58. Όταν ο Κ. Παλαμάς τιμάται
Ο Κωστής Παλαμάς (1859 – 1943) αποτελεί – αναμφίβολα – ηγετική φυσιογνωμία στο χώρο των Ελληνικών Γραμμάτων από τα τέλη του 19ου αιώνα ως και τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Στη συγγραφή μάλιστα αφιέρωσε ολόκληρη τη ζωή του, την οποία πέρασε στην Αθήνα, στην οδό Ασκληπιού 3, όπου βρίσκεται σήμερα το Ίδρυμα Κωστή Παλαμά. Και δέχθηκε για το μεγάλο του λογοτεχνικό έργο πολλές φορές σπουδαίες τιμές, εντός και εκτός Ελλάδας.
Μοναδική μετακίνησή του η μετακόμιση στην οδό Περιάνδρου προς το τέλος της ζωής του. Εκεί, πέθανε στις 27 Φεβρουαρίου του 1943, δεκαοχτώ μέρες μετά από το θάνατο της γυναίκας του. Η κηδεία του στο A’ νεκροταφείο Αθηνών έμεινε στην ιστορία ως ένα είδος παλλαϊκής διαδήλωσης κατά των Γερμανών και Ιταλών κατακτητών.
Το 1889, ο Παλαμάς, σε ηλικία 30 ετών, βραβεύτηκε στο Φιλαδέλφειο ποιητικό διαγωνισμό για τη συλλογή του, «Ύμνος εις την Αθηνάν». Το 1914, του απονέμεται για την προσφορά του το Κρατικό Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών. Στα μέσα της δεκαετίας του 1920, ήταν ένα από τα πρώτα μέλη της Ακαδημίας Αθηνών και το 1930 εκλέχτηκε πρόεδρός της. Το 1933, τιμήθηκε με το γερμανικό λογοτεχνικό βραβείο Goethe και το Οικονόμειο βραβείο της Ελληνικής Κοινότητας Τεργέστης, ενώ εξακολουθεί να γράφει ως τα 1935· τότε, εμφανίζεται και η τελευταία του συλλογή, « Οι νύχτες του Φήμιου».
Ας ιδούμε συγκεντρωμένες τις πρώτες εκδόσεις έργων του:
Ποίηση: Μισολόγγι (1878), Τραγούδια της πατρίδος μου (1886), Ύμνος εις την Αθηνάν (1889), Τα Μάτια της Ψυχής μου (1892), Ίαμβοι και Ανάπαιστοι (1897), Τάφος (1898), Οι Χαιρετισμοί της Ηλιογέννητης (1900), Η Ασάλευτη Ζωή (1904), Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου (1907), Η Φλογέρα του βασιλιά με την Ηρωική τριλογία, πρόλογο και επίλογο (1910), Οι Καημοί της Λιμνοθάλασσας και τα σατιρικά γυμνάσματα (1912), Η Πολιτεία και η Μοναξιά (1912), Βωμοί (1915), Τα παράκαιρα (1919), Τα δεκατετράστιχα (1919), Οι πεντασύλλαβοι - Τα παθητικά κρυφομιλήματα - Οι Λύκοι - Δυο λουλούδια από τα ξένα (1925), Η Δόξα στο Μισολόγγι 1826 - 1926 (1926), Δειλοί και Σκληροί στίχοι (1928), Ο κύκλος των τετράστιχων (1929), Περάσματα και χαιρετισμοί (1931), Ισπανία-Espana (1934), Οι νύχτες του Φήμιου 1931-1932 (1935), Εκλογή από το ποιητικό έργο του Κωστή Παλαμά 1886-1936 (1937), Βραδινή Φωτιά (1944).
Διήγημα: Θάνατος του παλικαριού (1901), Διηγήματα (1920).
Θέατρο: Τρισεύγενη (1903).
Κριτική: Γράμματα (1904), Γράμματα, τόμος Β΄ (1907), Τα πρώτα κριτικά (1913), Αριστοτέλης Βαλαωρίτης 1824-1924. Άρθρα, Γράμματα, Ομιλίες (1924), Πεζοί Δρόμοι Α΄ (1928), Πεζοί Δρόμοι Β΄ (1928), Τα Χρόνια μου και τα Χαρτιά μου. Η Ποιητική μου, Α΄. (1933), Πεζοί Δρόμοι Γ΄(1934), Τα Χρόνια μου και τα Χαρτιά μου, τόμος Β΄ (1940).
Μετάφραση: Βιβλιοθήκη της Διαπλάσεως. Πρόας ο Νικίου υπό Andre Laurie (1898), Emile Verhaeren, Η Ελένη της Σπάρτης (1916), Ξανατονισμένη μουσική (1930).
Για μισόν αιώνα (1886 – 1935), λοιπόν, ο Παλαμάς ήταν ο Γενάρχης της πνευματικής μας ζωής· στο διάστημα αυτό των πενήντα ετών, βαθμιαία, χαράζονται τα χαρακτηριστικά εκείνα στοιχεία που συντέλεσαν στο ν’ αποκτήσει η ποιητική φυσιογνωμία του Παλαμά μία ξεχωριστή θέση στο ελληνικό ποιητικό στερέωμα. Το 1935, λοιπόν, η ΕΣΗΕΑ τίμησε 75 δημοσιογράφους, με αφορμή τη συμπλήρωση 25 χρόνων στο επάγγελμα. Σ’ αυτούς συγκαταλεγόταν και ο Παλαμάς, ο οποίος, ασθενής, δεν παραβρέθηκε, αλλά, στην ευχαριστήρια επιστολή του, με ημερομηνία 19 Αυγούστου 1935, ανέφερε: «Ποιητή βέβαια με κράτησε να λογίζομαι το κυρίαρχο είδος της εργασίας μου, μα ποτέ δεν ξεχώρισα και ποτέ δεν το διέκρινα από την άλλη μου και από την όλη μου... δημοσιογραφική εργασία... Είμαι δημοσιογράφος και δεν το παρατρέχω, ούτε μπορώ να λησμονήσω το γένος μου... Γνωρίζουμε κι από την ιστορία πως οι δεινότεροι που συμβολίζουν τον πνευματικό κόσμο περάσανε συχνά από τη δημοσιογραφία»» (Βλ. εφημερίδα «Καθημερινή», 22 – 02 – 2003, «Κωστής Παλαμάς: Είμαι δημοσιογράφος, δεν λησμονώ το γένος μου»).
Να σημειωθεί, τέλος, και ότι, το 1936, στα πενηντάχρονα της δημιουργίας του, ο βασιλιάς Γεώργιος ο 2ος του απένειμε το Παράσημο του Φοίνικος. Δύο χρόνια, εξάλλου, νωρίτερα, το 1934, η υποψηφιότητά του, αν και δίχως ευόδωση, για το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας είχε προβάλει και την εκτός Ελλάδος αποδοχή και αναγνώρισή του.
Και φυσικά, για να αντιληφθούμε τη σημασία της συμβολής του Παλαμά στα Ελληνικά Γράμματα και της αναγνώρισής της από την ακαδημαϊκή κοινότητα, πρέπει να δώσουμε ξέχωρη σημασία και στο Φλεβάρη του 1943, στην «αντίδραση» των πανεπιστημιακών δασκάλων στο άγγελμα του θανάτου του μεγάλου δημιουργού. Η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Αθηνών εξέδωσε ψήφισμα για το θάνατό του. Ο ίδιος ο πρύτανης, ο Ερρίκος Σκάσσης, μάλιστα, απέστειλε επιστολή προς το γιο του, Λέανδρο Παλαμά, με την οποία εξέφραζε τη λύπη τη δική του και της ακαδημαϊκής κοινότητας. Ας αναφέρουμε ένα ενδεικτικό απόσπασμα εκείνης της επιστολής, της οποίας αντίγραφο σώζεται στο Ιστορικό Αρχείο του Πανεπιστημίου: «Ο θάνατος του σεβαστού πατρός σας Κωστή Παλαμά, συνεκίνησε βαθύτατα, ως ήτο επόμενον και το Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον, ούτινος ο μεταστάς διετέλεσεν επί μακράν σειράν ετών Γενικός Γραμματεύς. Αι πολύτιμοι υπηρεσίαι τας οποίας ο αείμνηστος πατήρ σας προσέφερεν εις το Ανώτατον Εκπαιδευτήριον του Έθνους είναι παγκοίνως γνωσταί και αναγνωρίζονται υπό πάντων».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου