Β. 57. «Αρνητικά» παραδείγματα από το παρελθόν
Στο
παρόν σημείωμα, με τη βοήθεια κάποιων από τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς, θα
προσπαθήσουμε να «απομυθοποιήσουμε» κάποιους από τους πολιτικούς της Αθήνας των κλασικών χρόνων και προβάλλοντας
τα μειονεκτήματά τους να δείξουμε ότι, για να αντλείς από το παρελθόν
παραδείγματα προς μίμηση για το δημόσιο και τον ιδιωτικό μας βίο, πρέπει να το
αντιμετωπίζεις κριτικά και όχι δουλικά.
«Ο
Εργοκλής φαίνεται ολοκάθαρα ότι έχει προδώσει πόλεις και έχει αδικήσει
προξένους και δημοκρατικούς πολίτες και ότι έχει γίνει ζάπλουτος από φτωχός
κατακλέβοντας τη δημόσια περιουσία. Και, βέβαια, πώς πρέπει να συγχωρήσετε
αυτούς, όταν βλέπετε ότι τα πλοία, που αυτοί διοικούσαν, παροπλίζονται από
έλλειψη χρημάτων και από πολλά γίνονται λίγα, ενώ οι ίδιοι τους, που είχαν εκπλεύσει
φτωχοί και ρακένδυτοι, έχουν αποκτήσει τεράστια περιουσία σε ελάχιστο χρονικό
διάστημα;» (Λυσίας)
«Ασφαλώς, ο Ανδοκίδης δεν είναι άγνωστος ούτε στους εντός
ούτε στους εκτός της χώρας για την ασέβειά του. Γιατί, είναι κανόνας να
γίνονται γνωστοί στο ευρύ κοινό αυτοί που διαπράττουν υπερβολικά κακές ή καλές
πράξεις. Ακόμη, αυτός έχει ενοχλήσει πολλές πόλεις κατά την αποδημία του (από
την Αθήνα) στη Σικελία, Ιταλία, Πελοπόννησο, Θεσσαλία, Ελλήσποντο, Κύπρο»
(Λυσίας)
«Νομίζω, κύριοι δικαστές, ότι δεν επιθυμείτε να ακούσετε
καμία δικαιολογία από αυτούς που θέλουν να κατηγορήσουν τον Αλκιβιάδη· γιατί,
συμπεριφέρθηκε έτσι ως πολίτης από την πρώτη στιγμή, ώστε και αν ακόμη κανείς
τυχαίνει να μην αδικήθηκε από αυτόν στην ιδιωτική του ζωή, περισσότερο
ταιριάζει από τις άλλες του ασχολίες να τον θεωρεί εχθρό. Γιατί, τα σφάλματά
του δεν είναι μικρά ούτε άξια να συγχωρεθούν ούτε δημιουργούν την ελπίδα ότι θα
διορθωθεί από δω και πέρα, αλλά έτσι έχουν διαπραχθεί και έχουν φτάσει σε
τέτοιο βαθμό κακίας, ώστε για μερικά απ' τα οποία αυτός περηφανεύεται ακόμη και
οι εχθροί του να ντρέπονται» (Λυσίας).
Ο Δημοσθένης βάλλει και βάλλεται από πολιτικούς του αντιπάλους στην Αθήνα του 4ου π.Χ. αιώνα |
«Αυτό όμως, που νομίζω
πως πρέπει να ακούσετε και που θα είναι η απόδειξη της θρασύτητας και της
τόλμης του, θα σας το θυμίσω. Στην Κόρινθο δηλαδή, όταν (ο Σίμωνας) ήρθε καθυστερημένος
μετά τη μάχη προς τους εχθρούς και μετά την εκστρατεία στην Κορώνεια, πιάστηκε
στα χέρια με τον ταξίαρχο Λάχη και τον χτυπούσε και, αν και συμμετείχαν στην
εκστρατεία όλοι οι πολίτες, επειδή φάνηκε ότι είναι πάρα πολύ απείθαρχος και
πανούργος, μόνος αυτός από όλους τους Αθηναίους εξορίστηκε με δημόσια προκήρυξη
από τους στρατηγούς» (Λυσίας).
«Ο
Τίμαρχος, όχι προ πολλού, προχθές ακόμα, μέσα εις την συνέλευσιν επέταξε τα
ρούχα του και παρίστανε τον παγκρατιαστήν ολόγυμνος. Και το κρασί και η διαφθορά
τον είχαν καταντήσει σε τέτοια άθλια και αισχρά χάλια, ώστε οι παριστάμενοι
νοικοκυραίοι εσκέπαζαν το πρόσωπό τους με την άκρη του ενδύματος από ντροπή για
την πόλιν, η οποία χρησιμοποιεί τέτοιους συμβούλους». (Αισχίνης)
«[Ο Δημοσθένης] Από τριήραρχος μας προέκυψε λογογράφος,
αφού κατασπατάλησε με τρόπο καταγέλαστο την πατρική
περιουσία· όταν θεωρήθηκε αναξιόπιστος και σ’ αυτό τον χώρο, επειδή
αποκάλυπτε στους αντιπάλους τα επιχειρήματα των εντολέων του, το έριξε στην
πολιτική· και ενώ έχει κερδίσει πάμπολλα χρήματα από τον τρόπο με τον οποίο
πολιτεύτηκε, ελάχιστα έβαλε στην άκρη. Τούτη τη στιγμή βέβαια το βασιλικό
χρυσάφι
έχει κατακλύσει τις σπατάλες του, όμως ακόμα και αυτό δεν θα
επαρκέσει· γιατί ποτέ, κανένας πλούτος δεν φάνηκε ισχυρότερος από τον
διεφθαρμένο χαρακτήρα. Συνοψίζω: εξασφαλίζει τα προς το ζην όχι από τα δικά του
εισοδήματα αλλά από τους δικούς σας κινδύνους» (Αισχίνης).
«Γιατί,
αν έχει ο Κόνωνας αναθρέψει έτσι τα παιδιά του ώστε να διαπράττουν εγκλήματα
ενώπιόν του, και για αυτά μάλιστα ούτε να φοβούνται ούτε να ντρέπονται, για
μερικά από τα οποία ως τιμωρία προβλέπεται ο θάνατος, τι θα θεωρούσατε εύλογο
να υποστεί; Eγώ, βέβαια, νομίζω ότι αυτά είναι απόδειξη ότι αυτός ούτε τον ίδιο
του τον πατέρα του δεν ντρέπεται· γιατί, αν ο ίδιος τιμούσε και φοβόταν τον
πατέρα του, θα απαιτούσε και τα παιδιά του να φέρονται το ίδιο απέναντί του».
(Δημοσθένης)
«Ο
Μειδίας λοιπόν είχε πρώτα την αναίδεια να προσπαθεί να πείσει τον Στράτωνα να
μεταβάλει την απόφασή του από καταδικαστική σε αθωωτική και τους άρχοντες να
τροποποιήσουν το πρακτικό της δίκης· και τους προσέφερε πενήντα δραχμές· επειδή
όμως αυτοί αγανάκτησαν για την προσφορά και αφού απέτυχε να πείσει και τον ένα
και τους άλλους, αναχώρησε με απειλές και βαρειές ύβρεις· και τι έκαμε; Παρατηρήστε
την κακοήθειά του. Ζήτησε ακύρωση της αποφάσεως της διαιτησίας χωρίς να
ορκισθεί, αλλά άφησε να γίνει τελεσίδικη η απόφαση εναντίον του και
κατηγορήθηκε ότι δεν είχε ορκισθεί· με την επιθυμία να αποκρύψει το σχέδιό του,
περίμενε την τελευταία ημέρα της διαιτησίας στο μήνα Θαργηλιώνα ή Σκιροφοριώνα,
ημέρα κατά την οποία άλλοι από τους διαιτητές παρουσιάσθηκαν και άλλοι
όχι· αφού έπεισε τον άρχοντα ο όποιος
προήδρευε να βάλει το ζήτημα σε ψηφοφορία, παραβαίνοντας όλους τους νόμους,
χωρίς να παρουσιάσει ούτε ένα μάρτυρα, κατηγόρησε τον Στράτωνα ερήμην και
ερήμην μαρτύρων, και πέτυχε να καταδικασθεί σε εξορία και στέρηση των πολιτικών
του δικαιωμάτων». (Δημοσθένης)
«Ας αναλογιστούμε, για όνομα των θεών, τι θα γίνει, αν ο
καθένας μέσα στην πόλη αποκτώντας το θράσος και την αδιαντροπιά του
Αριστογείτονα, και σκεπτόμενος τα ίδια ακριβώς με αυτόν, ότι είναι δυνατόν και
να λέει και να κάνει ό,τι θέλει ο καθένας στη δημοκρατία χωρίς όρια, αν βέβαια
κάνοντας αυτά δεν ενδιαφερθεί για την εντύπωση που θα δώσει, και δεν τον
σκοτώσει κανείς αμέσως για καμιά από τις αδικίες που έχει διαπράξει· αν,
έχοντας αυτά κατά νου, αυτός που δεν έχει οριστεί με κλήρωση ή εκλογή επιδιώκει
να είναι ίσος με αυτόν που έχει οριστεί με κλήρωση ή εκλογή και να συμμετάσχει
στις ίδιες διαδικασίες, και γενικά ούτε νέος ούτε γέρος να ενεργεί όπως
αρμόζει, αλλά αφού ο καθένας καταργήσει κάθε τάξη στη ζωή του, θεωρήσει νόμο,
εξουσία, τα πάντα, τη δική του θέληση· αν λειτουργήσουμε έτσι, μπορεί η πόλη να
διοικηθεί;» (Δημοσθένης)
«Δεν
έφυγον εγκαταλείψαντες την χώραν, καθ' ον τρόπον ο Λεωκράτης, ούτε
ανυπεράσπιστον την εκθρέψασαν αυτούς πατρίδα και τα ιερά αυτών παρέδοσαν.
(Λυκούργος)»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου