Δευτέρα 12 Φεβρουαρίου 2018

Β.1. Ορθοδοξία vs Ρωμαιοκαθολικοί, Βυζάντιο vs Δύση (μέρος Ι)!



Επανερχόμαστε σήμερα (12.02.2018) μετά από 6 χρόνια στο αγαπημένο μας blog ΦΥΣΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ, από τις στήλες του οποίου θα έχουμε την ευκαιρία να προσφέρουμε σε κάθε φιλομαθή και φιλίστορα με λίγα λόγια ιστορικά γεγονότα που "σημάδεψαν" την ελληνικά και την παγκόσμια Ιστορία, άλλα λιγότερο και άλλα περισσότερο.
Πολλά έχουν γραφεί και ειπωθεί για όσα χωρίζουν και ξεχωρίζουν τα δύο κύρια «σκέλη» της Χριστιανικής Εκκλησίας, την Ορθόδοξη Ανατολή με κοιτίδα την Κωνσταντινούπολη από την Καθολική Δύση με κέντρο τη Ρώμη.
Πώς φτάσαμε, όμως, στα σχίσματα του 867 μ.Χ. και του 1054 μ.Χ. σίγουρα τα αίτια δεν πρέπει να αναζητηθούν μονάχα σε θεολογικές αποκλίσεις και δογματικές διαφορές της Ανατολής από τη Δύση. Το προτιμότερο, λοιπόν, θα ήταν να ψάξουμε και στο πολιτικό επίπεδο των σχέσεων της Ευρώπης με το Βυζάντιο, τόσο τον 9ο αιώνα του πρώτου σχίσματος, όσο και τον 11ο, που έχουμε το δεύτερο και οριστικό σχίσμα μεταξύ των πατριαρχείων Ρώμης και Κωνσταντινούπολης και των κόσμων που αντιπροσωπεύουν.
Από το 330 έως το 641 μ.Χ.
Πρώτ’ απ’ όλα, ας θυμηθούμε ότι ο Κωνσταντίνος ο Μέγας, το 330 μ.Χ., μεταφέρει την πρωτεύουσα της ενιαίας και αχανούς Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στην Κωνσταντινούπολη, που είναι το αρχαιοελληνικό Βυζάντιο, εγκαταλείποντας την παρακμασμένη πια Ρώμη. Με το διοικητικό και πολιτικό κέντρο στην Κωνσταντινούπολη, η Ανατολή και μετά τις δύο πρώτες οικουμενικές συνόδους (325 και 381 μ.Χ. σε Νίκαια της Βιθυνίας και Κωνσταντινούπολη, αντίστοιχα) παίρνει το «προβάδισμα», το οποίο φαίνεται ξεκάθαρα και από τη «διαθήκη» του αυτοκράτορα των τελών του 4ου αιώνα, Θεοδοσίου του Α’, που, πεθαίνοντας (395 μ.Χ.), «μοιράζει» το κράτος στα παιδιά του, στον Ονώριο δίνει τη Δύση και στον Αρκάδιο την Ανατολή. Έχει, αναμφίβολα, τη σημασία του το γεγονός ότι ο Αρκάδιος είναι εφτά χρόνια μεγαλύτερος στην ηλικία από τον αδελφό του και 18 ετών, όταν αναλαμβάνει την εξουσία τη χρονιά του θανάτου του πατέρα του.
Επί Αρκαδίου, αφού τους πρωτοχριστιανικούς αιώνες είχαμε και διάφορες αιρέσεις σ’ όλη την αυτοκρατορία, ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, γνωστός Ορθόδοξος θεολόγος, διώκεται από την Αυλή της Κωνσταντινούπολης. Εκφράζοντας, ίσως, τη δυσαρέσκειά του   ο Πάπας της Ρώμης Ιννοκέντιος Α´ διέκοψε τις σχέσεις με τα Πατριαρχεία της Ανατολής (404 – 407).
Τα κατοπινά χρόνια, είχαμε βαθμιαία τη μετανάστευση των διαφόρων γερμανικών φύλων στην Ιταλία και σ’ όλη τη Δυτική Ευρώπη. Η Ρώμη έμεινε ανυπεράσπιστη και αβοήθητη από την Κωνσταντινούπολη και αυτό δεν της το συγχώρεσε ποτέ. Ίσως, μάλιστα, οι πάπες της Ρώμης να βρήκαν ευκαιρία, κατά τον 5ο και 6ο αιώνα, που η Κωνσταντινούπολη ήταν απασχολημένη και με τους προ των τειχών της επιδρομείς (βλ. Ούνοι κ.α.) ή τους πολέμους προς τα Ανατολικά σύνορά της, να «προσηλυτίσουν» στο δικής τους εκδοχής χριστιανισμό τους βάρβαρους εισβολείς, ώστε, διά της θρησκευτικής ή ηθικής επιρροής, να τους ελέγχουν και πολιτικά και – πιθανότατα – να τους στρέφουν και εναντίον του Βυζαντίου.
Κατά τον 4ο και τον 5ο αιώνα, συχνά επίσκοποι της Εκκλησίας της Ελλάδας, μολονότι ανήκαν στην εκκλησιαστική δικαιοδοσία της Ρώμης, μετέβαιναν στην Κωνσταντινούπολη και ζητούσαν τη λύση πολλών ζητημάτων από τον εκεί Πατριάρχη, γεγονός που προκαλούσε τις διαμαρτυρίες των παπών της Ρώμης. Στο τέλος του 5ου και στις αρχές του 6ου αιώνα, βεβαίως, πρέπει να σταθούμε και στο Ακακιανό σχίσμα, που οφείλεται στην αντιμετώπιση της αίρεσης των μονοφυσιτών από τους αυτοκράτορες του Βυζαντίου. Όλα ξεκινούν το 475 μ.Χ. , οπότε ανακατέλαβε, μετά από αποτυχημένο εις βάρος του πραξικόπημα, την αυτοκρατορική εξουσία στο Βυζάντιο ο Ζήνων, που, τελικά, κυβέρνησε μέχρι το 491 μ.Χ..
Αποτέλεσμα εικόνας για ZENO EMPEROR COINS

Ο Ζήνωνας, λοιπόν, για να καταλαγιάσει κάπως την αντίθεση των μονοφυσιτών με τους ορθόδοξους, εξέδωσε με τη σύμπραξη και του Πατριάρχη Κωνσταντινούπολης Ακακίου το 481 το «Ενωτικό» καταδικάζοντας το Νεστόριο, αναγνωρίζοντας μόνο τις τρεις πρώτες οικουμενικές συνόδους και αφήνοντας άθικτο το ζήτημα των δύο φύσεων του Χριστού. Κατά τον Ιούλιο του 484, διακόπηκαν εντελώς οι σχέσεις Ρώμης και Κωνσταντινουπόλεως, διότι ο Φήλιξ Ρώμης (483 – 492 μ.Χ.) αναθεμάτισε τον Ακάκιο, ο οποίος ακολούθως διέγραψε το όνομα του πρώτου από τα δίπτυχα.
Δεν πρέπει, όμως, να ξεχάσουμε και τη σημασία που ίσως αποχτά ως παράγοντας επιρροής της παπικής στάσης των τελών του 5ου αιώνα και η κατάληψη της Ρώμης (476 μ.Χ.) από τον Οδόακρο, που ήταν αρχηγός Γερμανών μισθοφόρων και ανατρέποντας τον ανήλικο αυτοκράτορα, Ρωμύλο Αυγουστύλο, από το θρόνο της Ρώμης έθεσε τέρμα στη μακραίωνη αφενός ιστορία της Ρώμης ως κοιτίδας της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και, αφετέρου, ανάγκασε τους αυτοκράτορες της Κωνσταντινούπολης, αφού η Δύση, σιγά – σιγά, και της Ιταλικής χερσονήσου συμπεριλαμβανομένης, πέρασε στα χέρια διαφόρων γερμανικών ή άλλων βόρειας προέλευσης βαρβαρικών μέχρι τότε φύλων, να στραφούν στην Ανατολή.
Ο διάδοχος του Ζήνωνος, Αναστάσιος ο Α’ ο Δίκορος (βασίλεψε 491 – 518 μ.Χ.), υπερασπιστής φανερός των μονοφυσιτών, ήγειρε αντιδράσεις όχι μόνον του ορθοδόξου βυζαντινού λαού, αλλά και του Πάπα της Ρώμης. Όταν το 527 μ.Χ. αναρριχήθηκε στο θρόνο της Κωνσταντινούπολης ο Ιουστινιανός ο Μέγας (έως το 565 μ.Χ.), προσπάθησε να αποκαταστήσει τις σχέσεις με τον Πάπα, εφόσον, κατά τη γνώμη μου, όπως αποδείχτηκε και με τις πολεμικές επιχειρήσεις του Ναρσή και του Βελισαρίου στην Ιταλία στο α’ μισό του 6ου αιώνα, ήθελε να έχει τον πλήρη έλεγχο στην Ιταλική χερσόνησο  και βαθμιαία στη Δύση (θρησκευτικό – πολιτικό – στρατιωτικό).
Όταν ο  Ιουστινιανός ο Μέγας μετατόπισε το κέντρο της διοικήσεως του Ιλλυρικού από τη Θεσσαλονίκη στην ιδιαίτερη πατρίδα του Βεδεριανά ή Ταυρήσιο, κοντά στα Σκόπια, ανάμεσα στις εκκλησιαστικές μεταβολές που συνεπαγόταν η κίνηση του αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης, συγκαταλεγόταν και το ότι ενισχύθηκε τρόπον τινά η εξουσία του Πάπα Ρώμης επί της Εκκλησίας του Ιλλυρικού.  Ως λογικό συνεπακόλουθο, όμως, έχουμε και  μια σειρά προβλημάτων για την Εκκλησία της Ελλάδας, καθώς δεν ήταν δυνατό να επιλύονται τα γενικότερα ζητήματά της από εκκλησιαστική αρχή, η οποία ευρισκόταν πολύ μακριά. Υπήρξαν μάλιστα πολλές περιπτώσεις, κατά τις οποίες διαπράχθηκαν σοβαρά αδικήματα από το παπικό δικαστήριο και περιφρονήθηκαν δίκαιες αποφάσεις των επαρχιακών συνόδων της Εκκλησίας της Ελλάδας. Κύριος στόχος της θρησκευτικής πολιτικής του Ιουστινιανού αποτέλεσε η επιβολή του ορθόδοξου δόγματος σε όλη την αυτοκρατορία. Δυστυχώς για τον Ιουστινιανό, και δε γεφύρωσε το χάσμα ανάμεσα σε ορθοδόξους και μονοφυσίτες και γέννησε μεγαλύτερες αντιθέσεις.
Επί διαδόχων του Ιουστινιανού, ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει και στο ότι ο αυτοκράτορας Ηράκλειος (610 μέχρι 641 μ.Χ.) ασχολήθηκε περισσότερο με τους ιερούς πολέμους κατά των Περσών στην Ανατολή.  Στα χρόνια του Ηρακλείου, βεβαίως, εμφανίζεται και ο μουσουλμανισμός (622 μ.Χ., Μωάμεθ, Εγίρα), που βοηθά τους Άραβες να επεκταθούν στην Αίγυπτο και στα ανατολικά σύνορα της Κωνσταντινούπολης, ενώ ο Πάπας Μαρτίνος το 649 μ.Χ. καταδικάζει τους αλλοτινούς πατριάρχες της Κωνσταντινούπολης, Σέργιο (610 – 638 μ.Χ.) και Πύρρο (638 – 641 μ.Χ.).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου