωρήθηκαν όπως ακριβώς τούς "άξιζε" για τις πράξεις τους, άρα διέπραξαν έγκλημα που τιμωρείται με σταυρικό θάνατο, δηλαδή όχι μόνον ένοπλη ληστεία, αλλά και στάση κατά του αυτοκράτορα και των Ρωμαίων, αφού αυτοί τους σταύρωσαν.  Και τους προσέχει στρατιωτικό άγημα, προκειμένου να μην εμφανιστεί καμιά ομάδα συστασιαστών τους και  κλέψει τα πτώματα των κρεμασμένων, με ανάμειξη, ας υποθέσουμε, και του Βαραββά.
Την ώρα, λοιπόν, που ο Ιησούς άφηνε την επίγεια ζωή αφού με τη διδασκαλία και τη δράση του "ξεσήκωσε" το λαό εναντίον των ανωτέρων κοινωνικοπολιτικών τάξεων (Φαρισαίων, γραμματικών, κλπ) και οδήγησε μόνος του στη σταύρωσή του, ο Βαραββάς θα σχεδίαζε πώς θα συνέχιζε ελεύθερος την αντιρωμαϊκή του δράση. Με μιαν εθιμικώ δικαίω "απονομή χάριτος" στο ενεργητικό του από τις ρωμαϊκές Αρχές, η οποία του απονεμήθηκε όχι αφού ψήφισαν αυτόν έναντι του Ιησού σε όστρακα οι συμπατριώτες του, αλλά με "φωνάς μεγάλας" (Λουκάς, κεφ. 23, παρ. 18- 25), όταν φώναξε τους αρχιερείς, τους άρχοντες και τον λαό ο Πιλάτος, ο Ρωμαίος διοικητής, ν' αποφασίσουν σχετικά...
Η φωτό απεικονίζει τον Ιησού κατά την προσαγωγή του στον Πιλάτο, προέρχεται από το Μοναστήρι Schottenkirche της Βιέννης στην Αυστρία, χρονολογείται μεταξύ των ετών 1469-1480, τέμπερα σε ξύλο οξιάς, 80 x 80 cm. 

Πέμπτη 12 Απριλίου 2012



163. Ο Νεμέσιος και ο άνθρωπος

Πολυποίκιλα χρήσιμο σε κάθε φιλομαθή δύναται ν’ αναδειχθεί το πόνημα «Περί Φύσεως Ανθρώπου», το οποίο φέρει την υπογραφή του Νεμέσιου του επισκόπου Εμέσης της Συρίας, γνωστού Χριστιανού στοχαστή του 5ου αι. μ.Χ., που είναι επηρεασμένος σημαντικά από τον νεοπλατωνισμό και τις ιδέες του.
Ας ιδούμε, εν τάχει, μερικά απ’ τα «ζητήματα» της πραγματείας του Νεμέσιου, η οποία, θαρρώ, έχει πρόθεση ν’ αναδείξει το ιδιάζον του ανθρώπου μέσα στον κόσμο: Η ανθρώπινη ψυχή και η σχέση της με το σώμα. Οι αισθήσεις, με τις οποίες ο άνθρωπος ικανοποιεί τις προσωπικές και τις κοινωνικές ανάγκες του. Οι ηδονές και τα αισθήματα (λύπη – θυμός – φόβος), το ορεκτικό – το ανυπάκουο στο λογικό – το θρεπτικό – το γεννητικό μέρος της ψυχής. Εκούσιο – ακούσιο – ειμαρμένη, αυτεξούσιο – τι εξαρτάται από εμάς. Η θεία πρόνοια και ο άνθρωπος.

Το θέμα της ανθρώπινης φύσης δεν είναι εύκολο να το αναλύσεις, ενώ και πολύ δύσκολα μπορείς να το καταλάβεις! «Βασανίζει» από την αρχαιότητα αρκετούς στοχαστές, γεννώντας τους – πολύ συχνά αποκλίνουσες μεταξύ τους – απόψεις. Ο Νεμέσιος, εδώ, λοιπόν, συνδέει θεολογία και ανθρωπολογία. Για να εξηγήσει, επομένως, το ρόλο του ανθρώπου και να ερμηνεύσει όσα διέπουν την ανθρώπινη φύση, επισημαίνει την ιδιαίτερη σχέση του ανθρώπου με τη Θεία Πρόνοια, όπου οφείλει την ύπαρξή του και την εύρυθμη λειτουργία του σώματος και της ψυχής του.





162. Μακρυγιάννης, Κολοκοτρώνης και άλλοι

Μια σημαντική, πολυποίκιλα, πηγή, αν και πολλοί την αμφισβητούν, για όσα διαδραματίστηκαν στη διάρκεια της Επανάστασης του 1821, αναμφίβολα, είναι και τα απομνημονεύματα, οι θύμησες κάποιων από τους πρωταγωνιστές του Αγώνα, οι οποίες καταγράφηκαν και δημοσιοποιήθηκαν μετά την έλευση της Ελευθερίας και της Ανεξαρτησίας. Πρέπει, όμως, να επισημανθεί ότι, συνήθως, η μεγαλύτερη αξία των απομνημονευμάτων είναι η λογοτεχνική, εφόσον διάφοροι λόγοι, που θα αναλυθούν παρακάτω, εγείρουν ποικίλες αμφισβητήσεις για τα αφηγούμενα και «συρρικνώνουν», συχνότατα, σημαντικά το βαθμό αντικειμενικότητας των συγγραφέων και των έργων τους!
Επιπρόσθετα, κάποιοι, στην αγωνιώδη προσπάθεια για πολύπλευρο «φωτισμό» των γεγονότων, στέκονται και στη σημασία, την οποία, κατά τη γνώμη τους, έχουν, ως ιστορικές πηγές, και οι γραμμένες από άλλους βιογραφίες κάποιων πρωταγωνιστών της Επανάστασης. Σ’ αυτήν την περίπτωση, βεβαίως, έχει σημασία να μπορέσει ο αναγνώστης να διακρίνει εάν και πότε ο βιογράφος είναι αντικειμενικός και από ποιους παράγοντες επηρεάζονται και όσα γράφει και ο τρόπος που τα παρουσιάζει.
Πολύτιμη πηγή για την επανάσταση τα "Απομνημονεύματα" του στρατηγού Μακρυγιάννη
Ξαναγυρίζουμε, λοιπόν, στα απομνημονεύματα, για τα οποία ο συγγραφέας, Oυόλτερ Mπέρνστιν, έχει γράψει ότι «είναι πάντα ιστορία, όποιες και αν είναι οι προθέσεις τους, άσχετα με το πόσο υποκειμενικά είναι». Εάν θέλουμε, όμως, να εξειδικεύσουμε στην περίπτωση των απομνημονευμάτων των Αγωνιστών του 1821, θα λέγαμε πως είναι αναμνήσεις από τη ζωή και τη δράση τους στα χρόνια του Αγώνα ή λίγο πριν την έναρξή του ή λίγο μετά τη λήξη του. Τα κείμενα αυτά δεν είναι αντικειμενικά και ανεπηρέαστα, όπως η Ιστορία. Και τούτο είναι λογικό και φυσιολογικό, εφόσον ο συγγραφέας τους είναι φυσικό να παίρνει προσωπική θέση συχνά σ’ ό,τι περιγράφει, να δικαιολογεί τον εαυτό του και να του δίνει, ίσως, μεγαλύτερη αξία, από όση πραγματικά έχει.
Πολλοί, λοιπόν, από όσους πρωταγωνιστήσανε στον πολεμικό ή στον πολιτικό «στίβο» στα χρόνια της Επανάστασης (1821 έως 1829) θέλησαν να καταθέσουν μια γραπτή μαρτυρία για τα σπουδαία γεγονότα τα οποία έζησαν.
Από τα απομνημονεύματα που έχουν πολλές και χρήσιμες πληροφορίες για το διαχρονικό αναγνώστη τους και το λιγότερο δυνατό φόβο να παρασυρθεί αυτός σε υποκειμενικές κρίσεις, μπορούμε να ξεχωρίσουμε, τόσο από ιστορικής όσο και από λογοτεχνικής πλευράς, τα «Στρατιωτικά Ενθυμήματα» του Κασομούλη, τα «Απομνημονεύματα» του Μακρυγιάννη. Η «Διήγησις συμβάντων της ελληνικής φυλής» είναι μια προφορική αφήγηση του Θ. Κολοκοτρώνη καταγραμμένη από το λόγιο της εποχής Γεώργιο Τερτσέτη, ενώ δεν πρέπει να αγνοήσουμε τις προσπάθειες και των Ν. Σπηλιάδη, Χρ. Περραιβού, Παλαιών Πατρών Γερμανού, Φωτάκου κ.α..
Όλα τα παραπάνω κείμενα έχουν, όμως, αδιαμφισβήτητη ιστορική αξία και πολύ συχνά χρησιμοποιούνται ως ιστορική πηγή για να «φωτίσουμε»κάποια στιγμή του πολύχρονου Αγώνα, μολονότι, εάν θέλουμε να βρούμε όλη την πραγματική αλήθεια, όσες πληροφορίες αντλούμε από απομνημονεύματα πρέπει να ελέγχονται και να διασταυρωθούν και με άλλες, ίσως πιο αντικειμενικές, πηγές. Ο λόγος; Η υποκειμενικότητά τους είναι πασίδηλη, όχι μόνο γιατί ο τρόπος γραφής και προβολής των ανιστορούμενων επηρεάζεται, πασιφανώς και σε μεγάλο βαθμό, από τις ιδέες και τη βιοθεωρία του απομνημονευματογράφου, αλλά, κυρίως, επειδή οι θύμησες για γεγονότα που είδε ή έζησε ο ίδιος ο αφηγητής καταγράφονται, συνήθως, σε σημαντικό χρόνο ύστερα από τα γεγονότα και ενδέχεται να τα «παραμορφώνουν (αλλοιώνουν) επιλεκτικά», παρασυρμένοι από κάθε είδους προκατάληψη, εξασθένηση μνήμης ή λόγω αναθεωρημένης οπτικής απέναντι σε αυτά, που, όπως όλοι ξέρουμε, συντελείται με τα κατοπινά γεγονότα ή με την ύστερη γνώση.
Παρά ταύτα, συχνά, κάποια από τ’ απομνημονεύματα των Αγωνιστών του 1821 αποτελούν τη μοναδική πηγή άντλησης πληροφοριών για συγκεκριμένα, πολιτικά ή στρατιωτικά, γεγονότα. Ή συχνά τυχαίνει να έχουμε και αντικρουόμενες περιγραφές των γεγονότων από δύο διαφορετικής οπτικής και ιδεολογίας πρωταγωνιστές τους. Και τότε, είναι που χρειάζεται από κάθε άλλη φορά προσοχή, για να μην υποπέφτουμε σ’ ανεπανόρθωτα ιστορικά ατοπήματα!

Τρίτη 10 Απριλίου 2012

161. Βριτόμαρτις, Κρήτη, Αίγινα



Η Βριτόμαρτις

Η αναφερόμενη ως Χερρόνησος της Κρήτης στα γραπτά του περιηγητή Στράβωνα είναι η σημερινή περιοχή του Λιμένα Χερσονήσου και της Χερσονήσου του δήμου Χερσονήσου της επαρχίας Πεδιάδος του νομού Ηρακλείου στη βορειοανατολική Κρήτη. 
Οι κάτοικοί της ήταν νόθα παιδιά βιασμένων Αθηναίων γυναικών από Ετρούσκους, τα οποία κατόπιν (μετά το 465 π.Χ.) μετέβησαν στη Λακωνία και – αφού βοήθησαν τους Σπαρτιάτες να πατάξουν το κίνημα των ειλώτων –  παντρεύτηκαν  Σπαρτιάτισσες, αλλά διώχθηκαν ως ανεπιθύμητοι απ’ την Πελοπόννησο και εγκαταστάθηκαν ως άποικοι στην Κρήτη. 
Λάτρευαν τη Βριτόμαρτιν και η περιοχή γνώρισε ακμή, ως εμπορικό λιμάνι, στα ρωμαϊκά χρόνια. Αναφέρεται μάλιστα πως ο ίδιος ο απόστολος Τίτος ίδρυσε στη Χερρόνησο χριστιανική επισκοπή, γιατί η περιοχή ήταν θαλερό θρησκευτικό κέντρο και συνέχισε να ‘ναι για τους πρώτους  βυζαντινούς αιώνες. Από τη Χερρόνησο, γράφει ο Παυσανίας («Ηλειακά»), καταγόταν ο Φιλωνίδης, ο γιος του Ζώτου, που ήταν ο ταχυδρόμος του Μεγάλου Αλεξάνδρου κατά τη μεγάλη εκστρατεία στην Ανατολή του β’ μισού του 4ου π.Χ. αιώνα.
Ας δούμε, όμως, λίγα λόγια για τη Βριτόμαρτιν. Η ελληνική μυθολογία αναφέρει πως η «Γλυκιά Παρθένος» (Βριτό + μάρτις) ήταν νύμφη της Κρήτης. Κόρη  του Δία και της Κάρμης· για να ξεφύγει από τον έρωτα του Μίνωα έπεσε στη θάλασσα, αλλά σώθηκε αφού μπλέχτηκε σε δίχτυα ψαράδων και εφεξής ονομάζεται Δίκτυννα (κόρη των διχτύων). Το μύθο διασώζει στο έργο του ο εξελληνισμένος Ρωμαίος μυθογράφος του 2ου αιώνα μ.Χ., Αντωνίνος Λιβεράλις, με μια παραλλαγή: Η κοπέλα, αφού ξέφυγε από τις άνομες «επιθυμίες» του Μίνωα κι αφού, πλέον, λατρεύεται ως θεά των διχτύων (Δίκτυννα), βρέθηκε στην Αίγινα και μάλιστα δοκίμασε να ταξιδέψει με το πλοίο του Ανδρομήδη, ο οποίος, όμως, της «ρίχτηκε». Για να ξεφύγει κι απ’ αυτόν, κατέβηκε από το πλοίο του και πήγε σε ένα κοντινό άλσος της Αίγινας· ενώ ο Ανδρομήδης την πλησίαζε απειλητικά, η Βριτόμαρτις εξαφανίστηκε και στη θέση εκείνη οι Αιγινήτες για να τιμήσουν την αγνότητά της ίδρυσαν ιερό στο άλσος αυτό και τη λάτρευαν ως θεά εφεξής με το όνομα «Αφαία» (: η εξαφανισμένη).


Δευτέρα 9 Απριλίου 2012

160. Κρήτες και Κίλικες πειρατές 



Η Κιλικία, μεγάλη παράλια περιοχή της Ν.Α. Μικράς Ασίας εμφανίζεται ως άντρο πειρατών, που λυμαίνονταν τη Μεσόγειο κι έφτασαν με μεγάλους στόλους μέχρι και στον Τίβερη της Ρώμης, μετά το 92 π.Χ.. Οι Κίλικες, που το 78 π.Χ. κατανίκησαν το ρωμαϊκό στόλο, χαίρονται, όπως γράφει ο Διονύσιος Αλικαρνασσέας, με τις πειρατείες, ενώ ο Σέξτος Εμπειρικός σημειώνει πως στην Κιλικία θεωρούν πως έτυχαν ενδόξου θανάτου όσοι σκοτώθηκαν στη διάρκεια ληστειών – πειρατειών.
Ο Πομπήιος
Το 183 π.Χ. συνάπτεται το Κοινό των Κρητών, μια συμμαχία 31 πόλεων του νησιού, μ’ επικεφαλής τη Γόρτυνα· παρ’ όλ’ αυτά, από το 180 έως το 170 η Κρήτη σπαράζεται από καταστροφικές εμφύλιες διαμάχες κι από το 155 έως το 153 π.Χ. οι Κρητικοί πειρατές βρίσκονται σε διένεξη με τους Ροδίτες. Και στις δυο περιπτώσεις τη λύση θα δώσει «ρωμαϊκή διαιτησία».
Οι Κρητικοί επιδόθηκαν στην πειρατεία κατά τα ιστορικά χρόνια, κυρίως, όμως, τα ελληνιστικά και μάλιστα το 71 π.Χ. ο Ρωμαίος στρατηγός Μάρκος Αντώνιος στέλνει πρεσβεία στην Κρήτη, ζητώντας να πάψουν οι Κρητικοί να «συνεργάζονται» με τους Κίλικες πειρατές. Όταν αυτοί αρνήθηκαν, άρχισε ολιγόμηνος κρητορωμαϊκός πόλεμος, που έληξε με ντροπιαστική εις βάρος των Ρωμαίων συνθήκη, χάρη στη γενναιότητα των Κρητών στρατηγών Πανάρους (από Κυδωνία) και Λασθένους (από Κνωσό).
Απηυδισμένοι, όμως,  από τους πειρατές της Κιλικίας, οι Ρωμαίοι έστειλαν τον Πομπήιο εναντίον τους. Ο Πομπήιος, μετά από τετραετή πόλεμο (τον αποκαλούμενο «πειρατικό», 67 – 63 π.Χ.), «καθάρισε» τη Μεσόγειο, νικώντας τους πειρατές και καταλαμβάνοντας την Κιλικία. Στις επιχειρήσεις του Πομπηίου χρησιμοποιήθηκαν 500 πλοία, 120.000 στρατιώτες και 6.000 τάλαντα. Καταστράφηκαν 120 πειρατικές βάσεις, 500 πλοία και θανατώθηκαν (στη μάχη ή στην αιχμαλωσία) περίπου 10.000 πειρατές. Χιλιάδες άλλοι εξαναγκάσθηκαν να κάψουν τα πλοία τους και να φύγουν στην ξηρά, ή αφέθηκαν ελεύθεροι με αντάλλαγμα λύτρα και πληροφορίες.
Έτσι, λίγα χρόνια μετά τις παραπάνω «εκκαθαρίσεις», στα μέσα του 1ου αιώνα π.Χ., ο μεγάλος Ρωμαίος διανοούμενος και πολιτικός, Κικέρων, διατελεί πολιτικοστρατιωτικός διοικητής της Κιλικίας ως ρωμαϊκής πλέον επαρχίας.

Κυριακή 8 Απριλίου 2012

159. Ιησούς και φως

Στο  παρόν σημείωμα, θ’ αναζητήσουμε μέσα στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο τις αναφορές στη λέξη «φως» . Μια λέξη πολύ σημαντική και πολυσήμαντη στην καθημερινή μας ζωή, πέραν της οράσεως και σε ό,τι αφορά όχι μόνον την πνευματική ζωή των ανθρώπων, τον τρόπο πρόσκτησης γνώσεων και συνάμα τις ίδιες τις γνώσεις δηλαδή, αλλά και τον τρόπο που αντιλαμβάνονται το θεό και την πίστη τους σ’ αυτόν.
Πρώτη νύξη στη λέξη «φως» στον Ιωάννη και μάλιστα διπλή έχουμε στο Α’ Κεφάλαιο,  § 4 – 5. Ο σχετιζόμενος με το Θεό Λόγος είχε ζωή και η ζωή αυτή ήταν ό,τι φώτιζε τους ανθρώπους και το οποίο έλαμπε στα σκοτάδια.
Στο Α, § 6 – 9 του Ιωάννη, βλέπουμε ότι ο Ιωάννης (ο Πρόδρομος) δεν ήταν ο ίδιος φως, αλλά ότι ήλθε στη γη, για να μιλήσει για το φως του θεού, το οποίο ως αληθινό φως φωτίζει κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο.
Στον Πρόδρομο, πάλι, αναφέρεται – όπως γράφει ο Ιωάννης – ο Ιησούς χρησιμοποιώντας τη λέξη «φως» στο κεφάλαιο Ε, § 35. Απευθυνόμενος στους Ιουδαίους, τους λέει ότι πριν απ’ αυτόν οι άνθρωποι, που γύρευαν σωτηρία και λύτρωση, θέλανε να χαρούνε για λίγο το φως που εξέπεμπε ως αναμμένο λυχνάρι ο Πρόδρομος.
Στους Γραμματείς και τους Φαρισαίους, αλλά και στους Ιουδαίους εν γένει απευθύνεται ο Ιησούς και στο κεφάλαιο Η’ του Ευαγγελιστή Ιωάννη.  Στην § 12, λέει ότι είναι το φως του κόσμου. Και συμπληρώνει ότι όποιος τον ακολουθήσει, δε θα περπατά στα σκοτάδια, μα θα είναι γεμάτος από το φως της ζωής. Το φως που λάμπει και ενδυναμώνει την ανθρώπινη ζωή.
Στο κεφάλαιο Θ’, § 4 – 5, κατά το θαύμα του εκ γενετής τυφλού, ο Ιησούς δηλώνει εκ νέου ότι αν και έρχονται βαθιά σκοτάδια για την ανθρωπότητα, κατά τα οποία κανείς δεν θα μπορεί να εργαστεί, όσο ο ίδιος είναι στη γη και στον κόσμο των ανθρώπων, είναι το φως για τον κόσμο αυτό.
Όταν οι μαθητές ρώτησαν τον Ιησού γιατί θέλει να κατεβεί στην Ιουδαία χωρίς να φοβάται μήπως τον λιθοβολήσουν πάλι για τα κηρύγματά του οι Ιουδαίοι, εκείνος γυρίζει και τους λέει – σύμφωνα με τον Ιωάννη (ΙΑ’, § 9 – 10) – ότι όποιος περπατά τη μέρα, δεν σκοντάφτει, γιατί βλέπει το φως του κόσμου των ανθρώπων. Εκείνος, όμως, κατά τα λεγόμενα του Ιησού, που περπατά στη νύχτα γλιστρά και παραπατά και πέφτει, γιατί δεν έχει μέσα του το φως. Ίσως εδώ ο Ιησούς ως φως εννοεί την εσώψυχη γνώση (αυτογνωσία) και δύναμη ν’ αντιμετωπίζει καθετί.
Κατά την Κυριακή των Βαΐων και την είσοδο του Ιησού στα Ιεροσόλυμα, ο Ιησούς απευθυνόμενος προς το λαό είπε ότι οι άνθρωποι θα έχουν για λίγο καιρό ανάμεσά τους ακόμα το φως, εννοούσε τον εαυτό του, και για αυτό, πρέπει να φροντίσουν να περπατούν προς τα εμπρός όσο τους φωτίζει το φως και για να μην τους πιάσει σκοτάδι. Στο σκοτάδι δεν ξέρει, κατά τον Ιησού, κάποιος πού βαδίζει, γίνεται έρμαιο άλλων και παρασύρεται εξαιτίας της άγνοιας, της αδυναμίας και του σκοτισμένου νου του. Στον αντίποδα, όσο έχουν οι άνθρωποι έχουν το φως, πρέπει να πιστέψουν σ’ αυτό και να το εμπιστευτούν, για να γίνουν οι ίδιοι παιδιά του φωτός, ν’ αποχτήσουν δηλαδή την εσωτερική δύναμη που απαιτείται για ν’ αντιπαλεύουν τα σκοτάδια, τα καθημερινά εμπόδια της ζωής (Κατά Ιωάννην,  ΙΒ’, § 35 – 36).
Τέλος, στην § 46 του ΙΒ’ Κεφαλαίου, ο Ιωάννης ξαναβάζει τον Ιησού να φωνάζει δημόσια ότι ο ίδιος ήλθε στη γη ως φως για τους ανθρώπους και για να μην παραμείνει στα σκοτάδια της ψυχής και του πνεύματος όποιος τον πιστέψει, τον δεχτεί και τον ακολουθήσει.

Σάββατο 7 Απριλίου 2012

158. Μια μεγάλη αγάπη
Αρχαίο νόμισμα με τον Πρωτεσίλαο
Ο Πρωτεσίλαος και η Λαοδάμεια είναι ένα από τα ζευγάρια που η αγάπη τους έχει μείνει στην Ιστορία.
Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, ο Πρωτεσίλαος ήταν ένα αρχοντόπουλο από τη Θεσσαλία που έλαβε μέρος στην Τρωική Εκστρατεία. Δεν συμμετείχε, όμως, στο δεκαετή πόλεμο των Αχαιών με τους Τρώες που επακολούθησε.
Ο λόγος;  «Πρωτεσίλαος» σημαίνει εκείνος που πρώτος οδηγεί το πλήθος του στρατεύματος. Πράγματι, ο Θεσσαλός ήρωας ήταν ο πρώτος από τον αχαϊκό στόλο και στρατό που θέλησε ν’  αποβιβαστεί σε τρωικό έδαφος. Με το που πατά, όμως, στη γη τα πόδια του σκοτώθηκε αμέσως από τους Τρώες.
Η νεαρή γυναίκα του, η Λαοδάμεια (ή Πολυδώρα κατά κάποιους άλλους), πίσω στη Θεσσαλία, μαθαίνοντας για το χαμό του άντρα της, έπεσε σε μεγάλη κατάθλιψη. Ο λόγος;  Ο Πρωτεσίλαος είχε φύγει για τον πόλεμο μετά από μόλις μιας και μοναδικής ως απεδείχθη ημέρας γάμο! Οι θεοί συγκινήθηκαν από τη μεγάλη αγάπη Πρωτεσίλαου –  Λαοδάμειας, λυπήθηκαν την κοπέλα και επέτρεψαν στον Πρωτεσίλαο ν’ αναστηθεί πρόσκαιρα και να έρθει σαν να μην είχε πεθάνει στο σπίτι του και πλάι στη Λαοδάμεια να χαρούν τον έρωτά τους, όμως για τρεις μονάχα ώρες.
Με την προσωρινή νεκρανάσταση του Πρωτεσίλαου, που της τον έφερε κοντά της ο Ερμής, η Λαοδάμεια, όπως γράφει ο Κ. Κερένυϊ (βλ. «Η μυθολογία των Ελλήνων», μετάφραση Δ. Σταθόπουλος, Αθήνα, 1984, 3η έκδοση, εκδόσεις «Βιβλιοπωλείο της Εστίας», σελ. 576 – 580, η πηγή για το παρόν άρθρο μας), «Τώρα ανήκε και πάλι ολόκληρη στο σύζυγο και μόλις εκείνος εξαφανίστηκε, έμεινε κι αυτή νεκρή. Πέθανε στην αγκαλιά του Πρωτεσίλαου ή αυτοκτόνησε.»

Παρασκευή 6 Απριλίου 2012

157. Κρητικά βουνά & Στράβων
Ο Στράβων ζει στον 1ο μετά Χριστόν αιώνα, σ’ έναν κόσμο, όπου κυριαρχεί η «Pax Romana» , η περιβόητη «Ρωμαϊκή Ειρήνη». Οι Ρωμαϊκές λεγεώνες έχουν πια κυριέψει τα πάντα στην άλλοτε Ελληνοκρατούμενη Ανατολή. 
Ο Στράβων, ξεκινώντας από τον Ελληνικό Πόντο, θα ταξιδέψει σ’ όλη την αυτοκρατορία και θα μας χαρίσει – με  το γραμμένο σε κλασική αττική διάλεκτο και επηρεασμένο κι από την ελληνιστική κοινή γλώσσα εκείνων των χρόνων βιβλίο του, «Γεωγραφικά» - πολύτιμες γεωγραφικές, εθνογραφικές, κοινωνιολογικές, ιστορικές πληροφορίες για τους τόπους και τους ανθρώπους που είδε. Έτσι, θα βρεθεί και στην Κρήτη, με την οποία, όπως θα μας γράψει, τον συνδέουν και συγγενικοί και φιλικοί δεσμοί. Απ’ όσα είδε και γράφει για την Κρήτη, εμείς ας σταθούμε στα βουνά της μεγαλονήσου και θα αναζητήσουμε και άλλες πηγές αναφοράς σε αυτά και σε οικισμούς που σχετίζονται με εκείνα στην Αρχαιοελληνική Γραμματεία…

Το γνωστό χανιώτικο βουνό, Μαδάρες, ονομάστηκε «Λευκά Όρη» και με το όνομα αυτό το βρίσκουμε στο Στράβωνα τον περιηγητή και μάλιστα στα κεφάλαια που μιλούν για την Κρήτη, επειδή είναι όλο το χρόνο χιονισμένο.
Στο έργο του Στράβωνος συναντούμε και το Ιδαίον. Πρόκειται  για το σημερινό ψηλότερο βουνό της Κρήτης, Ψηλορείτης, στα όρια Ρεθύμνου – Ηρακλείου· ο Θεόφραστος (στο «Περί φυτών ιστορίας») γράφει ότι κι ο Ψηλορείτης και τα Λευκά Όρη, τα ψηλότερα βουνά στην Κρήτη, είναι πάντοτε χιονοσκέπαστα, και πως στα όρη αυτά, αλλά και σ’ όλο το νησί συναντούμε πολλά δάση από κυπαρίσσια. Οι κυριότερες πόλεις που βρίσκονταν γύρω από τον Ψηλορείτη τα κλασικά – ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια ήσαν οι εξής : Τύλισσος (το σημερινό ομώνυμο χωριό της επαρχίας Μαλεβιζίου Ηρακλείου· αρχαιότατη πόλη της κεντρικής Κρήτης, που δρα πολιτικά και οικονομικά ανεξάρτητη, αυτάρκης κι αυτόνομη από τα μινωικά χρόνια έως τις αρχές του 2ου αιώνα π.Χ.· την ανάσκαψε ο Ιωσήφ Χατζηδάκης μεταξύ των ετών 1902 –‘13 ), Ραύκος (ο τωρινός Άγιος Μύρων Μαλεβιζίου· για το Ραύκο και τους κατοίκους του έγραψε ο Αιλιανός Κλαύδιος, Ρωμαίος ελληνιστής ρητοροδιδάσκαλος του 3ου αιώνα μ.Χ.), Σύβριτος (ίσως ο παρών Θρόνος Αμαρίου· αναφέρεται από αρχαίες – βυζαντινές πηγές ως «κλειδί» της επικοινωνίας μεταξύ βορείου και νοτίου Κρήτης), Ελεύθερνα ή Απολλωνία (ο σημερινός Πρινές Μυλοποτάμου Ρεθύμνης· πατρίδα του Διογένη του φυσικού φιλόσοφου του 5ου αιώνα π.Χ. και του λυρικού ποιητή και μουσικού  – σύμφωνα με τους «Δειπνοσοφιστές» του Αθήναιου – Αμήτορα· συμμετείχε με τον επίσκοπό της, Ευφράτη, στην οικουμενική σύνοδο της Χαλκηδόνος του 451 μ.Χ. ) και Αξός ή Όαξος (το τωρινό ομώνυμο χωριό της επαρχίας Μυλοποτάμου, κοντά στην Ελεύθερνα).
Από τα σπουδαιότερα κρητικά βουνά είναι τα Αστερούσια που αναφέρει και ο Στράβων και τα οποία βρίσκονται προς το νότο κι από τα οποία – όπως γράφει ο Στέφανος ο Βυζάντιος – ξεκίνησαν άποικοι και ίδρυσαν στον Καύκασο την πόλη Σινδική Αστερουσία. Άξια αναφοράς είναι και τα Πάνακρα όρη, το Σκύλλιον όρος, το Στυράκιον (με ιερό του Απόλλωνα, σχετίζεται άραγε με τα σημερινά Σταυράκια Μαλεβιζίου στο νομό Ηρακλείου;) .
Και θα κλείσουμε με την αναφορά του ίδιου του Στράβωνος στη Δίκτη, όπως είναι το παμπάλαιο όνομα των Λασιθιώτικων ορέων. «Έχει ειπωθεί ότι η Πράσος ανήκε στους Ετεόκρητες κι ότι εκεί υπάρχει το ιερό του Δικταίου Διός. Και πράγματι, η Δίκτη βρίσκεται εκεί κοντά, όχι, όμως, όπως λέει ο Άρατος, «κοντά στο όρος της Ίδης». Αλήθεια, 1.000 στάδια χωρίζουν τη Δίκτη από την Ίδη, καθώς βρίσκεται από τα ανατολικά της, και 100 από το Σαμώνιο. Μεταξύ, λοιπόν, του Σαμωνίου  και της Χερρονήσου ιδρύθηκε η Πράσος, πάνω από τη θάλασσα, στα 60 στάδια. Την  γκρέμισαν, όμως, συθέμελα οι κάτοικοι της Ιεράπυτνας. Λέγεται πως δεν είναι σωστά όσα είπε ο Καλλίμαχος, ότι, δηλαδή, η Βριτόμαρτις, ξεφεύγοντας από την καταπίεση του Μίνωα, από τη Δίκτη, αλιεύθηκε από ψαράδων δίχτυα κι ότι γι’ αυτό και σ’ αυτήν οι άνθρωποι της Κυδωνίας προσήψαν το όνομα «Δίκτυννα» και το όρος ονόμασαν Δίκτη». 


Πέμπτη 5 Απριλίου 2012

156. Ιησούς, γυναίκες και θαύματα



Πολλά έχουν γραφεί και ειπωθεί για τη στάση του Ιησού Χριστού απέναντι στις γυναίκες. Στο παρόν σημείωμα, θα προβάλλουμε τις περιπτώσεις που ο Ιησούς θαυματούργησε, άμεσα ή έμμεσα, σε μεμονωμένες γυναίκες. Πηγή μας θα είναι η Καινή Διαθήκη, και ειδικότερα, τα τέσσερα Ευαγγέλιά της.
Ο Ματθαίος (κεφάλαιο 8, § 14 – 16), ο Λουκάς (κεφ.  4, § 38 – 39) και ο Μάρκος (κεφ. 1, § 30 – 31) αναφέρουν το θαύμα της εμπύρετης πεθεράς του αποστόλου Πέτρου.
Στο 9ο κεφάλαιο του Ευαγγελιστή Ματθαίου (§ 20 – 22), η πίστη μιας γυναίκας με δωδεκαετή αιμορραγία τη σώζει, σύμφωνα με τα λεγόμενα του Ιησού, από την «αρρώστια» της. Το περιστατικό αναφέρουν και ο Λουκάς στις παραγράφους 43 – 48 του 8ου κεφαλαίου και ο Μάρκος στο κεφάλαιο 5, § 24 – 34.
Ο Ματθαίος, επίσης, αναφέρει (κεφ. 9, § 18 – 19 και 23 – 25) την ανάσταση της κόρης ενός άρχοντα. Υποθέτουμε ότι πρόκειται για το θαύμα της θυγατέρας του Ιαείρου, το οποίο κατέγραψε ο Λουκάς στο 8ο κεφάλαιο (§ 41 – 42 και 49 – 56) και παραθέτει και ο Μάρκος στο Ευαγγέλιό του (§ 22 – 24 και 35 – 43 του 5ου κεφαλαίου).
Στο 15ο κεφάλαιο (§ 21 – 28) του Κατά Ματθαίον Ευαγγελίου γίνεται αναφορά για τη θεραπεία της κόρης μιας Χαναναίας γυναίκας που βασανιζόταν από δαιμόνιο. Το περιστατικό με το δαιμονισμένο κορίτσι, που γιατρεύτηκε χάρη στις παρακλήσεις της μάνας της, η οποία, όμως, είναι από τη Φοινίκη της Συρίας, το διαβάζουμε και στο Μάρκο (κεφ. 7, § 25 – 30).
Ο Λουκάς, όμως, στο Ευαγγέλιό του, μονάχα αυτός από τους ευαγγελιστές, αναφέρει και το θαύμα της ανάστασης του μοναχογιού της χήρας από τη Ναϊν (κεφάλαιο 7, § 11 – 15). Τέλος, ο ίδιος ευαγγελιστής και πάλι μόνον αυτός καταγράφει (κεφάλαιο 13, § 10 – 13) ότι ο Ιησούς προξένησε την οργή του αρχισυνάγωγου ένα Σάββατο, όταν θεράπεψε μέσα σε μια συναγωγή κάποια επί δεκαοχτώ χρόνια καμπουριασμένη και κυριευμένη από δαιμόνιο γυναίκα.
Συνοψίζοντας, ας θυμίσουμε πως στόχος μας δεν ήταν να προβάλλουμε εάν ο Ιησούς αγάπησε τις γυναίκες ή πόσες φορές έκανε θαύματα σε μεγάλες ομάδες πιστών σε αυτόν στις οποίες σίγουρα θα συναριθμούνταν και γυναίκες. Προσπαθήσαμε να προβάλλουμε τις φορές που έκανε ατομικά θαύματα σε γυναίκες, πόσες φορές δηλαδή, σύμφωνα με τα Ευαγγέλια της Καινής Διαθήκης, ανάστησε ή γιάτρεψε από νόσο ή δαιμόνια κάποια μεμονωμένη γυναίκα…
Έτσι, βλέπουμε (α) δύο περιστατικά θεραπείας από σωματική νόσο, αρχικά για την εμπύρετη πεθερά του αποστόλου Πέτρου και αργότερα για μια γυναίκα με παρατεταμένη αιμορραγία, (β) δύο θαύματα εκδίωξης δαιμονίων, την πρώτη φορά για την κόρη μιας γυναίκας και την άλλη για μια γυναίκα,  και (γ) δύο περιπτώσεις αναστάσεως, μια για ένα κορίτσι και μια για το γιο μιας χήρας.  
Τρία από τα θαύματα του Ιησού προς γυναίκες απαντώνται και στους τρεις Ευαγγελιστές, Ματθαίο, Μάρκο και Λουκά. Από τα υπόλοιπα, ένα καταγράφουν μόνον ο Μάρκος και ο Ματθαίος και δύο έχει μονάχα ο Λουκάς.
Με εξαίρεση την ανάσταση της κόρης του Ιαείρου ή άρχοντα, όλα τα υπόλοιπα θαύματα γίνονται από τον Ιησού σε απλούς ανθρώπους του λαού, συνήθως χαροκαμένους, όπως π.χ. η χήρα στη Ναϊν. Να σημειωθεί επιπλέον και ότι δυο από τις γυναίκες, που γιατρεύονται από τον Ιησού, ταλαιπωρούνται επί χρόνια, η μια αιμορραγεί για δωδεκαετία και η άλλη ζει κυρτωμένη επί δεκαοχτώ έτη.
Στην περίπτωση της πεθεράς του Πέτρου και του κοριτσιού του άρχοντα, για να πραγματωθεί το θαύμα, ο Ιησούς, χρήζει και τούτο αναφοράς, απλώς έπιασε τη γυναίκα και την κοπέλα αντίστοιχα από το χέρι.
Κοινός τόπος, καταλήγοντας, όλων των περιστατικών, όπως αφήνουν οι ευαγγελιστές τον αναγνώστη να καταλάβει, είναι η ισχυρή πίστη των γυναικών στο θεό και στη θαυματουργική δύναμη του Ιησού. Η πίστη αυτή και τις λυτρώνει, μετά από θαύμα του Θεανθρώπου, απ’ ό,τι πάσχουν και πραγματώνει ό,τι γύρεψαν από τον Ιησού.

Τετάρτη 4 Απριλίου 2012

155. Κυβέρνηση... 8 πρωθυπουργών (1946)!



Ο μεταβατικός πρωθυπουργός Π. Πουλίτσας

Όταν στις 4 Απριλίου 1946 σχηματίστηκε και ανέλαβε τα καθήκοντά της μεταβατική κυβέρνηση υπό τον πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, Παναγιώτη Πουλίτσα (φωτογραφία), μέχρι τη σύγκληση της νέας βουλής και την ανάδειξη αρχηγού στο Λαϊκό κόμμα, ο οποίος θα αναλάμβανε την πρωθυπουργία μετά τη νίκη της παράταξης στις εκλογές της 31ης Μαρτίου του ίδιου έτους, συνέβη κάτι που είχε να συμβεί εβδομήντα σχεδόν χρόνια στην Ελλάδα! Έτσι, θα αποτρεπόταν, κατά τη γνώμη όλων των πολιτικών κομμάτων πλην του ΚΚΕ, η ακυβερνησία σε μια δύσκολη για τη χώρα περίοδο...
Έκπληκτη η Κοινή Γνώμη μάθαινε εκείνη την ημέρα ότι, ενώ συνεχιζόταν ο εμφύλιος πόλεμος, το νέο υπουργικό συμβούλιο θα είχε εκτός από τον πρωθυπουργό άλλα εννέα μέλη, από τα οποία τέσσερα είχαν ήδη θητεύσει ως πρωθυπουργοί και τρία θα αναλάμβαναν τα κατοπινά χρόνια για πρώτη φορά το πρωθυπουργικό αξίωμα.
Συγκεκριμένα, πρωθυπουργοί ήδη είχαν διατελέσει: ο (υπουργός Δημοσίων έργων και προσωρινά Μεταφορών και Τ.Τ.Τ.) Στυλιανός Γονατάς (1922 –  ’24 ) και οι υπουργοί άνευ χαρτοφυλακίου, Γεώργιος Παπανδρέου (1944 – ’45), Σοφοκλής Βενιζέλος (1944) και Παναγιώτης Κανελλόπουλος (1945). Να σημειωθεί πως οι τρεις τελευταίοι θα ξαναγίνουν και μετά το 1950 πρωθυπουργοί, ο μεν Σοφοκλής Βενιζέλος 1950 και 1950 – ’51, ο δε Γ. Παπανδρέου 1963 και 1964 – ’65 και, τέλος, ο Π. Κανελλόπουλος το 1967.
Ας ιδούμε, όμως, και ποιοι πρωθυπουργοποιήθηκαν για πρώτη φορά μετά τη συμμετοχή τους στην κυβέρνηση Πουλίτσα. Είναι ο (υπουργός Εξωτερικών και προσωρινά Παιδείας, Δικαιοσύνης, Κοινωνικής Πρόνοιας και Υγιεινής) Κωνσταντίνος Τσαλδάρης (διατελεί πρωθυπουργός 1946 – ’47 και 1947), ο (υπουργός Εσωτερικών και προσωρινά Δημοσίας Τάξεως, Γεωργίας και Εμπορικής Ναυτιλίας) Ιωάννης Θεοτόκης (ανέλαβε την πρωθυπουργία το 1950) και ο (υπουργός Οικονομικών, προσωρινά Εργασίας και Εφοδιασμού), Στέφανος Στεφανόπουλος (έγινε πρωθυπουργός 1965 – ’66).
Από το Μάη του 1877 έως το Σεπτέμβρη της ίδιας χρονιάς, στην εξουσία βρέθηκε η πρώτη εν Ελλάδι οικουμενική κυβέρνηση υπό το ναύαρχο Κωνσταντίνο Κανάρη. Στο υπουργικό συμβούλιο, που είχε εφταμελή συνολικά μαζύ με τον πρωθυπουργό σύνθεση, τέσσερις υπουργοί είχαν ήδη διατελέσει πρωθυπουργοί (Αλέξανδρος Κουμουνδούρος, Θρασύβουλος Ζαΐμης, Χαρίλαος Τρικούπης και Επαμεινώνδας Δεληγεώργης ), ενώ ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης, με πολυετή έως τότε θητεία σε διάφορα υπουργεία, ανέλαβε για πρώτη φορά πρωθυπουργός τη δεκαετία του 1880.
Και 70 χρόνια αργότερα, λοιπόν, ξανασχηματίστηκε στην Ελλάδα κυβέρνηση με τη συμμετοχή τόσων πρώην και μελλοντικών πρωθυπουργών, την άνοιξη του 1946, με τη διαφορά μόνο ότι η οικουμενική κυβέρνηση του Κανάρη εκλήθη να κυβερνήσει, ενώ το σχήμα υπό τον Πουλίτσα ήταν μεταβατικό. Κοινός τόπος και των δυο, όμως, κυβερνήσεων ότι οι πρώην ή μέλλοντες πρωθυπουργοί ήσαν αρχηγοί κομμάτων ή ομάδων με μείζονα ή ήσσονα κοινοβουλευτική δύναμη και επιρροή, κάτι που εξασφάλιζε στην κυβέρνηση που συμμετείχαν ψήφο εμπιστοσύνης από τη βουλή.
Καταλήγοντας, πρέπει ν' αναφερθεί ότι η κυβέρνηση Πουλίτσα μετά από ένα μίνι ανασχηματισμό  στις επόμενες ημέρες διατηρήθηκε στην εξουσία έως τις 18 Απρίλη του 1946. Τη διαδέχτηκε η πρώτη κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Τσαλδάρη ως αρχηγού του Λαϊκού Κόμματος. 
Για το παρόν λήμμα, τέλος,  συμβουλευτήκαμε τα Αρχεία της Γενικής Γραμματείας της Κυβέρνησης και την «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» της Εκδοτικής Αθηνών. 

Τρίτη 3 Απριλίου 2012

154. Μισθοφόροι από την Κρήτη



Η έλλειψη οικονομικών προσόδων ωθεί τους Κρητικούς να υπηρετούν ως μισθοφόροι στο στρατό άλλων ελληνικών πόλεων ή ξένων κρατών στα ιστορικά χρόνια, από την κλασική εποχή έως και τη ρωμαιοκρατία. Αναφορές για Κρητικούς μισθοφόρους έχουμε και στο Θουκυδίδη και στην «Κύρου Ανάβαση» του Ξενοφώντα και στην «Αλεξάνδρου Ανάβαση» από τον Αρριανό και στο Διόδωρο Σικελιώτη.
Κρήτες μισθοφόροι στην υπηρεσία ελληνικών πόλεων και του Γ. Ι. Καίσαρα
Επιπλέον, σύμφωνα με το Στράβωνα τον περιηγητή, ο Δορύλαος, στρατιωτικός και ένας από τους φίλους του Μιθριδάτη του Ευεργέτη, βασιλιά του Πόντου στο β’ ήμισυ του 2ου αιώνα π.Χ. (150 – 120 π.Χ.), επειδή ήταν έμπειρος στις πολεμικές επιχειρήσεις, στάλθηκε για να στρατολογήσει μισθοφόρους και βρέθηκε πολλές φορές και στον Ελλαδικό χώρο και στη Θράκη, μα και κοντά σ’ εκείνους που προσέφερε η Κρήτη. Τα χρόνια εκείνα, όπως γράφει ο Στράβων,  δεν είχε το νησί ακόμα καταχτηθεί από τους Ρωμαίους κι ήταν συχνότατο στην Κρήτη φαινόμενο οι μεγάλες φουρνιές των στρατιωτών και των μισθοφόρων, οι οποίοι μάλιστα τύχαινε να επανδρώνουν τα πειρατικά πλοία. Είναι, επίσης, γνωστό πως Κρητικοί μισθοφόροι τοξότες υπηρέτησαν και στα ελληνιστικά βασίλεια της Ασίας και της Αιγύπτου στις πολεμικές συρράξεις των ετών 222 - 189 π.Χ., μα και στο ρωμαϊκό στρατό επί Γ. Ιουλίου Καίσαρα, τόσο στους πολέμους του κατά των Γαλατών στις Κάτω Χώρες, όσο και στον εμφύλιο με τον Πομπήιο (48 π.Χ., Δυρράχιο και Φάρσαλα), ο οποίος, όμως, και αυτός χρησιμοποίησε Κρήτες τοξότες όταν μάζεψε τα πιστά στρατεύματα σ' αυτόν από τις ανατολικές επαρχίες.
Οι Κρητικοί, που κατέφευγαν ως μισθοφόροι σε ξένα στρατεύματα, εμφανίζονται σε διάφορους συγγραφείς ως πολύ φιλάργυροι. Έτσι, βλέπουμε τον Ποσειδώνιο να γράφει σ’ ένα κείμενο, που μας διέσωσε ο Διόδωρος ο Σικελιώτης, πως τον καιρό της ρωμαϊκής πολιορκίας ένας Κρητικός προσφέρθηκε να προδώσει την Κρήτη στους Ρωμαίους κι ως αντάλλαγμα δεν θέλησε τα πολιτικά αξιώματα, που του προσφέρθηκαν, αλλά ό,τι θα έκανε θα το έπραττε «αργυρίου χάριν». Πέραν τούτου να σημειωθεί και πως ο Θουκυδίδης για τους φιλοχρήματους μισθοφόρους Κρητικούς στρατιώτες γράφει ότι, παρακινούμενοι από το μισθό που θα λάβαιναν, δεν δίστασαν να συμπαραταχτούν με τους Αθηναίους στη σικελική εκστρατεία του 415 – 413 π.Χ. εναντίον της Γέλας, μολονότι με τη συγκεκριμένη σικελική πόλη τους συνέδεαν δεσμοί μητρόπολης (Κρήτη) προς αποικία (Γέλα).

Δευτέρα 2 Απριλίου 2012

153. Ιστορικές αναφορές για το Μίνωα


Ο Μίνω(α)ς, όπως όλοι ξέρουμε, ήταν μυθικός βασιλιάς της θαλασσοκράτειρας Κρήτης, γιος του Δία και της Ευρώπης (14ος –13ος αιώνας π.Χ.;), τη δύναμη του οποίου μαρτυρούν – πλην του Ομήρου – κι ο ιστορικός Θουκυδίδης των κλασικών χρόνων, ο λυρικός ποιητής Βακχυλίδης, ο ιστορικός Διόδωρος ο Σικελιώτης κι ο περιηγητής Παυσανίας (1ος αιώνας μ.Χ). Ο Επιμενίδης έχει γράψει ποίημα για το Μίνωα, το ίδιο κι ο Ιππόστρατος (Σικελός ιστορικός των ελληνιστικών χρόνων), ενώ ο φιλόσοφος Πλάτων κάνει νύξεις για την Κρήτη, εκτός από τους «Νόμους», και στους διάλογους: «Κρίτων», «Πρωταγόρας», «Φαίδων», «Πολιτεία» και «Μίνως».
Ο Επιμενίδης ήταν Κρητικός σοφός, νομοθέτης, μάντης, ποιητής και ιερέας – καθαρτής· απάλλαξε την Αθήνα από το Κυλώνειο Άγος (596 π.Χ.). Για τον Επιμενίδη, υπάρχει ο θρύλος πως, όταν ακόμη παιδί, βόσκοντας τα πρόβατα της οικογένειάς του, αποκοιμήθηκε σε μία σπηλιά και ξύπνησε ύστερα από 57 ολόκληρα χρόνια. Επίσης, λεγόταν γι’ αυτόν ότι – επειδή τον αγαπούσαν οι θεοί – πέθανε υπέργηρος (κάποιοι λένε 154 ετών, κατ’ άλλους 157 και οι Κρητικοί λένε 299 χρόνων).  
Κνωσός, το παλάτι του Μίνωα στην Κρήτη
Ο Όμηρος τάσσεται υπέρ της κρητικής ιθαγένειας του Μίνωα, αναφέρει δηλαδή ότι η Ευρώπη γέννησε στην Κρήτη τον «καρπό» της «συνεύρεσής» της με το Δία, το Μίνωα («Ιλιάδα», ραψωδία Ν, στίχος 450), τον πρόγονο του Ιδομενέα. Και ο  Συρακούσιος βουκολικός ποιητής Μόσχος το 2ο αιώνα π.Χ. δέχεται την εκδοχή ότι η Ευρώπη «συνευρέθηκε» με τον ταυρόμορφο Δία στην Κρήτη και του γέννησε το Μίνωα και άλλα παιδιά.
Ο Αριστοτέλης, επίσης, ασχολείται διεξοδικότατα στα «Πολιτικά» με την κρητική πολιτεία της Κνωσού, η οποία ήταν στα χρόνια της βασιλείας του Μίνωα η έδρα του κράτους του και η κοιτίδα του περίλαμπρου, υλικού και πνευματικού όπως μαρτυρούν και τα αρχαιολογικά ευρήματα, μινωικού πολιτισμού. Ο ιστορικός Ηρόδοτος γράφει ότι όταν ο Μίνωας κατέλαβε την εξουσία, εξόρισε τον αδελφό του, Σαρπηδόνα, που κατέφυγε με τους οπαδούς του στη Μικρά Ασία, στην περιοχή που μέχρι τότε ονομαζόταν Μιλυάδα και έκτοτε ονομάστηκε – λόγω των κρητικής καταγωγής Λυκίων αποίκων – Σόλυμοι· ο ίδιος συγγραφέας αναφέρει ότι κι οι Καύνοι, μικρασιατικός λαός της εποχής του, ισχυρίζονται πως έλκουν την καταγωγή τους από την Κρήτη του Μίνωα, αν κι όλα δείχνουν πως κάτι τέτοιο δεν μπορεί να είναι αληθές.
Για την εξωτερική πολιτική του Μίνωα, ας μην παραβλέψουμε το μύθο που σχετίζεται με το γιο του, Ανδρόγεω, που σκότωσαν οι Αθηναίοι εκτός Κρήτης από ζήλια τάχα γιατί πρώτευε σε αθλητικούς αγώνες. Ας μην ξεχάσουμε ότι και η Φολέγανδρος, νήσος του Αιγαίου, έχει πάρει το όνομά της από ομώνυμο γιο του Μίνωα, αλλά πάντα πρέπει να θυμόμαστε την παράδοση που, σύμφωνα με το Διόδωρο το Σικελιώτη, λέει ότι ο Μίνωας κυνηγώντας τον αρχιτέκτονα Δαίδαλο όταν το έσκασε με το γιο του Ίκαρο από την Κρήτη έμαθε ότι ο Δαίδαλος βρισκόταν στη Σικελία και κατέπλευσε ο ίδιος προσωπικά να τον ζητήσει πίσω από τον Κώκαλο. Ο Κώκαλος από τη μια δεν ήθελε να αντιταχθεί στον δυνατό βασιλιά της Κρήτης, αλλά από την άλλη δεν ήθελε να χάσει το Δαίδαλο από την υπηρεσία του. Μολονότι προσποιήθηκε πως θα παραδώσει τον Δαίδαλο στο Μίνωα, οργάνωσε και εκτέλεσε, με τη χρήση καυτού νερού κατά το λουτρό που του παρείχε ως δείγμα φιλοξενίας, τη δολοφονία του βασιλιά της Κνωσού. Η αναφορά σε παρουσία του Μίνωα στη Σικελία ίσως σχετίζεται με Κρητικές αποικίες εκεί (Γέλα, Ακράγας κ.α.). 
Ο Μινώταυρος ήταν μυθολογικό τέρας, εξώγαμος γιος της βασίλισσας της Κνωσού και συζύγου του Μίνωα, Πασιφάης και του Ταύρου, τον οποίο είχε η βασίλισσα ερωτευτεί σφοδρά και πεθύμησε σαρκική μείξη μαζί του· το Μινώταυρο σκότωσε ο Θησέας με τη βοήθεια του «περιβόητου» σήμερα μίτου της Αριάδνης, της κόρης του Μίνωα. Ο λαβύρινθος, όπως λένε οι μύθοι, ήταν το ενδιαίτημα του Μινώταυρου, όπου τον είχε κλείσει για να κρύψει την «ντροπή» του ο Μίνωας και το οποίο είχε  πολλούς και αδιέξοδους διαδρόμους, για να μη δραπετεύσει ο Μινώταυρος, και το οποίο βρισκόταν στην Κνωσό.
Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης αναφέρει ότι λαβύρινθος υπήρχε και στην Αίγυπτο, με την ίδια αρχιτεκτονική χτισμένος, αλλά κι ότι ο κρητικός λαβύρινθος, εν αντιθέσει με τον αιγυπτιακό, δεν διατηρείται στην εποχή που γράφει (1ος αιώνας π.Χ.), αλλά μάλλον καταστράφηκε από κάποιον καταχτητή της Κνωσού ή κατέρρευσε από το πέρασμα του χρόνου. Τέλος, «λαβύρινθο» κατ’ επέκταση, πλέον, ονομάζουμε κάθε πολύπλοκο οικοδόμημα.
Σύμφωνα  με τη μυθολογία,  ο Ραδάμανθυς ήταν  γιος του Δία και της Ευρώπης, αδελφός του Μίνωα και του Σαρπηδόνα, βασιλιάς στη νότια Κρήτη και νομοταγής – ακριβοδίκαιος  δικαστής των νεκρών στον Άδη. Για τη σοφία και το ακριβοδίκαιό του νου κάνουν λόγο ο ποιητής Θέογνις, ο Πίνδαρος, ο Πλάτων («Νόμοι», «Μίνως»), ο Δημοσθένης, ο Αθήναιος, ο Ησίοδος, ο Αριστοτέλης, ο Έφορος, ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός, ο Λουκιανός, ο Ιωάννης Στοβαίος («Ανθολόγιο»), ο  ρητοροδιδάσκαλος Λιβάνιος κ.α.
Καταλήγοντας, ας σημειωθεί πως οι  «διαταγές», που παρέχει, διά του Ραδαμάνθυος ή του Μίνωα, ο Δίας στους πολίτες, κι ο τρόπος που αυτές παραδίδονται θυμίζει τον τρόπο με τον οποίο ο Θεός έδωσε τις Δέκα Εντολές στον ηγήτορα των περιπλανωμένων Εβραίων, Μωυσή.  Ο Μίνωας «συναντιέται» κάθε εννιά χρόνια με το Δία για την ανανέωση της θείας εμπιστοσύνης· και οι Έφοροι της Σπάρτης κάθε εννιά χρόνια βγαίνουν μιαν ξάστερη ασέληνο νύχτα στην ύπαιθρο και κοιτάζουν σιωπηλοί τον ουρανό: Εάν δουν κάποιο διάττοντα αστέρα, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να αντικατασταθούν οι βασιλιάδες, γιατί κάπου ασέβησαν έναντι των θεών.

Κυριακή 1 Απριλίου 2012

152.  Λάσος, διθύραμβος και μουσική

Καλό μήνα!
Διεκόσμησε την αυλητική μουσική μουσική ο Λάσος (6ος αι. π.Χ.)
Ο Λάσος ήταν αρχαίος Έλληνας ποιητής και θεωρητικός της μουσικής. Έζησε και έγραψε τον 6ο αι. π.Χ., γεννημένος περί το 548 π.Χ..
Καταγόταν από την Ερμιόνη της Αργολίδας, αλλά εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και έζησε στην αυλή του τυράννου της πόλης, Ίππαρχου, του γιου τού Πεισίστρατου.
Ασχολήθηκε με το διθύραμβο. Λέγεται, μάλιστα, ότι ήταν εκείνος που εισήγαγε στην Αυλή του Ίππαρχου και στην Αθήνα διαγωνισμό διθυράμβων ως αναπόσπαστο μέρος των μουσικών αγώνων. Έχει, επίσης, σχετιστεί και με την ανάπτυξη της μορφής και της μουσικής του διθυράμβου ως ποιητικού είδους και η συμβολή του ίσως θεωρείται ισάξια με του Αρίωνος του Μηθυμναίου στο εν λόγω ποιητικό είδος.
Το Λεξικό «Σουίδα», επίσης, αναφέρει για το Λάσο πως ήταν ο πρώτος που συνέγραψε επιστημονικό θεωρητικό σύγγραμμα για την μουσική.  Πλούτισε συνάμα την οργανική (αυλητική) συνοδεία του διθύραμβου προσθέτοντας διακοσμήσεις, με τη χρήση πιο πολλών και χωρισμένων με πηδήματα φθόγγων (Πλούταρχος, «Περί μουσικής»).
Τέλος, ο Λάσος, ενώ απεκάλυψε τις ψευτιές του ερμηνευτή των χρησμών στην Αυλή του Ίππαρχου, Ονομάκριτου του Αθηναίου, και συνετέλεσε στην εξορία του σύμφωνα με τον ιστοριογράφο Ηρόδοτο, από κάποιους συγκαταλέγεται στους εφτά σοφούς της αρχαιότητας και μάλλον ήταν και ο δάσκαλος του μεγάλου κλασικού ποιητή της Βοιωτίας, Πινδάρου.

Σάββατο 31 Μαρτίου 2012

151. Μάρκος Μπότσαρης και Λόρδος Βύρων

Οι πολεμικές επιχειρήσεις του τρίτου χρόνου της Ελληνικής Εθνικοαπελευθερωτικής και αντιτουρκικής Επανάστασης (1823) ήσαν περιορισμένες κι όχι σπουδαίες. Κι οι δυο αντίπαλοι είχαν σοβαρά προβλήματα ν’  αντιπαλέψουν.
Η μεν Τουρκία είχε οικονομικά προβλήματα, πόλεμο κατά της Περσίας κι Επανάσταση των γενίτσαρων, οι δε Έλληνες, αφού μεταφέρουν την πρωτεύουσα και την έδρα της κυβέρνησής τους στο Ναύπλιο (8/1/1823), αντιθέσεις πολιτικών και στρατιωτικών, επίσης τις φιλονικίες των οπλαρχηγών, που είχαν παραλύσει το στρατό, αλλά και τη δυσαρέσκεια προς το Μαυροκορδάτο και τους συν αυτώ.
Τον Απρίλη του 1823, ο Χριστόφορος Περραιβός, άλλοτε συνεργάτης του Ρήγα Φεραίου, διορίστηκε από το Εκτελεστικό υπουργός πολέμου. Επί υπουργίας του, στις 20/9/1823, οι κάτοικοι της Σκιάθου παραπονέθηκαν για τις καταπιέσεις από τα στρατεύματα που είχαν καταφύγει στο νησί ύστερα από την καταστολή του ξεσηκωμού στον Όλυμπο και τη Θεσσαλία. Έγινε σύσκεψη των καπεταναίων στην καγκελαρία. Ήταν γύρω στους 2.000 και ύστερα από τη διαπεραίωσή τους στη Σκιάθο έγιναν η μάστιγα του νησιού. Λεηλατούσαν τα μαγαζιά, λήστευαν τους κατοίκους, άρπαζαν τη σοδειά.
Οι Σκιαθίτες τότε κατέφυγαν σ’ ένα μικρό φρούριο, στην κορυφή του λόφου εγκαταλείποντας τα σπίτια τους στο έλεος των στρατιωτών. Εγκαταστάθηκαν και εκείνοι σαν νοικοκυραίοι και δεν ήθελαν να φύγουν από το νησί, για να πάρουν μέρος στον Αγώνα. Αρχηγοί τους ήταν οι Καρατάσσος, Βίνος, Λιακόπουλος, Βελέντζας, Βασδέκης και Γούλας. Τότε, ο Περραιβός, ως υπουργός πολέμου, ήρθε στη Σκιάθο από το Μοριά με πολεμοφόδια. Οι καπεταναίοι δέχτηκαν να μπαρκάρουν τα στρατεύματα, εάν φυσικά θελήσουν. Αλλά τα πληρώματα των καραβιών αρνήθηκαν με επιμονή να τους παραλάβουν.
Ο Μάρκος Μπότσαρης
Τον ίδιο χρόνο (1823), παρά τα προβλήματά τους, οι Τούρκοι προσπάθησαν, για μιαν ακόμη φορά, να εισβάλουν στην Πελοπόννησο. Βαδίζοντας μέσω δυτικής και ανατολικής Ελλάδας θα συναντιόνταν στη Ναύπακτο, όπου τους περίμεναν πλοία να τους περάσουν απέναντι. Δυστυχώς γι’  αυτούς, ο λοιμός κι οι στερήσεις ανάγκασαν τον τουρκικό στρατό, πούχε κινούμενος στην ανατολική Ελλάδα προωθηθεί γρήγορα ως την Αττική, να επιστρέψει εσπευσμένα στη Λαμία.
Στη δυτική Ελλάδα, όμως, τα πράγματα ήσαν δυσάρεστα για τους Έλληνες, καθώς Τουρκαλβανοί μ’  αρχηγούς τον Ομέρ Βρυώνη και το Μουσταφάμπεη ( ή Μουσταή της Σκόδρας) κινούνταν από Αμφιλοχία 4.000 υπό τον πρώτο και από τα Άγραφα 8.000 με το δεύτερο, έχοντας στόχο να ενωθούν μπροστά στο Μεσολόγγι, που ήδη είχε αποκλειστεί από τον τουρκικό στόλο. Ο γνωστός για την ανιδιοτελή φιλοπατρία και τη μεγαλοψυχία του Σουλιώτης οπλαρχηγός Μάρκος Μπότσαρης, όμως, στις 19 Ιανουαρίου του 1823, είχε γράψει στους καπεταναίους, ότι προσφέρεται να παραιτηθεί από το αξίωμά του, αν αυτό θα συντελούσε στο καλό της πατρίδας. Τι είχε γίνει; Ο αναπληρωτής του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, έπαρχου στην περιοχή της Αιτωλίας και Ακαρνανίας, Κ. Μεταξάς, θέλοντας να συμφιλιώσει τους καπεταναίους για την αντιμετώπιση της νέας τουρκικής απειλής, μοιράζει αφειδώς βαθμούς στρατηγίας. Αρχές Ιουλίου, τους συγκαλεί σε μια συμφιλιωτική σύσκεψη στα Κερασοβίτικα Καλύβια, όπου και τους όρισε και τις θέσεις τους. Τους Μάρκο Μπότσαρη, Γεώργιο Καραϊσκάκη, Κίτσο Τζαβέλα και Γιαννάκη Γιολδάση, με δύναμη 4.000 πολεμιστές, τους τοποθετεί στο Καρπενήσι.
Ο Μ. Μπότσαρης, λίγο μετά, από την Ακαρνανία όπου βρίσκεται, στέλνει μήνυμα στους καπεταναίους, που, ανήμποροι και τρομοκρατημένοι να αντισταθούν στις χιλιάδες των τουρκαλβανών, λουφάζουν στα βουνά του Καρπενησίου. Από εκεί, μέσω Μεσολογγίου, αναχωρεί κρυφά και συναντιέται με όσους διαφωνούσαν με το βαθμό του. Στη συνάντηση αυτή, ο Μάρκος, τόνισε την ανάγκη για ομόνοια και συμφιλίωση και δίνοντας πρώτος το παράδειγμα, σκίζει το δίπλωμα του στρατηγού λέγοντας: «Όποιος είναι άξιος, παίρνει του στρατηγού το δίπλωμα από το Σκόντρα Πασά».
Έπειτα, εφοδιάζεται με πυρομαχικά και έχοντας μαζί του 1.250 πολεμιστές, εκ των οποίων οι 400 ήταν Σουλιώτες, φτάνει στο Μικρό Χωριό.  Ο Μάρκος, έκτοτε, ως σκοπό του είχε να χτυπήσει το στρατό του Μουσταή στο Καρπενήσι. Δεν έβρισκε, όμως, ανταπόκριση από τους Ρουμελιώτες οπλαρχηγούς, λόγω της έχθρας που χώριζε αυτούς και τους Σουλιώτες.  Ο Καραϊσκάκης, ήταν «στα μαχαίρια» με τους Σουλιώτες εξαιτίας προεπαναστατικών διενέξεων μεταξύ τους στα Άγραφα. Εκτός από τους Τζαβελαίους με τους οποίους συμφιλιώθηκε, το μίσος του για τους Μποτσαραίους δεν έσβηνε. Μόνον το Μάρκο αναγνώριζε ως ίσο, γενναίο πολεμιστή και άνθρωπο.
Ο Μάρκος Μπότσαρης, τότε, αφήνοντας κατά μέρος τις έριδες του ελληνικού στρατοπέδου, προσέβαλε με 350 Σουλιώτες την εμπροσθοφυλακή του Μουσταή, στο Κεφαλόβρυσο, κοντά στο Καρπενήσι. Ήταν οι μέρες που  άρρωστος από φυματίωση ο Καραϊσκάκης απαντά στους Τούρκους πως φοβάται να προσκυνήσει και θα μείνει πιστός στο ντοβλέτι, αλλά δεν τα κατάφερε και, απογοητευμένος από τη διχόνοια των καπεταναίων και βλέποντας τούς συντρόφους του να τον εγκαταλείπουν, αποσύρεται στο μοναστήρι του Προυσού.
Η επίθεση, όμως, κατά του τουρκικού αποσπάσματος, που είχε επικεφαλής τον Τζελαλενδίμπεη, βάσει σχεδίου του Μ. Μπότσαρη και όσων έσπευσαν στο πλευρό του, έγινε στις 9 Αυγούστου 1823 και μέσα στο γενικό χαμό βρίσκει ηρωικό θάνατο ο Μ. Μπότσαρης, που θα θαφτεί στο Μεσολόγγι μέσα σε γενικό πένθος. Λίγο μετά, η παλικαρίσια θυσία του Ζυγούρη Τζαβέλα στη μάχη της Καλιακούδας προσπάθησε, μάταια, να αναχαιτίσει το Μουσταή, που, σκορπώντας φόβο και τρόμο σε όλη την Αιτωλοακαρνανία, πλέον κινούσε για το Μεσολόγγι, το οποίο άντεχε ακόμη, παρά το θαλάσσιο αποκλεισμό του από τουρκικά πλοία.
Ενώ ο τουρκικός στόλος υπό το Χοσρέφ Μεχμέτ θα παραμείνει στην Πάτρα μέχρι τις 25 Αυγούστου, αποβίβασε, μέσα στο 1823, και 10.000 άντρες στην Κρήτη, για να ενισχυθούν οι δυνάμεις του νησιού. Σχετικά με τη μεγαλόνησο, ας σημειωθεί ότι, από το Νοέμβρη του 1822, είχε αποφασιστεί, κατόπιν αίτησης των Κρητικών αντιπροσώπων στην ελληνική κυβέρνηση, η αντικατάσταση του Αφεντούλη από τον έμπειρο Υδραίο Ναύαρχο Μανόλη Τομπάζη, που διορίστηκε, στις 23/4/1823, καθ’  υπόδειξη του Ιωάννη Κωλέττη και ως Αρμοστής στην Κρήτη έφτασε, επικεφαλής 1200 αντρών και στους οποίους ως διοικητής πυροβολικού κατήλθε και ο Άγγλος Φραγκίσκος Α. Άστιγξ, μόλις στις 22 Μαΐου του ίδιου χρόνου, με οτιδήποτε αρνητικό για τους Κρητικούς επαναστάτες μπορεί να σημαίνει η αργοπορία του.
Με την έλευση του Μανόλη Τομπάζη στην Κρήτη, ο Αφεντούλης, που ήταν στη φυλακή από το Νοέμβρη του 1822, αποφυλακίζεται και φεύγει εκτός Κρήτης. Η καθαίρεση και η φυλάκιση του Αφεντούλη ίσως σχετίζεται και με αλληλογραφία του με το Χασάν πασά, η οποία βρέθηκε και αποκαλύπτει τις προθέσεις του να παραδώσει τα Σφακιά στους Τούρκους και ν’  ανταμειφθεί με κάποιο πασαλίκι από τον Μωχάμετ Άλυ της Αιγύπτου!
Το Φλεβάρη του 1823, όμως, μετά την καταστροφή του Οροπεδίου Λασιθίου στην Κρήτη, είχε συμβεί ένα τραγικό επεισόδιο: Στο σπήλαιο της Μιλάτου στο Μεραμπέλλο Λασιθίου, είχαν βρει φοβισμένοι καταφύγιο 2000 άμαχοι, γέροι και γυναικόπαιδα, με ελάχιστους οπλοφόρους. Ο αιγυπτιακός πολιόρκησε το σπήλαιο επί 15 μέρες, κανείς δεν μπορούσε να βοηθήσει τους πολιορκουμένους, ώσπου στα μέσα Φλεβάρη, αποκαμωμένοι από τη δίψα και χωρίς ελπίδα για βοήθεια και σωτηρία από κάπου, οι έγκλειστοι παραδόθηκαν στους πολιορκητές, που κατέσφαξαν αρκετούς επιτόπια και τους άλλους πούλησαν ως σκλάβους. Βρισκόμενος στο Καστέλι Πεδιάδος Ηρακλείου, ο Χασάν Πασάς πεθαίνει ξαφνικά από ατύχημα και στο νησί τα ηνία αναλαμβάνει ο Αλβανός Χουσεΐν, ο οποίος θα εκμεταλλευτεί, τους επόμενους μήνες, κατά τον καλύτερο τρόπο για τις τουρκοαιγυπτιακές δυνάμεις το ότι οι πολιτικές έριδες των Ελλήνων και οι συνεπακόλουθές τους εμφύλιες διαμάχες δεν τους άφησαν να βοηθήσουν την Κρήτη.
Λίγους μήνες αργότερα, από τις πρώτες κινήσεις του Τομπάζη, που η παρουσία του «φρέσκαρε» την Επανάσταση, ήταν να συγκαλέσει, τον Ιούνη του 1823, Γενική Συνέλευση των Κρητών στην Αρκούδαινα Αποκορώνου (22, 26/6/1823), η οποία, με τη σειρά της, ψήφισε τον «Οργανισμό της ενιαυσίου τοπικής διοικήσεως της νήσου Κρήτης», ενώ την ίδια ώρα ο αιγυπτιακός στρατός, άρτια εξοπλισμένος, «μιλούσε» στο πεδίο των μαχών και σημείωνε τη μία νίκη μετά την άλλη κατά των ατημέλητων και δίχως εφόδια ελληνικών δυνάμεων.
Κατά τα μέσα του 1823, μετά τις τουρκικές νίκες στην Κρήτη επί των επαναστατών, πολλοί Έλληνες της μεγαλονήσου γυρεύουν καταφύγιο σε διάφορα μέρη της υπόλοιπης Ελλάδας. Έτσι, συναντούμε στην Κάσο, εκείνους τους μήνες, 2000 Κρητικούς, ενώ υπάρχουν μαρτυρίες για παρουσία Κρητικών και στην Τήνο, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που η παρουσία Κρητικών προσφύγων στις Κυκλάδες προξενεί αναταραχή στους ντόπιους (Νάξο, Πάρο, Σίφνο, Μήλο και Ίο), γιατί οι Κρητικοί χρησιμοποιούσαν τα αιγαιοπελαγίτικα νησιά είτε ως καταφύγιο, είτε ως ενδιάμεσο σταθμό πριν την επάνοδό τους στην πατρίδα τους.
Και αφού αναφερθήκαμε στη νησιωτική Ελλάδα, πρέπει να σημειωθεί και ότι από διάφορα διπλωματικά έγγραφα των προξενικών αρχών της Ρόδου πληροφορούμαστε για τα γεγονότα του 1823 στα Δωδεκάνησα. Ο Γάλλος υποπρόξενος από τη Σμύρνη γράφει ότι στις 13 Ιανουαρίου οι Κασιώτες επήραν από την παραλία της Καραμανίας φορτίο σιταριού που το έφερναν δύο γαλλικά πλοία για Τούρκους από την Αίγυπτο. Κάτι ανάλογο συνέβη στις 26 Μαρτίου 1823, όταν ένα ναπολιτάνικο πλοίο έφερνε τρόφιμα από την Αλεξάνδρεια για τους Τούρκους της Κρήτης. Περνώντας από την Κάσο το κυνήγησαν τα Κασιώτικα καράβια και πήραν τα τρόφιμα.
Ο υποπρόξενος της Βρετανίας Στέφανος Μας, γράφει ότι στην Κάσο είχαν 500 Τούρκους αιχμαλώτους, τους οποίους είχαν ζητήσει από τον Βέη της Ρόδου να τους ανταλλάξουν με ισάριθμους ΄Έλληνες. Επίσης, οι Κασιώτες έκαναν πολλές αποβάσεις στην τουρκοκρατούμενη Ρόδο και έπαιρναν σχεδόν ανενόχλητοι τρόφιμα και ζώα. Με τις αλεπάλληλες αυτές αποβάσεις και τις συχνές επιθέσεις στην Αλεξάνδρεια, τη Διαμέττη και τα λοιπά παράλια της Μεσογείου, ο στόλος της Κάσου έφερε μεγάλο αντιπερισπασμό στις τουρκικές δυνάμεις της Πύλης και του πασά της Αιγύπτου, πράγμα που υποβοηθούσε τον αγώνα της ανεξαρτησίας. Γι αυτό το λόγο, σύμφωνα με έκθεση του Γάλλου προξένου στη Ρόδο προς το υπουργείο εξωτερικών της Γαλλίας,  ο Μωχάμετ Άλυ ετοίμαζε μεγάλο στόλο για να τιμωρήσει τους Κασιώτες.
Σχετικά με τα Δωδεκάνησα, όμως, ας επισημανθεί ακόμα και το εξής κατά το 1823: Στην Αστυπάλαια, στις 4 Μαΐου, κατάργησαν τη σουλτανική κυριαρχία. Την ίδια ημέρα, και οι κάτοικοι της Καρπάθου έδιωξαν τον εκπρόσωπο του Σουλτάνου οριστικά και ανακηρύχθηκαν ελεύθεροι και οι Συμιακοί αυτοανακηρύχθηκαν τμήμα της ελεύθερης Ελλάδος.
Πέραν τούτων, στις 27 Ιουνίου, ο στόλος του Χοσρέφ αποβίβασε στην Κάρυστο της Εύβοιας 3.000 άντρες για ενίσχυση των πολιορκημένων από τον Οδυσσέα Ανδρούτσο, ξεφόρτωσε τροφές στη Χαλκίδα για την εκεί τουρκική φρουρά και, τέλος, μετέβη στα φρούρια της Μεθώνης και της Κορώνης για ανεφοδιασμό.
Στον αντίποδα, ο ελληνικός στόλος  – ολόκληρη περίπου τη χρονιά αυτή, εκτός από κάποια πυρπολικά που «παρενόχλησαν» τα τούρκικα πλοία, όταν γύριζαν από τη Μεθώνη και την Κορώνη  –  από έλλειψη χρημάτων δεν προσέφερε καμία σχεδόν βοήθεια στις περιοχές, που τον είχαν ανάγκη, ούτε αξιόλογη προστασία στα αιγαιοπελαγίτικα νησιά. Πόροι για ναύλωση και εξοπλισμό πλοίων δεν υπήρχαν, εφόσον οι κοτζαμπάσηδες των νησιών δεν ήθελαν να συμμετέχουν τα καράβια τους σε πολεμικές επιχειρήσεις πριν αποζημιωθούν για τα έως τότε έξοδά τους, παρά περίμεναν τα ξενόφερτα δάνεια.
Στις 12 του Σεπτέμβρη ο Ανδρούτσος πέρασε στην Κάρυστο μαζί με τον Νικόλαο Κριεζώτη και τον Αδάμ Δούκα. Λίγες ημέρες αργότερα (16 Σεπτεμβρίου 1823), μάλλον για να προλάβει τις εξελίξεις, το Εκτελεστικό Σώμα «εγκρίνει τον στρατηγόν Οδυσσέα προσωρινόν αρχηγόν των αρμάτων της Ευβοίας και τον προσωρινόν αποκλεισμόν αυτής παρά των Ψαριανών πλοίων». Σε μία αντίστροφη πορεία, το Εκτελεστικό «καθυποβάλλει την γνώμην του εις επίκρισιν του Σ. Βουλευτικού Σώματος».
Για μία ακόμη φορά η Εύριπος βρισκόταν στα τέλη Σεπτεμβρίου σε κατάσταση πολιορκίας. Ο Ομέρ πασάς της Καρύστου με τις ισχυρές Οθωμανικές δυνάμεις που διέθετε ήταν αποφασισμένος από αμυνόμενος να γίνει εκείνος ο διώκτης των επαναστατών. Ο Ανδρούτσος παρότρυνε τον Κωλέττη «θάρσει τοίνυν και ενέργει ως Κωλέττης». Η Διοίκηση από τη μεριά της τις κρίσιμες αυτές στιγμές  εξέφραζε την εμπιστοσύνη της στον Ανδρούτσο, ο οποίος αναφερόταν στις επιστολές ως ο «προσδοκώμενος» για τη σωτηρία της Ευρίπου.
Από τις 2 Οκτωβρίου μέχρι τις 17 Νοεμβρίου του 1823, τέλος, οι Τούρκοι αποτυχαίνουν να καταλάβουν το Αιτωλικό, μολονότι το πολιορκούσαν πολύ στενά, ενώ, ενδιάμεσα, στις 26 του Οχτώβρη της ίδιας χρονιάς, παραδόθηκε στους επαναστάτες και στο Θ. Κολοκοτρώνη και το Νικηταρά το φρούριο του Ακροκορίνθου.
Ας γράψουμε κάποια περισσότερα λόγια για τον Ακροκόρινθο. Από τις αρχές του 1823 ξεκινάει για τρίτη φορά πολιορκία του Ακροκορίνθου απ’ τις Ελληνικές επαναστατικές δυνάμεις. Η Εθνική Συνέλευση του Άστρους διορίζει αρχηγό της πολιορκίας τον Κορίνθιο Ιωάννη Σωτ. Νοταρά. Τον Ιούνιο, έρχεται συμπολεμιστής και πορθητής του Παλαμηδιού, Στάικος Σταϊκόπουλος, ενώ τον Οκτώβρη, για να πιεστούν ακόμα περισσότερο τα πράγματα, διορίζεται από το Εκτελεστικό και ο Γενναίος Κολοκοτρώνης. Όταν πια κάθε ελπίδα διαφυγής ή σωτηρίας απ’ έξω για τους έγκλειστους είχε αποκλειστεί, ένας Τούρκος αξιωματούχος του Ακροκορίνθου, ο Χαλήλ  Αγάς, συναντήθηκε με το Στάικο και υπέβαλε προτάσεις για την παράδοση του Κάστρου. Ο κυριότερος λόγος ήταν να παραδοθούν στο Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, γιατί μόνο αυτόν θεωρούσαν «μπεσαλή», ικανό να κρατήσει το λόγο του και να μη σφαχτούν οι αιχμάλωτοι.
Πραγματικά, η Ελληνική πλευρά στέλνει το Θεόδωρο Κολοκοτρώνη μαζί με το Νικηταρά από το Εκτελεστικό και τους Νίκο Λουμάνη και Σωτηράκη Νοταρά από το Βουλευτικό, για να φροντίσουν τις λεπτομέρειες της παράδοσης. Μετά από επίμονες διαπραγματεύσεις, ο φρούραρχος Αβδουλάχ Μπέης και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης  κατέληξαν σε συμφωνία. Η συνθήκη παράδοσης υπογράφτηκε στις 19 Οκτωβρίου 1823, αλλά οι Τουρκαλβανοί  άφησαν το Κάστρο στις 26 Οκτωβρίου, γιατί στο μεταξύ έγινε απογραφή των πραγμάτων που θα περιέρχονταν στους Έλληνες. Το μεσημέρι της 26ης Οκτωβρίου 1823, ανήμερα του Αγίου Δημητρίου, 300 Τουρκαλβανοί και 60 γυναίκες εγκατέλειπαν, όπως προαναφέρθηκε, τον Ακροκόρινθο στα χέρια των Ελλήνων. Τους συνόδευαν ο Κολοκοτρώνης και ο Υψηλάντης  μέχρι το Παλαιό Καλαμάκι, όπου και τους επιβίβασαν όλους σώους σε δύο πλοία Αυστριακά, και σ’ ένα τρίτο με Ιόνιο σημαία. Με την αποχώρηση των Τούρκων άρχισε  μεγάλο πανηγύρι πάνω στον Ακροκόρινθο. Έγινε αγιασμός και επίσημη δοξολογία από τους επισκόπους Κορίνθου Κύριλλο και Δαμαλών Ιωνά.
Η άφιξη του φιλέλληνα Λόρδου Βύρωνα στο Μεσολόγγι (τέλη 1823)
Στις 16 Νοεμβρίου, όμως, ο Ανδρούτσος, μετά από ένα σύντομο και αναγκαίο πέρασμά του στην Αθήνα, αποβιβάστηκε στο Αλιβέρι, για τη συγκέντρωση ενόπλων και την πολιορκία των φρουρίων της Ευρίπου και της Καρύστου. Από τη μία, όμως, η αντίσταση των Οθωμανών και από την άλλη η ανυπαρξία της τροφοδοσίας, των χρημάτων και των πολεμοφοδίων στους επαναστάτες έκαναν αδύνατη την εκπόρθηση των φρουρίων.
Κι η χρονιά τελειώνει, καθώς, παραμονή των Χριστουγέννων (24/12/1823 π.η.), αφικνείται στο Μεσολόγγι ο Άγγλος λόρδος Βύρωνας που είχε φήμη θερμού φιλέλληνα και ήρθε για να οργανώσει τους Ευρωπαίους φιλέλληνες σε ταξιαρχία πυροβολικού, υπό τη δική του αρχηγία, καλώντας στην υπηρεσία και 500 Σουλιώτες. Εκστατικό το πλήθος τον υποδέχθηκε σαν ήρωα και σωτήρα. Είχε έλθει τον Αύγουστο του 1823 στην Κεφαλονιά, για να βοηθήσει, ως μέλος της Ελληνικής Επιτροπής Λονδίνου, τους Έλληνες στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Τώρα, έφθανε στο Μεσολόγγι, για να πολεμήσει γι’ αυτούς, στο πλευρό τους.