Σάββατο 17 Μαρτίου 2012

135. Ασθενείς και τραυματίες στον Αγώνα

Κατά τη διάρκεια της Επαναστάσεως του 1821, λόγω των συνεχών πολεμικών επιχειρήσεων, η ανάγκη για νοσοκομειακή περίθαλψη των αμάχων, αλλά, κυρίως, όλων όσοι έπαιρναν ενεργό μέρος στις μάχες και τραυματίζονταν βαριά ή ελαφριά ήταν μεγάλη. Ένας άλλος λόγος που επέβαλε τη δημιουργία και λειτουργία επανδρωμένων με ικανό σε αριθμό και γνώσεις ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό ήταν η διάδοση διαφόρων ασθενειών, που έπλητταν τους επαναστάτες, τη φτωχολογιά και όσους είχαν πάρει το δύσκολο δρόμο της προσφυγιάς.
 Δημιουργήθηκαν, λοιπόν, στην πολύχρονη διάρκεια του Αγώνα (1821 – 1829) διάφορα νοσοκομεία, τα οποία, όμως, ήσαν μικτά, δηλαδή προορίζονταν για τραυματίες και ασθενείς, στρατιώτες και πολίτες. Πρέπει, όμως, να τονιστεί, ότι σχεδόν όλοι οι Έλληνες θεωρούνταν εν δυνάμει «στρατιώτες».
Στα χρόνια της Επανάστασης, όλοι, εμπόλεμοι και άμαχοι, είχαν ανάγκη ιατρικής φροντίδας
Οι μαρτυρίες, που έχουμε για τα χρόνια του Αγώνα,  επισημαίνουν πως υπήρξαν στην αρχή νοσοκομεία στην Πάτρα, έπειτα στο Μεσολόγγι και το Ναύπλιο.  Σχετικά με το νοσοκομείο που δημιουργήθηκε στην Πάτρα από τους Έλληνες, αμέσως με την έναρξη της Επαναστάσεως κατά την πολιορκία των Τούρκων στο φρούριο της πόλεως, ο Άγγλος πρόξενος στην Πάτρα Green γράφει ότι οι Έλληνες μετατρέψανε ένα σπίτι κοντά στο Αγγλικό προξενείο σε νοσοκομείο, βέβαιοι πως οι Τούρκοι λόγω της γειτνιάσεώς του προς αυτό δεν θα το χτυπούσαν με τα πυροβόλα τους. Ο Φιλήμων αναφέρει σχετικά: «Eτι δε και νοσοκομείον τι εμορφώθη δια τους τραυματιζομένους στρατιώτας, δι’ ο αξιουται επαίνων πολλών ο Νικόλαος Γερακάρης, ως προσενεγκων ολόκληρον αυτού το φαρμακειον...».
Ο γιατρός Friedrich Bojons έφθασε στην Ελλάδα μαζί με άλλους Γερμανούς Φιλέλληνες το 1822, ζήτησε δε από τον τότε υπουργό εσωτερικών και πολέμου, τον Ι. Κωλέττη, να του ανατεθεί ιατρική υπηρεσία. Την ίδια χρονιά, το Βουλευτικό ζητούσε την ανεύρεση στο Ναύπλιο ενός οίκου με 2 ή τρεις οικίσκους, για να χρησιμοποιηθεί ως νοσοκομείο. Τούτο, όμως, δεν έγινε. Το Εκτελεστικό, με κατ' επανάληψη έγγραφά του προς το Υπουργείο των Εσωτερικών, το διέτασσε να δημιουργήσει στο Ναύπλιο νοσοκομείο για τους ασθενείς και τους πληγωμένους.
Το 1823 λειτούργησε ένα υποτυπώδες νοσοκομείο στο Ναύπλιο, το οποίο όμως αντιμετώπιζε προβλήματα συντηρήσεως. Για το λόγο αυτό, ο έπαρχος Ναυπλίου, Χρίστος Βλάσσης, αναφέρει, στις 30 Οχτώβρη 1823, στο υπουργείο εσωτερικών τα σημαντικά χρέη του νοσοκομείου, που καθιστούν προβληματική τη λειτουργία του. Δεν λειτούργησε πλέον τούτο.
Ο Κωλέττης του πρότεινε να ενταχθεί μαζύ με τους άλλους Γερμανούς στο σώμα του Νικηταρά, ο οποίος όπως τους βεβαίωσε «ήταν ο πιο ανθρωπιστής Έλλην». Ο Bojons, τον Ιανουάριο του 1824, παρακινημένος από το λόρδο Βύρωνα αναχώρησε για το Μεσολόγγι, όπου συναντήθηκε και με τον Άγγλο συνταγματάρχη L. Stanhope.
Και ενώ το Βουλευτικό με το υπ’ αρ. 1067 προβούλευμά του της 27ης  Απριλίου 1824 αποτείνεται στο Εκτελεστικό και μιλάει για δημιουργία νοσοκομείου των φτωχών, πρόταση για τη δημιουργία αμιγούς στρατιωτικού νοσοκομείου έγινε για πρώτη φορά από τον Bojons, όταν, στις  20/7/1824, με αναφορά του στην Ελληνική Διοίκηση, προτείνει τη σύσταση εθνικού στρατιωτικού νοσοκομείου, για τη λειτουργία του οποίου θέτει και τον εαυτό του στη διάθεση της κυβέρνησης. Το πρόχειρο στα προηγούμενα χρόνια νοσοκομείο του Ναυπλίου πρέπει να είναι αυτό για το οποίο αναφέρει στην αναφορά του ο Bojons και λειτούργησε πραγματικά οκτώ μήνες.    
Το 1824, η έλλειψη νοσοκομείου για τους επαναστάτες ήταν εμφανής και, για το λόγο αυτό, το Βουλευτικό στις 23 Μαΐου 1824 απευθύνεται στο Εκτελεστικό, αναφέροντας την ύπαρξη στο Ναύπλιο 30 στρατιωτών πληγωμένων που στερούνται των αναγκαίων. Την έλλειψη νοσοκομείου και υγειονομικής περιθάλψεως, παρά τις δυσκολίες της Επανάστασης, προσπαθούσαν να καλύψουν με ιδιωτεύοντες γιατρούς. Οι άρρωστοι, όμως, και τραυματίες ήσαν αναγκασμένοι να πληρώνουν μόνοι τους τις ιατρικές επισκέψεις και τα φάρμακά τους. Ενώ το Εκτελεστικό την 1η  Ιουλίου 1824 απευθύνθηκε στο υπουργείο εσωτερικών και ζήτησε να γίνει ένα Νοσοκομείο, το Βουλευτικό, με νέο προβούλευμα (24 Ιουλίου 1824), απευθύνεται στο Εκτελεστικό ζητώντας τη σύσταση του νοσοκομείου, αφού μεσολάβησε, όπως είπαμε, και το γράμμα του Bojons (20/7/1824). Το Βουλευτικό, αφού είχε συζητήσει την πρόταση του Νικ. Γερακάρη «δίδοντος σχέδιον περί συστάσεως νοσοκομείου, και του τρόπου εξοικονομήσεως τούτου, προς περίθαλψιν των ασθενών και δυστυχών ομογενών...», διέτασσε «... να επιταχύνει όσον το συντομώτερον την σύστασιν του Νοσοκομείου». Το Εκτελεστικό, με τη σειρά του, επιπλήττει το υπουργείο εσωτερικών, γιατί δεν είχε γίνει τίποτε μέχρι τότε.
Στην αναφορά, πάντως, του Ιούλη του 1824, ο Bojons δεν πήρε απάντηση. Και γι’ αυτό, επανήλθε με νέα επιστολή του, απευθυνόμενος αυτή τη φορά στο Εκτελεστικό. Η νέα αναφορά του φέρει ημερομηνία 25 Αυγούστου 1824. 
Λίγες μέρες, όμως, πριν από τη δεύτερη αναφορά του Bojons, ιδρύθηκε στο Ναυπλιο η «Φιλανθρωπική Εταιρεία» (1/8/1824). Μεταξύ άλλων, η Εταιρεία αυτή ίδρυσε και το νοσοκομείο της γνωστό σα «Νοσοκομείο της Φιλανθρωπικής Εταιρείας». Για το «Νοσοκομείο της Φιλανθρωπικής Εταιρείας» του Ναυπλίου δεν υπάρχουν πολλές μαρτυρίες στα Αρχεία. Οι ιδρυτές της, όμως, προέβαιναν σε συλλογή χρημάτων με τη διενέργεια εράνων στην Πελοπόννησο, αλλά κυρίως στα Επτάνησα.
Ενώ η Εταιρεία εζήτησε την άδεια να επισκευάσει και να μετατρέψει σε νοσοκομείο την κρημνισμένη οικία, η οποία βρισκότανε απέναντι από το σπίτι του Αναστασίου Λόντου, δεν της χορηγήθηκε και το Εκτελεστικό στις 22/8/1824 της επέτρεψε να λάβει «...την υπ’ αριθ. 311 οικίαν ένδον του Φρουρίου Ναυπλίου κειμένην...». Μερικές εβδομάδες νωρίτερα, στις 4/8/1824, το Εκτελεστικό δημιούργησε το νοσοκομείο. Γιατροί του νοσοκομείου τούτου χρημάτισαν οι Σάμουελ Χάου, Ερρίκος Τράιμπερ, Λουκάς Βάγιας, ενώ από τις 4 Ιουλίου 1827 ανέλαβε επιστάτης και διευθυντής του ο Λευκαδίτης Πέτρος Στεφανίτζης.
Με το υπ' αριθ. 3810 προβούλευμά του, το Εκτελεστικό γνωστοποίησε στο Βουλευτικό, στέλνοντας την αναφορά του Συνταγματάρχη Π. Γ. Ροδίου, διοικητού του Τακτικού Σώματος, τη σύσταση ενός νοσοκομείου για τις ανάγκες του Τακτικού Σώματος. Το Βουλευτικό με το υπ' αριθ. 440 προβούλευμά του της Γ' Περιόδου της 28ης Φεβρουαρίου1825 ενέκρινε τη σύστασή του.
Το νοσοκομείο αρχικά θα φρόντιζε μονάχα για την περίθαλψη των στρατιωτών (ασθενών και τραυματισμένων). Διαταγές της Διοικήσεως ορίζουν τους πόρους της λειτουργίας του (μέρος εκ των εσόδων των τελωνείων  και ένα μικρό ποσοστό από τις θαλάσσιες λείες και το 1/3 του μισθού των νοσηλευομένων κατά τη διάρκεια της νοσηλείας των). Οι τραυματίες και ασθενείς στρατιώτες πληρώνανε για την αντιμετώπιση της νόσου τους.
Ιδιαίτερη σημασία αποχτά και το γεγονός ότι, στα δύσκολα χρόνια του Αγώνα,  και η ιδιωτική πρωτοβουλία έπαιξε το δικό της ρόλο στη δημιουργία νοσοκομείου. Από επιστολή του Σταμάτη Λεβίδη από τη Ζάκυνθο προς τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο (9/9/1824)  εξάγουμε το συμπέρασμα ότι διάφοροι Ζακυνθυνοί  συνεργάζονταν με τον Έλληνα ομογενή και ευεργέτη Βαρβάκη, επιδιώκοντας τη σύσταση νοσοκομείου δυνάμεως 30 κλινών, στέλνοντας, μάλιστα, και το γιατρό Περόγλου. Το μόνο που απαιτούσαν ήταν να τους παραχωρήσει η Διοίκηση το κτίριο για την εγκατάστασή του, ενώ αναλαμβάνανε τη συντήρησή του. Και ο μεν Βαρβάκης αναλάμβανε να πληρώνει κάθε χρόνο 1000 τάλιρα, οι δε υπόλοιποι την ετησία συνδρομή τους.
Η Ελλάδα είχε, στα χρόνια του Αγώνα, να αντιμετωπίσει και το φονικό πρόσωπο της πανούκλας και άλλων επιδημιών. Από το 1821 έως το 1823, η Μακεδονία, η Ήπειρος και η Κρήτη γνώρισαν τον θάνατο που έφεραν μαζί τους τα τουρκικά στρατεύματα, τα οποία ήρθαν από την Ανατολή. «Η πανώλης η ανείπωτη, μετά των τουρκικών όπλων συμβαδίζουσα», έγραφαν τότε... Το 1828, η πανώλης έφθασε στην Πελοπόννησο. Τα μέτρα που αναγκάστηκε να πάρει ο Καποδίστριας (ο οποίος ήταν και γιατρός) ήταν ιδιαίτερα αυστηρά. Και όμως τα επέβαλε, παρά το σημαντικό πολιτικό κόστος για τον ίδιο. Έκλεισαν εκκλησίες, απαγορεύτηκαν οι συναθροίσεις. Ακόμη κι αυτός ο γάμος του γιου του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη με την αδελφή τού Κ. Τζαβέλλα απαγορεύτηκε. Δεν θα μπορούσε να γίνει πριν να τελειώσει ο λοιμός.
Θύμα της πανούκλας στην Κρήτη έπεσε και ο Στέφανος Κανέλος (Κωνσταντινούπολη 1792 – 1823 Κρήτη). Γιατρός, ποιητής και συγγραφέας πολλών επιστημονικών και φιλολογικών εργασιών, ο Κανέλος διετέλεσε συνεργάτης του «Ερμή του Λόγιου» και μέλος της «Φιλικής Εταιρείας». Ασχολήθηκε με την εξάσκηση της ιατρικής, τη διδασκαλία, ενώ συμμετείχε και στην Ελληνική Επανάσταση σε οργανωτικό, πολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο. Αφού συμμετείχε στην αποτυχημένη προσπάθεια του Αλ. Υψηλάντη στη Μολδοβλαχία ως απεσταλμένος του στη Γερμανική και τη Ρωσική Αυλή υπέρ του ελληνικού Αγώνα, το 1821 – 1822 περιοδεύει σε διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις, για να «διεγείρει» το φιλελληνισμό, μεταξύ των οποίων η Δρέσδη, το Μόναχο, η Χαϊδελβέργη και το Παρίσι. Από τον Ιούνη του 1822 γυρίζει στην Ελλάδα και φέρεται να συμμετάσχει στις πολεμικές επιχειρήσεις στην Πελοπόννησο με την ιδιότητα του γιατρού, ενώ λίγο αργότερα παίρνει μέρος στην 2η Εθνοσυνέλευση, στο Άστρος. Εκεί, τον Απρίλη του 1823, μαζί με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και τον γιατρό Γεώργιο Γλαράκη θα διατελέσει μέλος επιτροπής που σκοπό είχε την επεξεργασία του Καταστατικού Νόμου του Κράτους.
Ένα μήνα αργότερα, λοιπόν, το Μάιο του 1823 ενώ βρισκόταν στην Ύδρα, όπου είχε με δικές του πρωτοβουλίες ιδρυθεί τυπογραφείο απ’ τους Τομπάζηδες, ο Κανέλος θα προσληφθεί, έπειτα από συστατική επιστολή του Κοραή, από τον αρμοστή της Κρήτης Μανώλη Τομπάζη. Έχοντας αναλάβει καθήκοντα συμβούλου θα ακολουθήσει τον τελευταίο στο νησί, όπου πρόκειται να συντάξει ένα είδος τοπικού συντάγματος, με τίτλο «Οργανισμοί της Κρήτης». Παράλληλα προσφέρει τις υπηρεσίες του ως γιατρός ενάντια στην επιδημία της πανούκλας που είχε πλήξει την περιοχή. Θα πεθάνει στη Κρήτη – έχοντας προσβληθεί από τη νόσο – τον Ιούλιο του 1823, σε ηλικία μόλις 31 ετών!
Κατόπιν των παραπάνω, πρέπει να αναφερθεί και το ότι δύο χρόνια νωρίτερα, με το ξεκίνημα του 1826 δηλαδή, για τη σύσταση των «Υγειονομείων» προς αντιμετώπιση των διαφόρων επιδημιών και ασθενειών, θεσπίζεται ο Νόμος 52, της 25 Ιανουαρίου 1826: «Επειδή έν των αναγκαιοτάτων είναι η σύστασις των υγειονομείων, δια την κάθαρσιν των εισερχομένων εις τους λιμένας της Ελλάδος από τους υποκειμένους εις λοιμικάς ασθενείας και επειδή η σύστασις αυτών απαιτεί την διατήρησιν της ευταξίας. Το Βουλευτικόν θεσπίζει, Α΄. Να συστηθώσιν υγειονομεία εις όλα τας παραλίους πόλεις της Ελλάδος…».
Κατά τη διάρκεια της Επαναστάσεως, όμως, δεν υπήρχε σταθερό νοσοκομείο, ούτε σχέδιο δημιουργίας του. Το Εκτελεστικό συζητούσε, σε συνεργασία με το Βουλευτικό, τη δημιουργία νοσοκομείων σε όλη την Επικράτεια.  Έπρεπε, λοιπόν, να εκδοθεί ένας τόμος, που να ρυθμίζει τα της λειτουργίας των νοσοκομείων. Το Βουλευτικό, κατά τη συνεδρίαση της 19ης Σεπτεμβρίου 1825, συμφώνησε σε αυτό.
Στις 22 Σεπτεμβρίου 1825, στη Συνεδρία 241 του Βουλευτικού Σώματος, με τον υπ' αρ. ΜΘ' δε του Κώδικος των Νόμων της 5ης Οκτωβρίου 1825 θέσπισε το Νόμο περί των Νοσοκομείων. Τα Νοσοκομεία αρχίζουν να λειτουργούν με βάση το νέο Νόμο. Υπάρχει, όμως, κάποια απροθυμία των υπόχρεων να πληρώσουν ή δεν γίνονταν οι προβλεπόμενες κρατήσεις, για να εξευρεθούν πόροι υπέρ των νοσοκομείων.
Σύμφωνα με τον ίδιο Νόμο λειτούργησε από τα πρώτα και το νοσοκομείο της Σύρου. Τούτο, αρχικά, δημιουργήθηκε από συνεισφορές των κατοίκων του νησιού, όταν όμως δημοσιεύθηκε ο περί νοσοκομείων Νόμος οι επίτροποί του, όπως θα ιδούμε παρακάτω, ενήργησαν για να εφαρμοσθεί και στο νοσοκομείο τους.
Αξίζει να αναφερθούν λίγα λόγια για το Νοσοκομείο της Ερμουπόλεως, όπως αυτά περιγράφονται από τον Ιωάννη Βούρο. Διαβάζοντας, λοιπόν,  όσα γράφει, μετά το πέρας της Επανάστασης, ο Βούρος, μαθαίνουμε ότι πρόσφυγες της Χίου, των Κυδωνιών, της Σμύρνης και της Κωνσταντινουπόλεως – εξαιτίας  της τουρκικής θηριωδίας, που τους στέρησε τις πατρίδες και το βιος τους, και για εξεύρεση των προς το ζην – συνέρρευσαν στη Σύρο, όπου και ίδρυσαν την Ερμούπολη. Εκεί, κατά το 1823 ενοικίασαν 2 οικίσκους στο άκρο της πόλεως, όπου περιέθαλπαν μέχρι το 1825 τους αρρώστους, αφού έκαναν κάθε Σάββατο έρανο και φωνάζοντας γιατρούς για να δουν τους ασθενείς. Το 1825, όμως, οικοδομήθηκε στην Ερμούπολη, με συνεισφορές των ντόπιων, το πρώτο νοσοκομείο της ανεξάρτητης Ελλάδας και δέχτηκε τους πρώτους ασθενείς το ξεκίνημα του 1826. 
Νωρίτερα, την 27ην Οκτωβρίου 1825, οι επίτροποι του νοσοκομείου της Σύρου υπέβαλαν στο Εκτελεστικό αναφορά στην οποία ζητούν να τους καθορισθεί, βάσει της σχετικής νομοθεσίας, σταθερή πρόσοδος για τη λειτουργία του νοσοκομείου τους. Το Βουλευτικό στη συνεδρία του της 18ης Νοεμβρίου 1825 αποφάσισε για το νοσοκομείο της Σύρου να δίδεται σταθερή επιχορήγηση όπως και στο Νοσοκομείο του Ναυπλίου.
«..πόρος σταθερός διωρίσθη και εις εκείνο το μέρος ως εις το Ναύπλιον...».
Με το υπ' αριθ. 1065, λοιπόν, προβούλευμά του το Βουλευτικό διατάζει την εφαρμογή και στη Σύρο του Νόμου περί των πόρων του εκεί νοσοκομείου. Μετά από αυτό το προβούλευμα του Βουλευτικού, το Εκτελεστικό στις 23/11/1825 εξέδωσε διαταγή εφαρμογής και στη Σύρο του Νόμου περί Νοσοκομείων. 
Ας αφήσουμε, όμως, το Αιγαίο και ας πεταχτούμε στη Ρούμελη, που είναι από τα σημαντικότερα, σ’ όλη την πολυετή διάρκεια της Επανάστασης, θέατρα των ελληνοτουρκικών πολεμικών επιχειρήσεων. Η πολιορκία του Μεσολογγίου από τους Τούρκους τόσο κατά το 1822, όσο κυρίως κατά το 1825 – 1826 βρήκε, ιδίως στη δεύτερη περίπτωση, την πόλη περισσότερο οργανωμένη από νοσηλευτικής πλευράς. Σε τούτο είχε συντελέσει η άφιξη τόσο του Λόρδου Βύρωνα, όσο και του Άγγλου συνταγματάρχη L. Stanhope, οι οποίοι συνοδεύονταν τόσο από γιατρούς, όσο και από τα αναγκαία ιατρικά είδη. 
Για την δημιουργία του νοσοκομείου και τυπογραφείου στο Μεσολόγγι, το Φιλελληνικό κομιτάτο του Λονδίνου ενέκρινε την δαπάνη 100 λιρών, όπως αυτό προκύπτει από απόφαση της 7ης Φεβρουαρίου 1824. Μεταξύ των γιατρών που βρισκότανε στο Μεσολόγγι ήταν και ο Ολλανδός Julius Millingen, ο οποίος στα απομνημονεύματά του γράφει: «...Όταν επροτάθηκε στο Μαυροκορδάτο τους άρχοντες, και τους καπεταναίους του Μεσολογγίου η δημιουργία ενός νοσοκομείου, όλοι ομόφωνα συμφώνησαν λέγοντας, ότι τίποτε άλλο δεν ήταν πιο απαραίτητο από αυτό και ότι θα έχει πολλά πλεονεκτήματα, χωρίς να κοστίζει πολλά στους κατοίκους του.
Σε κανένα άλλο μέρος της Ελλάδος δεν υπήρχε τόσο μεγάλη ανάγκη για ένα παρόμοιο ίδρυμα, η έλλειψη του οποίου εδώ ήταν αισθητή. Κατά τη διάρκεια κάθε επιθέσεως, όταν τα τείχη της παρέχουν καταφύγιο στα αδύνατα μέρη του πληθυσμού της Δυτικής Ελλάδος, η συνάθροιση τόσο πολλών ατόμων, ο μολυσμένος αέρας και οι μεγάλες στερήσεις, σταθερά προκαλούν ένα πλήθος ενοχλημάτων, ειδικώς στους ορεσίβιους, οι οποίοι είτε λιώνουν, είτε καταστρέφονται, απαιτούντες ιατρική φροντίδα.
Ακούγοντας ότι το Φιλελληνικό Κομιτάτο του Λονδίνου και η Εταιρεία των Φίλων είχαν στείλει με δαπάνες τους φάρμακα, εργαλεία και υγειονομικά, οι Έλληνες εξέφρασαν τη χαρά τους με τους πιο θερμούς τρόπους. Δεσμευμένος προς στιγμήν να παρέχω κάθε ελπίδα για να πείσω τους Έλληνες για να συμβάλουν στην δημιουργία ενός Νοσοκομείου, αλλά επειγόμενος να αρχίσω αμέσως τα ιατρικά μου καθήκοντα, υπενθύμισα στο Συνταγματάρχη Stanhope, ότι τώρα τίποτα δεν μπορούσε να γίνει για την ανακούφιση των φτωχών ασθενών και στρατιωτών, παρά να ιδρυθεί ένα αναρρωτήριο σε ένα Τάγμα, όμοιο με αυτά της Αγγλίας. Οι κάτοικοι του Μεσολογγίου γρήγορα άρχισαν να επωφελούνται από τα πλεονεκτήματα, τα οποία παρείχε το ιατρείο. Αυτό είναι αυταπόδεικτο, ώστε θα ήταν περιττό να μπω σε λεπτομέρειες, μολονότι ίσως θα έπρεπε...».
Τα νοσοκομεία λειτουργούσαν χωρίς όμως να εισπράττουν τα δικαιώματά τους και αναπόφευκτα σωριάζονταν τα οικονομικά τους προβλήματα. Μας ενδιαφέρει στο παρόν σημείο ό,τι έγινε στο νοσοκομείο του Ναυπλίου, εφόσον αυτό ήταν το μόνο που λειτούργησε σε όλη τη διάρκεια της Επαναστάσεως έχοντας επικεφαλής έναν επιστάτη, που ήταν υπεύθυνος για τη σωστή λειτουργία του, την ευταξία και διακίνηση των αρρώστων.
Για την έξοδο από το οικονομικό αδιέξοδο του νοσοκομείου τούτου το Εκτελεστικό κυκλοφόρησε στις 24 Αυγούστου και στις 29 Νοεμβρίου 1825 διαταγές προς το υπουργείο οικονομίας, για την απρόσκοπτη εκτέλεση του Νόμου σχετικά με τα έσοδα του νοσοκομείου, επειδή δεν γινόταν η είσπραξη όλων των δικαιωμάτων του. 
Η φωτογραφία που συνοδεύει το άρθρο ελήφθη από την ιστοσελίδα, http://vatopaidi.wordpress.com/tag/%CE%B5%CF%80%CE%B1%CE%BD%CE%AC%CF%83%CF%84%CE%B1%CF%83%CE%B7-1821/  και χρήσιμες πηγές για το παρόν άρθρο στάθηκαν, μεταξύ άλλων,  η Ιστορία του Ελληνικού Εθνους της Εκδοτικής Αθηνών, τα Γενικά Αρχεία του Κράτους, η Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας του Γ. Κορδάτου κ.α..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου