Τρίτη 13 Μαρτίου 2012

130. Φώτιος και Ορθοδοξία


Τα Χριστούγεννα του 858 μ.Χ. κατέχουν ξεχωριστή θέση στην εκκλησιαστική ιστορία της Ορθοδοξίας και την πολιτική πορεία του Βυζαντίου. Έχουν άρρηκτα συνδεθεί με μια σημαντική φυσιογνωμία, που συγκέντρωσε – όσο ζούσε και μετά θάνατον – αρκετούς υποστηριχτές, μα και φανατικούς αντιπάλους, γιατί «σημάδεψε», όπως θα ιδούμε, ποικιλότροπα τη Βυζαντινή Ιστορία και την Εκκλησία. Ο λόγος για τον δις Πατριάρχη, Φώτιο τον 1ο και πηγές μας όλα τα ιστοριογραφικά έργα για το Βυζάντιο (Λεφτσένκο, Ντηλ, Οστρογκόρσκι, Λουγγής, Σαββίδης, Χριστοφιλοπούλου, Ράνσιμαν, Ζακυθηνός, Αβραμέα, Παπαρρηγόπουλος, Βασίλιεφ, Κοδράτος, Μάνγκο κ.α.).
Ας πάμε, όμως, λίγους μήνες πίσω, για να γνωρίσουμε και την «περιρρέουσα ατμόσφαιρα». Το 857 μ.Χ., ο πατριάρχης Ιγνάτιος, ο γιος του αλλοτινού αυτοκράτορα Μιχαήλ Ραγκαβέ, έρχεται σε σύγκρουση, για λόγους «ηθικής φύσεως και τάξεως» με το Βάρδα. Ο Βάρδας είναι στενός συγγενής του Μιχαήλ του 3ου , του γιου του εικονομάχου αυτοκράτορα Θεοφίλου. Ο Μιχαήλ βρίσκεται από το 842 – 3 μ.Χ. στο βυζαντινό θρόνο, μα ουσιαστικός κυβερνήτης της Βυζαντινής αυτοκρατορίας είναι ο Βάρδας, προς τον οποίο ο Ιγνάτιος αρνείται τη θεία κοινωνία. Εκνευρισμένος, ο Βάρδας «συκοφαντεί» τον Ιγνάτιο στον αυτοκράτορα και ο Μιχαήλ εξορίζει εκτός Κωνσταντινουπόλεως τον πατριάρχη.
Για να μη μείνει «χηρεύων» ο πατριαρχικός θρόνος, σε μιαν εποχή που η Παπική Εκκλησία φιλοδοξούσε να εξαπλώσει την «επιρροή» της σε Βαλκανική Ανατολή και Φραγκική Δύση, ο λόγιος της Αυλής Φώτιος, έπειτα από πίεση του Βάρδα και σημαντικών του κράτους παραγόντων, που νόμιζαν ότι θα ήταν του «χεριού τους», εξελέγη για πρώτη φορά πατριάρχης, ανήμερα των Χριστουγέννων του 858 μ.Χ., χωρίς να είναι κληρικός και χειροτονήθηκε, αφού σε 6 ημέρες πέρασε από όλα τα στάδια της ιεροσύνης (διακόνου, πρεσβυτέρου, επισκόπου)!
Ένας, λοιπόν, απ’ τους πνευματικούς ανθρώπους, που τα χρόνια αμέσως μετά τη ζημιογόνα για την ενότητα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας Εικονομαχία, δίδαξαν στις σχολές της Κωνσταντινούπολης, μελέτησαν την αρχαία ελληνική γραμματεία και δημιούργησαν ένα ιδεολογικό «κλίμα» αρμονικής συνύπαρξης και στενού έκτοτε «δεσίματος»  του κλασικού ελληνικού και του χριστιανικού πνεύματος είναι ο Φώτιος, η σημαντικότερη εκκλησιαστική μορφή του 9ου  αιώνα.
Γεννήθηκε, γύρω στο 810 μ.Χ., στην Κωνσταντινούπολη, προερχόμενος από ισχυρή κοινωνικοπολιτικά και εύρωστη οικονομικά οικογένεια. Έτσι, είχε και επωφελήθηκε τις δυνατότητες, που του δόθηκαν, να μορφωθεί σε βάθος και πλάτος στην κλασική ελληνική και τη χριστιανική γραμματεία. Η φιλομάθεια τον συνόδευε σ’ ολόκληρη τη ζωή του και τον βοήθησε να ξεχωρίσει από τους σύγχρονούς του και πολλούς από τους κατοπινούς του,  τόσο ως επιστήμων και πανεπιστημιακός δάσκαλος, όσο και ως πρωθιερέας της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Ποιο είναι, όμως, το «κλίμα» στο Βυζάντιο το α’ μισό του 9ου αι.; Ένα χρόνο μετά τη γέννηση του Φωτίου (811 μ.Χ.), ο Βούλγαρος βασιλιάς Κρούμος συνέτριψε τα βυζαντινά στρατεύματα, ο αυτοκράτορας Νικηφόρος βρήκε οικτρό θάνατο και το Βυζάντιο έχασε σημαντικό από το γόητρό του ως κυρίαρχης δύναμης στη Βαλκανική χερσόνησο. Ο Μιχαήλ Ραγκαβές, που ανεβαίνει το ίδιο έτος (811)  – μετά το σύντομο πέρασμα του Σταυράκιου – στο βυζαντινό θρόνο, ήταν «πιστό τέκνο της Εκκλησίας» και εικονολάτρης, ενώ, μέχρι το 813 που βασιλεύει, η Ορθοδοξία διάγει ημέρες ειρήνης. Τα χρόνια που έπονται, βρίσκεται στην εξουσία ο εικονομάχος κινηματίας Λέων ο 5ος ο Αρμένιος (813 – 820), που δίωξε τον πατριάρχη Νικηφόρο, το Θεόδωρο Στουδίτη κ.α. και προσπάθησε να υποτάξει την εκκλησιαστική ζωή στην πολιτική βούληση του Παλατιού. Τα Χριστούγεννα του 820 μ.Χ., δολοφονείται, όμως, ο Λέων και ο αρχιπραξικοπηματίας Μιχαήλ από το Αμόριο της Μ. Ασίας ανέρχεται στο θρόνο ως Μιχαήλ ο 2ος και ακολουθεί, έως το 829 που πεθαίνει, μια μετριοπαθή εικονόφιλη πολιτική, ίσως λόγω της απαιδευσιάς του.  Ο πνευματικά καλλιεργημένος γιος του, Θεόφιλος, που τον διαδέχεται στο θρόνο (829 – 843), ήταν εικονομάχος και ο θρησκευτικός του φανατισμός τον οδήγησε, ιδίως μετά το 837 (πατριάρχης αναδεικνύεται ο εικονομάχος ηγέτης Ιωάννης Γραμματικός), σε ακρότητες και καταδικαστέες βιαιότητες. Με το θάνατο του Θεοφίλου (20/01/842) και την ανάρρηση στην εξουσία του υιού του, Μιχαήλ, τέλειωσε, όμως, οριστικά για το Βυζάντιο η ζημιογόνα Εικονομαχία.
Ας επανέλθουμε, λοιπόν, στο Φώτιο, ο οποίος, από την ταραγμένη για το Βυζάντιο εποχή της νεότητάς του, υπερείχε ήδη των συγχρόνων του σε ευρύτητα παιδείας, κάτι που του έδωσε τη δυνατότητα της ανόδου σε υψηλά αξιώματα κοντά στο συμβασιλέα Βάρδα στην αυτοκρατορική Αυλή και στο Πανεπιστήμιο της Μαγναύρας της Κωνσταντινούπολης, όπου δίδαξε γραμματική, ρητορική, θεολογία και φιλοσοφία, ενώ πρωτοστάτησε στην ίδρυση λαϊκών βιβλιοθηκών, όπου ο καθένας διάβαζε ελεύθερα Πλάτωνα και άλλους αρχαίους συγγραφείς και θεατρικούς συγγραφείς.
Ας γραφεί τωραδά ότι η Ρώμη θεωρούσε ανέκαθεν τον εαυτό της ανώτερο από το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης. Καθώς, όμως, περνούσαν τα χρόνια, ο επίσημος τίτλος του Αρχηγού της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης, της πρωτεύουσας του Βυζαντινού Κράτους και έδρας του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού, εξελίσσεται συνεχώς όπως μπορούμε να διαπιστώσουμε από τις σφραγίδες που κυκλοφορεί. Ο Φώτιος υιοθέτησε, στις σφραγίδες που εξέδωσε τα μέσα του 9ου αιώνα με την ανάρρησή του στο πατριαρχικό αξίωμα, τον τίτλο αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως και Νέας Ρώμης, για να δείξει ότι και οι δυο, Πάπας Ρώμης και Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, είχαν τα ίδια δικαιώματα
Επανερχόμενοι στα 858, χρονιά π’ αρχίζει η πρώτη θητεία του Φωτίου στο πατριαρχείο, λοιπόν, ας τονίσουμε πως η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως βρέθηκε προ των πυλών διασπάσεως και ρήξεως εξαιτίας των διαφορών μεταξύ των πατριαρχών Ιγνατίου και Φωτίου, αλλά, ευτυχώς, απετράπη η ρήξη, που θα είχε ανυπολόγιστες όχι μόνο θρησκευτικές, αλλά και πολιτικές συνέπειες για τη Βυζαντινή Ανατολή. Η Δύση δεν έμεινε αδρανής στα «δρώμενα» της Ανατολικής Εκκλησίας και αντέδρασε δυναμικά στην εκλογή και τη χειροτονία του Φωτίου. Και επικεφαλής της Εκκλησίας της Ρώμης ήταν, εκείνη την εποχή, ο Νικόλαος ο 1ος, που επιδίωκε τον προσηλυτισμό των Βουλγάρων, για να διεισδύσει, πρώτα, θρησκευτικά και, μετά, πολιτικά στα Βαλκάνια. Ο Νικόλαος, βλέποντας το Φώτιο και τους μαθητές του, Κύριλλο και Μεθόδιο, να «αλωνίζουν»  στη Βαλκανική (βλ. Βουλγαρία, Σλοβενία και Σερβία – Μαυροβούνιο) και στις περιοχές των Χαζάρων Τούρκων και να προτίθενται να φτάσουν στην Κεντρική Ευρώπη (Αυστροουγγαρία, Μοραβία, Τσεχία και Σλοβακία), συγκάλεσε, το 864 μ.Χ., σύνοδο στη Ρώμη. Εκεί, ο πάπας και οι συν αυτώ, με ψήφισμά τους, δεν αναγνωρίζουν το Φώτιο ως Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και ζητούν την άμεση καθαίρεσή του.
Κι ενώ τότε «σφύριζε αδιάφορα», τρία χρόνια, όμως, αργότερα, ο Φώτιος παίρνει την … «εκδίκησή» του! Με νέα σύνοδο, που συγκαλεί στην Κωνσταντινούπολη, κατηγορεί τον πάπα Νικόλαο ως κήρυκα αιρετικών διδασκαλιών και παράνομης ανάμειξής του στα ζητήματα της Ανατολικής Εκκλησίας. Έτσι, το 867 μ.Χ., έχουμε το πρώτο Σχίσμα της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως και της Λατινικής Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας της Ρώμης.
Λίγους μήνες, όμως, μετά (23/11/867), ο Φώτιος απώλεσε, με την άνοδο του Βασιλείου του 1ου του Μακεδόνος στο αυτοκρατορικό θρόνο και τη δολοφονία των Μιχαήλ και Βάρδα, το πατριαρχικό αξίωμα. Ο Ιγνάτιος, αφού επανέρχεται στο θώκο του,  συγκαλεί, παρουσία εκπροσώπων του πάπα Αδριανού του 2ου , ειδική σύνοδο κι αφορίζει το Φώτιο. 
Με τον Ιγνάτιο πατριάρχη, τρεις μέρες μετά το τέλος της προαναφερθείσας συνόδου, η βουλγαρική Εκκλησία επιτυγχάνεται τα σχέδια του Βούλγαρου βασιλιά Βόρη: αποστρέφεται τη Δύση, αποχτά δικό της αρχιεπίσκοπο, πολλούς επισκόπους και σχετική αυτονομία, αφού, όμως, αναγνώρισε τη δύναμη της Κωνσταντινούπολης.  Από το 867 – 868 μ.Χ. εμφανίζεται ξανά στη Μεσόγειο και στα δαλματικά παράλια της Αδριατικής ο αραβικός κίνδυνος, ο οποίος, αφού απετράπη προσωρινά χάρη στο βυζαντινό στόλο, «επέτρεψε» τη μεταξύ των ετών 868 – 874 μ.Χ. βάφτιση των Σέρβων απ’ την Κωνσταντινούπολη.
Μα το 877 (τέλη Οχτώβρη), όταν πέθανε ο Ιγνάτιος, ο Φώτιος – καθώς η αίρεση των Παυλικιανών εξαπλωνόταν στη Μ. Ασία και από τα τέλη του 876 μ.Χ. οι Βυζαντινοί, καταλαμβάνοντας το Μπάρι, προσπαθούν να εδραιώσουν την κυριαρχία τους ξανά στην Ιταλική Χερσόνησο – καλείται, εκ νέου, με την έγκριση της Ρώμης αυτή τη φορά, να αναλάβει πατριάρχης  Κωνσταντινούπολης. Το 879 μ.Χ., σε μια κοινή σύνοδο 383 επισκόπων, ανατολικών και παπικών, πετυχαίνει και την ανάκληση της εις βάρος του καταδίκης του 869 – 870. 
Όταν, όμως, μετά το θάνατο (ή, κατά τη γνώμη μου, δολοφονία)  του πατρός του, έγινε αυτοκράτωρ του Βυζαντίου ο Λέων ο 6ος  ο Σοφός, στις 29 Αυγούστου 886 μ.Χ.,  ο Φώτιος, που συμβάλλει και στη σύνταξη της καθορίζουσας τη διάκριση μεταξύ αυτοκρατορικής (κρατικής) και πατριαρχικής (εκκλησιαστικής) εξουσίας σημαντικής νομικής συλλογής «Επαναγωγή» (στα χρόνια μετά το 879) του αυτοκράτορα Βασιλείου του 1ου και των υιών του, καθαιρείται ξανά. Μετά από πενταετία (Φεβρουάριος του 891, Αρμενία), πεθαίνει σε μιαν κρίσιμη πολιτικά και σημαντική πνευματικά εποχή για το Ελληνορθόδοξο, πλέον, Βυζάντιο.
Τι άλλαξε εις βάρος του Φωτίου το 886 μ.Χ.; Ο γιος του Βασιλείου και νέος αυτοκράτορας, Λέων, αν και θήτευσε μαθητής του Φωτίου (875 – 877 μ.Χ.), με την άνοδό του στον αυτοκρατορικό θώκο, φρόντισε, όπως εγράφη παραπάνω, να τον απομακρύνει από το Πατριαρχείο και να τον εξορίσει. Αμέσως μετά, διόρισε Πατριάρχη τον ανήλικο, δεκαεξαετή αδελφό του, Στέφανο, που είχε ακολουθήσει (με σκοπό, φρονώ, να περιοριστούν οι πολιτικές βλέψεις του) τον ιερατικό κλάδο και διατέλεσε πρωτοσύγκελος του Φωτίου.
Με την καθαίρεση του Φωτίου, ο Λέων αποφάσισε να διαφοροποιηθεί από τη μέχρι τότε εκκλησιαστική πολιτική του πατέρα του ή επιδίωκε  πολιτική και θρησκευτική εκεχειρία με τη Δύση και τη Ρώμη και οι σχέσεις των δυο Εκκλησιών «ηρέμησαν» πρόσκαιρα, αφού επί Φωτίου είχαν, μ’ αφορμή και τη διανομή της «πίτας» των «νεοπροσύλητων» στους σλαβικούς πληθυσμούς, στη Βαλκανική Χερσόνησο και την Κεντρική Ευρώπη, ενταθεί σημαντικά και ποικιλότροπα;
Η πραγματικότητα ίσως είναι πως ο Φώτιος μπήκε στο «στόχαστρο» της Παπικής Ρώμης, επειδή αντιτάχτηκε, ως ηγήτωρ της Ορθοδοξίας, στις αυθαιρεσίες της Καθολικής Εκκλησίας, που ήθελε να επιβάλει παντού τις δικές της δογματικές απόψεις (βλ. παπικό πρωτείο, αλάθητο, το “filioque” κ.α.). Συνάμα, επειδή ο Λέων ο Σοφός ήθελε την πολιτική στήριξη της Δύσης, δεν περιορίστηκε μόνο στο ότι από το 876 μ.Χ.  οι Βυζαντινοί, εισελθόντες στο Μπάρι, εδραίωσαν – παρότι το 878 είχαν χάσει από τους Άραβες τις Συρακούσες – την  πολιτικοστρατιωτική θέση τους στην Ιταλία ή σε πιθανές επιγαμίες με Δυτικοευρωπαϊκές Αυλές, αλλά και καθαίρεσε τον «ενοχλητικό» για τους παπικούς Φώτιο.
Ο Δημήτριος Κωνσταντέλλος (βλέπε http://www.myriobiblos.gr/texts/greek/konstantelos/konstantelos_ch5.htm) συγκρίνει το Φώτιο με τον Ιγνάτιο, τους Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, που – αν και έζησαν τον 9ο αιώνα μ.Χ. – άφησαν διαχρονικά το δικό τους «ανεξίτηλο στίγμα» στην παγκόσμια και ιδίως, στη βυζαντινή, πολιτική και εκκλησιαστική, ιστορία.
« Ο Ιγνάτιος – γράφει, μεταξύ άλλων, ο Κωνσταντέλλος– αντιπροσωπεύει  μια μοναστικής και συντηρητικής φύσεως μερίδα του λαού, ενώ ο Φώτιος ήτο ο φωτισμένος και εγκυκλοπαιδικώτατος καθηγητής, ουχί ολιγώτερον θρησκευτικός, ο οποίος όμως, λόγω της μορφώσεως και της υψηλής κοινωνικής θέσεώς του είχε δημιουργήσει αντιζηλίες και αντιπάλους. Ο Φώτιος περιγράφεται από τους αντιπάλους του ως πατριάρχης των κοσμικών και των κυβερνητικών, «σοφία τε κοσμική και συνέσει των εν τη πολιτεία στρεφομένων ευδοκιμώτατος πάντων», ενώ ο Ιγνάτιος φέρεται ως «πατριάρχης των Χριστιανών». Ο Φώτιος ήτο υπέρ της θύραθεν, της Ελληνικής, αλλά και της Χριστιανικής παιδείας, […] είχε εντρυφήσει σε όλη την Ελληνική γραμματεία, θύραθεν και Χριστιανική […]».
Ας έρθουμε, όμως, τώρα στη φιλολογική προσφορά του Φωτίου. Όλοι δέχονται πως τα διάφορα συγγράμματά του («Μυριόβιβλος ή Βιβλιοθήκη», «Λέξεων Συναγωγή», «Περί του Αγίου Πνεύματος», «Λόγοι», «Επιστολαί», «Κανόνες»)  δεν επιβεβαιώνουν μόνον την ευρύτητα των γνώσεών του, αλλά και στέκονται ανυπέρβλητη πνευματική τροφή για τους σύγχρονούς του και χρησιμότατες πηγές πολύτιμων πληροφοριών για την εποχή του. Η σημαντικότερη, τέλος, θαρρώ, συνεισφορά του Φωτίου είναι ότι συνέβαλε να διασωθούν για τις κατοπινές γενιές στοιχεία (σχολιασμένα αποσπάσματα, ως επί το πλείστον) για πολλά αξιόλογα έργα της κλασικής ελληνικής φιλολογίας, τα οποία έχουν σήμερα χαθεί.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου