81. Ελέγχοντας την αντικειμενικότητα των πηγών
Τη βραχύβια απόπειρα του 411 π.Χ. για πολιτειακές και κοινωνικές αλλαγές στην Αθήνα και τη δράση των πρωταγωνιστών της σχολιάζουν και περιγράφουν ιστοριογραφικά και ρητορικά κείμενα των σύγχρονων ή των κατοπινών τους χρόνων. Χρήσιμα, όμως, είναι και τα «έμμεσα» σχόλια των διαφόρων κωμωδιογράφων για τα κοινωνικά και πολιτικά ήθη της σύγχρονής τους Αθήνας (τέλη του 5ου και αρχές του 4ου αι. π.Χ.).
Ας επιχειρήσουμε μια κριτική αξιολόγηση των πηγών που έχουμε στη διάθεσή μας και με τις οποίες γνωρίζουμε τι ακριβώς έγινε τότε. Θα μας βοηθήσει περισσότερο να προσλάβουμε και να κατανοήσουμε και πολλά απ’ όσα έγιναν και γιατί δεν έγιναν κάποια άλλα.
Ο κωμωδιογράφος Αριστοφάνης (φωτό) είναι ο ίδιος Ολιγαρχικών φρονημάτων. Στα έργα του, εμφανίζεται «πολέμιος» των Δημοκρατικών δημαγωγών και ειρηνόφιλος φιλόπατρις. Έτσι, σε πολλούς στίχους του, είναι ευδιάκριτο το ότι δεν στρέφεται κατά του λαού, αλλά εναντίον της Δημοκρατίας, η οποία, στην αύξουσα πορεία της, ήταν, μεταβαλλόμενη σε αλαζόνα ιμπεριαλίστρια, διαρκώς σε πόλεμο και, στην φθίνουσα, υποθάλπει λαοπλάνους. Κατόπιν τούτου, είναι απολύτως φυσιολογικό το ότι δεν έχουμε στα χέρια μας κάποια κωμωδία του να στηλιτεύει ή να εμπαίζει την Ολιγαρχική παράταξη, μολονότι οι επικεφαλής και τα μέλη της είχαν δώσει πολλά δείγματα, μετά το 421 π.Χ., δείγματα «αντικοινωνικής» δράσης. Επομένως, για τις «πληροφορίες», που μας παρέχει ο Αριστοφάνης για τους σύγχρονούς του πολιτικούς, πρέπει να είμαστε πάντοτε επιφυλακτικοί και να γυρεύουμε στοιχεία που θα μαρτυρούν εάν οι κωμωδίες του απεικονίζουν την πραγματικότητα όπως ήταν ή εάν αντανακλούν την προσωπική αντιπάθειά του στην αναγνώριση και αποδοχή τους από τους Αθηναίους και προβάλλουν μιαν εικονική πραγματικότητα.
Ο Λυσίας, συγγραφέας δικανικών λόγων κατά παραγγελία, είναι εμφορούμενος από Δημοκρατικές ιδέες, καθώς ο πατέρας του ήταν πολιτικός φίλος του Περικλή. Είναι απολύτως δικαιολογημένος να στρέφεται κατά των Ολιγαρχικών και δεν αφήνει ευκαιρία ανεκμετάλλευτη να μην το πράξει: Η Ολιγαρχική παράταξη, στη δεύτερη απόπειρά της να καταλύσει το Δημοκρατικό πολίτευμα και τους θεσμούς του, στην περίοδο δηλαδή των Τριάντα Τυράννων με το πέρας του Πελοποννησιακού πολέμου, σκότωσε χωρίς δίκη έναν αδελφό του και δήμευσαν το οικογενειακό βιος τους. Έτσι, τα προσωπικά συναισθήματα του Λυσία επηρεάζουν όχι λιγότερο από το ήθος και τη ζωή του εκάστοτε «πελάτη» του το περιεχόμενο των ρητορικών του λόγων που αναφέρονται, άμεσα ή έμμεσα, στην περίοδο των 400.
Ο Πλάτων, ο φιλόσοφος μαθητής του επίσης φιλοσόφου Σωκράτη, στα έργα του στρέφεται κατά όλων ανεξαιρέτως των πολιτικών, γιατί πίστευε ότι η Αθήνα έπασχε από λαοπλάνους και καιροσκόπους και τυχάρπαστους πολιτικάντηδες. Κατηγορούσε τους πολιτικούς της εποχής, γιατί ενώ έπρεπε να νοιαστούν για την κοινωνική δικαιοσύνη, εκείνοι στράφηκαν προς έργα που βελτιώνουν το υλικό μέρος της ζωής και αύξησαν την οικονομική και στρατιωτική δύναμη της Αθήνας. Στο «Γοργία» ο Πλάτων τάσσεται εναντίον του Περικλή, στον «Αλκιβιάδη» εναντίον του Αλκιβιάδη κ.α., ενώ στην 7η επιστολή του στρέφεται ανοιχτά και κατά της Ολιγαρχικής παράταξης, από την οποία προήλθαν οι Τριάντα Τύραννοι, που «ο βίος και η πολιτεία» τους έκαναν τον Πλάτωνα να υποστηρίξει ότι αν και παραπαίον μετά τον Περικλή το Αθηναϊκό Δημοκρατικό πολίτευμα ήταν καλύτερο.
Σ’ ό,τι αφορά τον Ισοκράτη, γράφει ο A. Lesky (βλ. «Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας», σελ. 810), πως «το επιθυμητό πολίτευμα είναι γι’ αυτόν η μετριοπαθής Ολιγαρχία, και μια πολιτική όπως την ήθελαν άνθρωποι σαν τον Κίμωνα, το Θουκυδίδη τον γιο του Μελησία, ή τον Θηραμένη». Αυτή του η ιδεολογία, μπορούμε να δεχτούμε, επηρεάζει, αναμφίβολα, και τον τρόπο που σκέφτεται για το πολιτικό παρόν και μέλλον της Αθήνας και του ίδιου και που κρίνει το παρελθόν τους και όσους πρωταγωνίστησαν σ’ αυτό, Περικλή π.χ. ή δημαγωγούς.
Ερχόμαστε τώρα στους σύγχρονους των γεγονότων ιστοριογράφους Θουκυδίδη και Ξενοφώντα. Είναι και οι δύο Αθηναίοι. Δεν μεροληπτούν υπέρ της πατρίδας τους στην εξιστόρηση των γεγονότων ή στην απόδοση των αιτιών για διάφορα γεγονότα στα χρόνια του πολέμου. Ο μεν Θουκυδίδης είναι πικραμένος από την πατρίδα του γιατί, αφού απέτυχε ως στρατηγός στην Αμφίπολη (424 π.Χ.), αναγκάστηκε από τους δημαγωγούς να αυτοεξοριστεί στη Σκαπτή Ύλη της Θράκης. Οι Ολιγαρχικοί, όμως, ομοϊδεάτες του δεν τον υποστήριξαν τότε. Έτσι, αναπόφευκτα, τηρεί ως προς την περιγραφή όσων έγιναν την αντικειμενικότητα στο μέτρο του ανθρωπίνως δυνατού η οποία τον καταξίωσε στο διάβα των αιώνων, αλλά δεν κρύβει, όμως, και τη συμπάθεια προς δύο συμπατριώτες του πρωταγωνιστές των χρόνων που καλύπτει η «Ιστορία» του, του Δημοκρατικού ενεργού πολιτικού Περικλή, γιατί χωρίς αυτόν δε θα μεγαλουργούσε η Αθήνα, και του Ολιγαρχικού θεωρητικού της πολιτικής Αντιφώντα, επειδή υπήρξε και ο δάσκαλός του και, ίσως, και αυτός που συντέλεσε σημαντικά στην (πρόσκαιρη) άνοδο των Ολιγαρχικών στην εξουσία το 411 π.Χ.. Πάντως, πρέπει να σημειωθεί ότι δεν ξέρουμε ποια στάση θα κρατούσαν οι 400, μια Ολιγαρχικών φρονημάτων Αρχή, απέναντι στο Θουκυδίδη, τον, αν και επίσης Ολιγαρχικό, εγκωμιαστή του πιο φημισμένου Δημοκρατικού ηγέτη Περικλή, εάν μακροημέρευαν στην εξουσία. Ο δε Ξενοφών επηρεάζεται από τη Λακωνοφιλία του, που του στοίχισε και την «εξορία» από την Αθήνα, αλλά δεν φτάνει σε λανθασμένες και σε βάρος της πατρίδας του ή υπέρ των Σπαρτιατών κρίσεις. Καταλήγοντας, λοιπόν, ας αφήσουμε, όμως, τον A. Lesky (βλ. «Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας», σελ. 853) να μας παρουσιάσει μια σημαντική διαφορά της «Ιστορίας» του Θουκυδίδη από τα «Ελληνικά» του Ξενοφώντα: «Εκεί όπου ο Ξενοφώντας απλώνει σειρές από αίτια, παρ’ όλ’ αυτά, απέναντι στην αιτιολογία του Θουκυδίδη, μένει πάντα στην επιφάνεια των πραγμάτων».
Και θα κλείσουμε με τον Πλούταρχο από τη Χαιρώνεια (46 έως 50 – 120 έως 127 μ.Χ.) και το Διόδωρο το Σικελιώτη (πριν το 90 π.Χ. – γύρω στο 30 π.Χ.). Πρόκειται για δύο ιστοριογράφους της όψιμης ελληνικής αρχαιότητας, οι οποίοι βασίστηκαν σε παλαιότερες αυτών πηγές και παραδόσεις και, καθώς απέχουν περί τους 4 – 5 αιώνες απ’ όσα ιστορούν, δεν μπορούν να επαληθέψουν ιδίοις όμμασι όσα τους παραδόθηκαν αφενός και να μείνουν ανεπηρέαστοι αφετέρου από τον τρόπο γραφής και προβολής των γεγονότων, τον οποίο βρήκαν σ’ όσους πριν απ’ αυτούς είχαν γράψει την ιστορία του Πελοποννησιακού πολέμου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου