Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 2019

Γ.3.Η Βόρεια Ήπειρος από το 1913 ως το 1914


Οι συνθήκες που υπογράφησαν μετά το τέλος των βαλκανικών πολέμων (1913) δεν έφεραν μαζί και λύση όλων των ελληνικών εθνικών προβλημάτων. Στο ανατολικό Αιγαίο η Τουρκία αρνιόταν να παραχώρηση των νησιών στην Ελλάδα, ενώ επιδίωκε την αυτονομία, υπό τουρκική, όμως, κυριαρχία. Οι διωγμοί που εξαπολύουν οι Νεότουρκοι εναντίον των ελληνικών πληθυσμών σε Μ. Ασία και ανατολική Θράκη οξύνουν πιο πολύ τις τεταμένες ελληνοτουρκικές σχέσεις. 
Οι Ευρωπαϊκές δυνάμεις ("Τριπλή Συμμαχία" &  "Αντάντ") δεν μπορούσαν, λόγω των αλληλοσυγκρουόμενων συμφερόντων τους, να επέμβουν για να επιβάλουν το σεβασμό των συνθηκών. "Φλέγοντα" και "ανοιχτά" παρέμεναν, για διάφορους λόγους, τα ζητήματα με τα αιγαιοπελαγίτικα νησιά αφενός και με την Βόρεια Ήπειρο αφετέρου. 
Για τα νησιά στο Αιγαίο, οι Ευρωπαίοι δεν ήθελαν να πιέσουν την Τουρκία, μια και έχουν τεράστια οικονομικά συμφέροντα στα οθωμανικά εδάφη, καθώς απ`  αυτά περνούν οι δρόμοι προς τα πετρέλαια και τις προσοδοφόρες αγορές της Εγγύς και της Άπω Ανατολής.
Ο Γ. Χρηστάκης - Ζωγράφος
Στη Βόρειο Ήπειρο,όμως, που μας ενδιαφέρει στο παρόν σημείωμα, τα πράγματα ήταν αρκετά συγκεχυμένα. Για να πάρει η Ελλάδα τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου συμφώνησε να αποσύρει τον ελληνικό στρατό από την περιοχή, η οποία τελικά -βάσει του πρωτοκόλλου της Φλωρεντίας (13/2/1914)- προσαρτήθηκε στο ανεξάρτητο αλβανικό κράτος. Στις 4/17 Φλεβάρη του 1914, η συνέλευση των αντιπροσώπων των Ελλήνων της Βορείου Ηπείρου αποφασίζει την ανακήρυξη της Βορείου Ηπείρου σε αυτόνομη περιοχή, που θα είχε προσωρινό πρόεδρο τον Έλληνα πρώην υπουργό εξωτερικών, Γεώργιο Χρηστάκη- Ζωγράφο, αλλά όλα αυτά "ενοχλούσαν" την Ιταλία και την Αυστρία. Τελικά, οι Ευρωπαίοι το Μάη του 1914, με τη συμφωνία της Κέρκυρας, αναγνωρίζουν την αυτονομία της Βορείου Ηπείρου, χωρίς, όμως, κανείς να μπορούσε να εγγυηθεί για την εφαρμογή των συμπεφωνημένων. 
Κάτω απ` αυτές τις συνθήκες, οι ελληνικές δυνάμεις - λίγο πριν ξεσπάσει ο παγκόσμιος πόλεμος- ανακατέλαβαν  προσωρινά τη Βόρεια Ήπειρο κι οι Ιταλοί τον Αυλώνα και την ενδοχώρα της. Έτσι, το αλβανικό πρόβλημα και το στενά συνυφασμένο μ` αυτό βορειοηπειρωτικό ζήτημα θα παρέμεναν προς τα τέλη του καλοκαιριού 1914 άλυτα.
Για το θέμα της Βορείου Ηπείρου και την Αλβανία περισσότερο "αντιδρούσαν" οι Ιταλοί, που, εκείνη την εποχή, ήταν σύμμαχοι των Κεντρικών Δυνάμεων ( Γερμανίας & Αυστροουγγαρίας). 
Οι Δυτικές , όμως, δυνάμεις επειδή υπολόγιζαν την Ιταλία ως έναν πιθανό μελλοντικό σύμμαχο - κάτι που, πράγματι, συνέβη κατά τον 1ο παγκόσμιο πόλεμο που ξέσπασε πριχού φύγει το 1914 - δεν είχαν "διάθεση" να την πιέσουν στο πρόβλημα της Β. Ηπείρου. Εξάλλου, οι Ιταλοί ήθελαν να προσαρτήσουν την Αλβανία, προκειμένου να σταθεροποιηθεί η κυριαρχία τους στην Αδριατική και να δημιουργήσουν ένα σταθερό προγεφύρωμα στα Βαλκάνια, που θα βοηθούσε την ιταλική επεκτατική οικονομική ως επί το πλείστον πολιτική προς την Ανατολή.
Πηγή για το παρόν δημοσίευμα, "Ιστορία του Ελληνικού Έθνους" της Εκδοτικής Αθηνών. 


Γ. 2. Κλέωνος, βίος και πολιτεία
Οι  πολιτικοί που οδήγησαν την παντοδύναμη Αθήνα του «Χρυσού Αιώνα» και του Περικλή στην παρακμή και την οδυνηρή κατάληξη του πελοποννησιακού πολέμου, δεν ήταν άλλοι από δημαγωγούς, οι οποίοι «πρωταγωνιστούν» στην αθηναϊκή ζωή τα χρόνια από το 429 και έως το 404 π.Χ.. Συγκεκριμένα, έχοντας ως βάση όσα οι αρχαίες ιστορικές πηγές (Θουκυδίδης, Ξενοφών, Πλούταρχος, Αριστοφάνης ο κωμωδιογράφος, Λυσίας κ.α.) μάς έχουν διασώσει για την πολιτική δραστηριότητα του Κλέωνος, του Υπέρβολου, του Ανδροκλέους και του Κλεοφώντος, βλέπουμε πώς η Αθήνα έφτασε στην ήττα στον πελοποννησιακό πόλεμο και ταπεινώθηκε η άλλοτε πανίσχυρη ηγεμονία της.
Ο Κλέων, ο πρώτος απ’ τη σειρά των δημαγωγών αυτών, ήταν γιος του Κλεαίνετου, από τον οποίο κληρονόμησε μιαν προσοδοφόρα επιχείρηση βυρσοδεψίας. Ήταν – μετά το Σόλωνα – ο πρώτος από την τάξη των εμπόρων, που αναμείχτηκε στην αθηναϊκή πολιτική.
Γεννημένος περί το 470 π.Χ., εμφανίζεται στην πολιτική λίγο πριν αρχίσει ο πελοποννησιακός πόλεμος, ως δημοκρατικός, μα εσωκομματικός αντίπαλος του Περικλή. Έτσι, εύκολα «τα βρήκε» με τους ολιγαρχικούς του Θουκυδίδη του γιου του Μελησία και, μετά απ’ την αποτυχημένη εκστρατεία του Περικλή στην Πελοπόννησο το 430 π.Χ. και καθώς εισέβαλε στην πόλη ο λοιμός, τα ηνία της Αθήνας περιήλθαν προσωρινά στον Κλέωνα, που κατεύθυνε όσους αντιτίθεντο στην πολιτική του Περικλή.
Εικόνα 1: Αθηναϊκή τριήρης, πολεμικό πλοίο του 5ου αιώνα π.Χ..
Με τους λόγους του, ο Κλέων πείθει το λαό ότι ο γιος του Ξάνθιππου ήταν ένοχος για διασπάθιση του δημοσίου χρήματος, κατηγορία που, άλλοτε (443 π.Χ.), είχε εισηγηθεί κι ο Θουκυδίδης του Μελησία και είχε απορρίψει ο Αθηναϊκός δήμος. Έτσι, μολονότι ο πόλεμος συνεχίζεται, ο Περικλής καθαιρείται από κάθε πολιτικό αξίωμα και περιθωριοποιείται. Ο λαός, όμως, των Αθηνών μετανιώνει γρήγορα και αποκαθιστά τον Περικλή στο αξίωμα του στρατηγού, αλλά, πριν προλάβει να κάνει οτιδήποτε, ο λοιμός και ο θάνατος κόβουν το νήμα της ζωής του μεγάλου πολιτικού (429 π.Χ.).
Τα κατοπινά χρόνια, στην πόλη το «λύειν και το δεσμείν» ανήκει στο λαοπλάνο Κλέωνα, που εμφανίζεται αδιάλλακτος φιλοπόλεμος, αν και ήταν οπαδός της δημοκρατίας. Η πρωτοκαθεδρία του στην πολιτική σκηνή της Αθήνας, διαρκούντος του πολέμου, οφείλεται και στη μετριότητα των πολιτικών και ιδεολογικών του αντιπάλων (Θουκυδίδης του Μελησία), μα και όσων πολιτεύονταν με τη δημοκρατική παράταξη (ο πωλητής στουπιών μα αποτυχημένος πολιτικός Ευκράτης, ο προβατέμπορος μετά τον Περικλή σύζυγος της Ασπασίας Λυσικλής), αλλά και στη φυσική του ευγλωττία, ενώ, καθώς λένε οι ιστορικοί, ήξερε ακριβώς πώς να εργαστεί επάνω στα συναισθήματα των ανθρώπων και να τα παρασύρει προς το μέρος του.
Παράλληλα με τη φιλοπόλεμη πολιτική του, ο Κλέων έλαβε μέτρα για ενίσχυση των φτωχότερων πολιτών, καθιερώνοντας μισθό για τους ενόρκους στα αθηναϊκά δικαστήρια, στα οποία συμμετείχε, από τα χρόνια της αθηναϊκής ανά το πανελλήνιο ηγεμονίας, όλος ο λαός της Αθήνας. Σιγά – σιγά, ξέκοψε και από τους ολιγαρχικούς, που τον είχαν πλαισιώσει όσο καιρό στρεφόταν κατά του Περικλή, και αυτή η αλλαγή πλεύσης της πολιτικής του μαζύ με το συνεχιζόμενο πόλεμο ίσως του στοίχισαν και τα σκωπτικά σχόλια του Αριστοφάνη και των άλλων κωμωδιογράφων και την έχθρητα των ολιγαρχικών σωματείων της πόλης. Φίλος του Κλέωνος, που περιστοιχίζεται πλέον από πολεμόχαρα «παράσιτα» κατά τους κωμικούς ποιητές, και συνεργάτης του, κόλακας, δειλός και καταχραστής σύμφωνα τον Αριστοφάνη, τα χρόνια αυτά, υπήρξε κι ο περιβόητος Κλεώνυμος.
Το 427 π.Χ., έχουμε παράδοση της Μυτιλήνης στον Πάχητα και οργισμένη πρόταση του Κλέωνος για ξεπάστρεμα όλων αδιακρίτως των κατοίκων της (σφάξιμο των αντρών, πώληση σε σκλαβοπάζαρα των γυναικόπαιδων) αναιρείται, σύμφωνα με το Θουκυδίδη τον ιστορικό, από μετριοπαθή εισήγηση του Διοδότου, του γιου του Ευκράτη και ανεψιού του στρατηγού και πολιτικού, Νικία. Την επόμενη χρονιά, δύο Αθηναίοι στρατηγοί, ο Νικίας στην Τανάγρα κατά των Βοιωτών και ο Δημοσθένης στη Λευκάδα, πετυχαίνουν σημαντικές νίκες, αλλά ο στόλος δεν τα καταφέρνει στη Μήλο, μα και ο Δημοσθένης αποτυχαίνει στην Αιτωλία.
Το 425 π.Χ., όμως, αρχίζει η ανοδική πορεία του Κλέωνος. Ο Δημοσθένης κυριεύει την Πύλο. Ήττα των Σπαρτιατών στη θάλασσα και στη Σφακτηρία με θρίαμβο του Κλέωνος ωθεί τους Σπαρτιάτες να ζητήσουν από την Αθήνα ειρήνη, αλλά ο Κλέων απορρίπτει τις προτάσεις τους κατηγορηματικά.
Την ίδια χρονιά, πάντως, οι Αθηναίοι βοηθούν τους δημοκρατικούς της Κέρκυρας να επικρατήσουν και οι ίδιοι κυριεύουν Ανακτόριο και Μεθώνη, την ώρα που, μάλλον κατόπιν πρότασης του Κλέωνος, ο φόρος των «συμμάχων» διπλασιάστηκε, για να καλυφθούν οι πολεμικές δαπάνες.
Το 424 π.Χ., όμως, αν και η Αθήνα επιδεικνύει σημαντικές επιτυχίες σε Κύθηρα, Νίσαια, Μέγαρα και Θυρέα, η Σπάρτη και ο Βρασίδας στη Μακεδονία ξεσηκώνουν σε αποστασία από την αθηναϊκή συμμαχία μια σειρά από πόλεις (Αμφίπολη, Άκανθος κ.α.). Η Αμφίπολη εστάθη ο «κόλαφος» του ιστορικού Θουκυδίδη, που είχε εκλεγεί στρατηγός των Αθηναίων και είχε σταλεί για υπεράσπισή της, μια και, μετά την αποσκίρτησή της, εξορίζεται.
Και ενώ, το ίδιο έτος, ο Ιπποκράτης στέλνεται από την Αθήνα στη Βοιωτία για να εξεγείρει τις βοιωτικές πόλεις, ο Βρασίδας συνεχίζει το έργο του στη Βόρεια Ελλάδα, αλλά την επόμενη χρονιά (423 π.Χ.) έχουμε ανακωχή Αθηναίων και Σπαρτιατών, αλλά παρολαυτά αθηναϊκός στόλος με Νικία και Νικόστρατο πλέει στη Μακεδονία και το 422 π.Χ. εκστρατεύει, ως επικεφαλής του αθηναϊκού στρατού, στη Βόρεια Ελλάδα ο ίδιος ο Κλέων, που, τα χρόνια εκείνα (βλ. Αριστοφάνους, «Σφήκες»), είχε μηνύσει το συμπατριώτη του στρατηγό Λάχητα για καταχρήσεις.
Στην πιο καθοριστική μάχη ενάντια στους Λακεδαιμονίους και το Βρασίδα, που έλαβε χώρα, την ίδια χρονιά (422 π.Χ.), στην Αμφίπολη, ο Κλέων και ο Βρασίδας βρίσκουν το θάνατο και τον επόμενο Μάρτιο (421 π.Χ.), χάρη σε πρωτοβουλίες του Νικία, υπογράφεται η «Νικίειος Ειρήνη», με την οποία τερματίζεται η πρώτη φάση του πελοποννησιακού πολέμου εις όφελος των Αθηναίων.

Πέμπτη 7 Φεβρουαρίου 2019

Γ.1. Νέα χρονιά ΦΥΣΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ με Χ. Κ. Αντερσεν


Με την είσοδο του 2019, η ΦΥΣΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ είναι πάλι κοντά σας. Θα φωτίζονται γνωστά και άγνωστα ιστορικά γεγονότα της ελληνικής και παγκόσμιας Ιστορίας και θα αναδεικνύονται οι κρυφοί και φανεροί πρωταγωνιστές τους. 
Έτσι, στο σημερινό πρώτο για τη νέα χρονιά σημείωμά μας θα αφιερώσουμε λίγα λόγια για τον Χανς Κρίστιαν  Άντερσεν. ο κορυφαίος Δανός συγγραφέας ιστοριών για παιδιά γεννιέται στις 2.4.1805 στην Οντένσε. Τα πιο γνωστά έρ
γα του είναι «Ο μολυβένιος στρατιώτης», «Το κοριτσάκι με τα σπίρτα», «Το ασχημόπαπο» κ.ά. 
Στην αρχή ήθελε να γίνει ηθοποιός και πήγε στην Κοπεγχάγη αναζητώντας την τύχη του. Και εκεί τα πράγματα ήταν δύσκολα.Το μόνο που τελικά πρόσφερε την ευκαιρία γιά καλύτερη ζωή στον Άντερσεν ήταν απλά το ταλέντο του στη συγγραφή. Τα ποιήματα που έγραψε στα πρώτα του βήματα στη λογοτεχνία αγαπήθηκαν από το κοινό και έτσι ο συγγραφέας έγινε γνωστός στη χώρα του, τη Δανία. 
Έγραψε, τα κατοπινά χρόνια, περίπου 168 παραμύθια σε διάστημα 42 ετών. Πέθανε το 1875 (4 Αυγούστου).

Χρήσιμες πληροφορίες αντλήθηκαν από το site: https://www.ianos.gr/person/antersen-xans-kristian-0045896.html