Β. 51. Η ιστορία των Ρομ
Σίντι ή Ρομ ή Πλανόβιοι Τσιγγάνοι; H μακρινή
ιστορική διαδρομή των Τσιγγάνων, παρ’ όλες τις μέχρι τώρα έρευνες ιστορικών –
κοινωνιολόγων και γλωσσολόγων, μένει ακόμα ανεξιχνίαστο «μυστήριο». Έχει, όμως,
αποδειχθεί, κυρίως από τη γλωσσολογική μελέτη, ότι όλοι οι τσιγγάνικοι κλάδοι
προέρχονται από τη ΒΔ Ινδία. Θεωρείται μάλιστα ότι και η ονομασία Ρομ
προέρχεται από το σανσκριτικό Domb-as, που δήλωνε εξωκαστικές ομάδες «του
δρόμου» (αντίστοιχο αγγλικό tramps), που ενασχολούνταν με τα γνωστά πλανόδια
επαγγέλματα των Τσιγγάνων.
Η ονομασία Sinti του κεντροευρωπαϊκού κλάδου των
Τσιγγάνων, ανάγει στο sindh -Ινδός ποταμός και επαρχία του Πακιστάν (ρίζα, sidh
- sjand = ρέω, τρέχω, κινούμαι). Επίσης στους Σίντες του Κάτω Δούναβη και της
Θράκης. Το Τσιγγάνος επίσης ενδεχομένως συγγενεύει με το αρχαίο Σιγύνης
(αρχαίος θρακικός λαός, εξ ου «τσιγγούνης»). Στην Κεϋλάνη (Σρι Λάνκα) hing-ana
(τσιγγάνος) σημαίνει απλά «ζητιάνος», όπως και το ουγγρικό szegeny (φτωχός). Oι
αντίστοιχοι «τσιγγάνοι» της Σρι Λάνκα
που προέρχονται από το sindh ονομάζονται Ahikundeka («γόητες φιδιών»).
Οι τσιγγάνοι έφθασαν στην Ευρώπη πριν από 900-1.100
χρόνια μέσω της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και ως τον 15ο αιώνα είχαν περάσει από τα Βαλκάνια στις
δυτικοευρωπαϊκές χώρες. Ακολούθησαν τρία μεγάλα μεταναστευτικά κύματα τα οποία
διαμόρφωσαν τη σημερινή κατανομή τους στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Το πρώτο
συντελέστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα, μετά την κατάργηση της δουλείας των
τσιγγάνων στη Ρουμανία, το δεύτερο προήλθε από τη Γιουγκοσλαβία στις δεκαετίες
του 1960 και του 1970 και το τρίτο σημειώθηκε τη δεκαετία του 1990, μετά τις
αλλαγές στις πρώην κομμουνιστικές χώρες. Το Ερευνητικό Κέντρο Υγιεινής της
Φυλής και Βιολογίας των Πληθυσμών που ιδρύθηκε το 1936 πρόσφερε την
«επιστημονική βάση» για την «τελική λύση» και την εξόντωση εκατομμυρίων εβραίων
και τσιγγάνων στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως.
Ο πολιτισμός Romani δεν είναι παντού ο ίδιος,
συνδέεται, ανά φυλή και περιοχή, με πολλές παραδόσεις και συνήθειες, καθώς η
κάθε φυλή έχει τις ξεχωριστές πεποιθήσεις και δικούς της νόμους.
Θα ήταν αυθαιρεσία να γενικεύσει κανείς
συγκεκριμένους κανόνες που ισχύουν σε μια μεμονωμένη φυλή. Παρά την πολιτισμική
αυτή πολυμορφία, μπορούμε να διακρίνουμε αρκετές κοινές αξίες σε όλους τους
Ρομά ή Ρομ: Πίστη στην οικογένεια ( γενιά) , πίστη
στην ύπαρξη Θεού και διαβόλου , αφοσίωση σε πρότυπα και κανόνες, που
ποικίλλουν από φυλή σε φυλή και προσαρμοστικότητα στους μεταβαλλόμενους όρους
διαβίωσης και επιβίωσης.
Υπάρχει σημαντική διαφοροποίηση των αντιλήψεων των
φυλών Ρομά ή Ρομ σχετικά με το “ποιος είναι και ποιος δεν είναι γνήσιος Ρομ” (gajikane
= μη-Ρομ, ξένος) .
Αυτός που μπορεί να γίνει αποδεκτός ως «γνήσιος
Ρομ» από τη μια ομάδα, μπορεί να είναι gadje (μη αποδεκτός , ξένος) σε
άλλη. Δεν υπάρχει κάποια φυλή που μπορεί να θεωρηθεί, «καθαρόαιμη» Ρομ, εφόσον
η πολύχρονη επικοινωνία τους και η συνύπαρξή τους με πάρα πολλά και διαφορετικά
μεταξύ τους έθνη τούς έχει σπρώξει και σε επιμειξίες.
Οι Ρoμ, μόλις πρωτοπάτησαν το
πόδι τους στην Ευρώπη, ήλθαν σε επαφή με την Ελληνική γλώσσα που κυριαρχούσε
τότε . Συνέπεια αυτού είναι ότι πάρα πολλά στοιχεία της Ελληνικής ενσωματώθηκαν
στις διαλέκτους των Ρομ . Στην Ελλάδα, κατά το παρελθόν, ασχολήθηκαν με τη
σιδηρουργία ως επί το πλείστον . Ακόμη και τώρα, οι Έλληνες αποκαλούν «γύφτους»
τους σιδεράδες. Θυμίζω πως τη νεοελληνική λογοτεχνία ξεχωριστή θέση έχει το
έργο του Κωστή Παλαμά, «Δωδεκάλογος του Γύφτου». Στο πέρασμα των χρόνων, έχουν
ξεφύγει από τα στενά «όρια» του «πολιτισμού» τους και έχουν γίνει διάσημοι και
στο χώρο της μουσικής αρκετοί Έλληνες Ρομ. Οι «τσιγγάνοι» αναδείχτηκαν συχνά
ιδανικοί εκτελεστές Δημοτικών ή Λαϊκών τραγουδιών. Τα όργανα στα οποία
αναδεικνύονται είναι κυρίως το κλαρίνο και τα κρουστά. Σε πολλές παραδοσιακές
γιορτές και τοπικά πανηγύρια μετέχουν ενεργά ως οργανοπαίχτες. Ενδεικτικά, αναφέρουμε
τα παραδείγματα του Τυρνάβου (Μπουρανί) , της Κατερίνης (Περπερίτσα),
Βαρθολομιού (Μπούλες).
Στην Ελλάδα, σήμερα ζούνε 250.000 περίπου μολονότι οι
ίδιοι οι Τσιγγάνοι ανεβάζουν τον αριθμό σε 500-600.000 άτομα, οι περισσότεροι
από τους οποίους είναι εγκατεστημένοι και σχετικά ενταγμένοι στον κοινωνικό
ιστό, δηλαδή έχουν δουλειά και έχουν συμμετοχή τουλάχιστον στην πρωτοβάθμια
εκπαίδευση (χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η συνοικία της Αγίας Βαρβάρας
των Αθηνών). Οι έλληνες Ρομά έχουν 114 σωματεία πανελλήνια (Συνομοσπονδία
Ελλάδος) με 300 χιλιάδες εγγεγραμμένα μέλη, ενώ το 2006 συγκρότησαν και πολιτικό
κόμμα με τον τίτλο «ΑΣΠΙΔΑ-Ρομ» (Ανεξάρτητη Συσπείρωση Πολιτών Ιδιαίτερου
Αυτοπροσδιορισμού ΡΟΜ)
Περίπου 100.000 έως 120.000 τσιγγάνοι στη χώρα μας είναι
σκηνίτες και ζουν, ανά την Ελλάδα, διασκορπισμένοι σε 70 περίπου καταυλισμούς:
Αλάν Κόγιου της Κομοτηνής, Ασπρόπυργος, Χωματερή των Λιοσίων, Μενίδι, Ζεφύρι,
Χαλάνδρι, Νέα Αλικαρνασσός Κρήτης, Ριγανόκαμπος Πάτρας, Τρίπολη, Νέα Κίος,
Καλαμάτα, Καρδίτσα, Σοφάδες, Ρόδος, Κέρκυρα, Κεφαλλονιά, Νέα Ιωνία Βόλου,
Σέρρες, Δράμα, Διδυμότειχο, Παραλίμνη Ιωαννίνων, Πρέβεζα, Άρτα και αλλού.
Στη σημερινή Ευρώπη, ο πληθυσμός τους υπολογίζεται
περίπου στα 12 εκατομμύρια. Οι περισσότεροι ζουν στις ακόλουθες χώρες (στοιχεία
του 2006): Αλβανία, μεταξύ 100 και 150 χιλιάδες, Ρουμανία, μεταξύ 1.2 και 1.5
εκατομμύρια, Ουγγαρία, μεταξύ 600 και 800 χιλιάδες, Βουλγαρία, περίπου 750
χιλιάδες, Σερβία και Μαυροβούνιο, περίπου 450 χιλιάδες, Ισπανία, μεταξύ 600 και
800 χιλιάδες, Σλοβακία, μεταξύ 350 και 520 χιλιάδες, Σκόπια, 240 χιλιάδες,
Τσεχία, μεταξύ 150 και 300 χιλιάδες, Γαλλία, 310 χιλιάδες και Τουρκία,
250.000-500.000 άτομα. Σημαντικός, όμως,
σταθμός στην παγκόσμια Ιστορία των Τσιγγάνων είναι ο διωγμός τους από το 1935
με τους Νόμους της Νυρεμβέργης, σύμφωνα με τους οποίους οι Ναζί του Χίτλερ
χαρακτήριζαν τους Τσιγγάνους μαζί με τους Εβραίους επικίνδυνη Fremdrasse (ξένη
φυλή).
Το 1938, ένας στενός συνεργάτης του Χίτλερ, ο Χίμλερ
διατύπωσε την άποψη (κατόπιν εισήγησης του δρ Ρόμπερτ Ρίτερ) ότι οι Τσιγγάνοι
με μεικτό αίμα ήταν πιο επιρρεπείς στην εγκληματικότητα. Άρα(!) η επιμειξία
ήταν επικίνδυνη για την κοινωνία.
Επόμενο βήμα ήταν η στείρωση όλων των Τσιγγάνων ηλικίας 12 χρόνων και
πάνω.
Εκτός από το Νταχάου και το Άουσβιτς, λειτούργησε
και στρατόπεδο ειδικά για Τσιγγάνους στο Μπούγκερλαντ (κοντά στο Μόναχο). Τα
χρόνια μετά το 1940, είχαμε μεταφορά τους και από τις κατακτημένες χώρες στα
στρατόπεδα συγκεντρώσεως, όπου έλαβε χώρα ένα Ολοκαύτωμα εφάμιλλο ίσως και με
το εβραϊκό. Με εξαίρεση τους Βούλγαρους και τους Δανούς, όλες οι άλλες
ευρωπαϊκές χώρες, που βρισκόντουσαν υπό γερμανική κατοχή, συνεργάστηκαν
απολύτως με τους Γερμανούς. Περισσότεροι από 350.000 Τσιγγάνοι, όπως έχει
υποστηριχτεί, μεταφέρθηκαν στα στρατόπεδα (το 1/3 του πληθυσμού των Ρομά).
Επέζησαν ελάχιστοι.
Το παρόν άρθρο είχε πρωτοδημοσιευτεί στην εφημερίδα της Πάτρας, "Εθνικός Κήρυξ" το 2007.