44. Μετά το φως, αρχίζει να σκοτεινιάζει
Μετά τη λαμπρή για το Βυζάντιο εποχή της Μακεδονικής Δυναστείας από το 867 έως το 1025 μ.Χ., κατά την περίοδο των τελευταίων αυτοκρατόρων του ίδιου οίκου, μετά το θάνατο του Βασιλείου του 2ου , του Βουλγαροκτόνου το 1025 μ.Χ. δηλαδή, παρατηρείται στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία πολύπλευρη σημαντική παρακμή, που αποδίδεται στην ανικανότητά τους, στην εμφάνιση νέων επικίνδυνων εχθρών (Νορμανδών, Σελτζούκων, Πετσενέγκων), στην καθιέρωση μισθοφορικών στρατευμάτων στη θέση των εθνικών και στη διατάραξη της κοινωνικής ισορροπίας.
Ύστερα από τη σύντομη βασιλεία του Κωνσταντίνου του 8ου , μικρότερου αδελφού του Βασιλείου, (βασίλεψε 1025 – 1028), ανέβηκε στο θρόνο η κόρη του, η πορφυρογέννητη Ζωή, που παντρεύτηκε το Ρωμανό τον 3ο , τον Αργυρό (έμεινε στο θρόνο 1028 – 1034).
Ύστερα από τη σύντομη βασιλεία του Κωνσταντίνου του 8ου , μικρότερου αδελφού του Βασιλείου, (βασίλεψε 1025 – 1028), ανέβηκε στο θρόνο η κόρη του, η πορφυρογέννητη Ζωή, που παντρεύτηκε το Ρωμανό τον 3ο , τον Αργυρό (έμεινε στο θρόνο 1028 – 1034).
Μετά την εποχή του Βουλγαροκτόνου και καθώς ολοκληρώθηκε το πρώτο τέταρτο του 11ου αιώνα, το Βυζάντιο περνά σε μια πορεία παρακμής, ως αποτέλεσμα των συγκρούσεων μεταξύ πολιτικών και στρατιωτικών και της διαρκώς αυξανόμενης φορολογικής επιβάρυνσης των επαρχιών, που επιζητούν, κάποιες φορές, και αποσκίρτηση από την Κωνσταντινούπολη, που αδυνατεί να τιθασεύσει την κατάσταση. Τα μετά το 1050, λοιπόν, χρόνια χαρακτηρίζονται, πέρα απ’ τα άλλα, κι από την οριστική διάσταση της Ορθόδοξης Ανατολικής και της Δυτικής Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, στάσεις των Βαλκανικών λαών κατά του Βυζαντινού δυνάστη, κινδύνους στην εξωτερική πολιτική και βαθμιαία «σήψη» του οικονομικού και κοινωνικού συστήματος καθιστούν την εποχή των Κομνηνών και των Αγγέλων μία από τις κρισιμότερες της βυζαντινής ιστορίας. Είναι μια εποχή διείσδυσης των οικονομικών δυνάμεων της Δύσης και άσκησης πιέσεων για την παροχή οικονομικών προνομίων.
Ο Αργυρός, όμως, δολοφονήθηκε, ίσως με τη συνεργία της Ζωής, η οποία παντρεύτηκε τον εραστή της Μιχαήλ τον 4ο, τον Παφλαγόνα (κυβέρνησε 1034 – 1041), που ανακηρύχτηκε αυτοκράτορας. Αυτός ανέκτησε μεγάλο μέρος της Σικελίας και κατέπνιξε με ευκολία την επανάσταση των Βουλγάρων και των Σέρβων.
Τα χρόνια που ακολουθούν σχετίζονται, λίγο έως πολύ, με τους ερωμένους της Ζωής, που πρώτα γίνονται σύζυγοί της και έπειτα αναρριχώνται στο βυζαντινό θρόνο, χωρίς, όμως, να διακρίνονται για τα πολιτικά προσόντα και τις στρατιωτικές δεξιότητές τους, που θα βοηθούσαν την Αυτοκρατορία να αντιμετωπίσει τις εσωτερικές εξεγέρσεις των δυσαρεστημένων και τις ξενικές επιδρομές. Ο Μιχαήλ ο 5ος ο Καλαφάτης (βασίλεψε 1041 – 1042), θετός γιος του προηγούμενου, θέλησε να απομακρύνει τη Ζωή, αλλά εκθρονίστηκε και ανακηρύχτηκαν ως αυτοκράτειρες η Ζωή και η μοναχή αδερφή της Θεοδώρα (1042). Η Ζωή σε ηλικία 62 χρονών έκανε συμβασιλιά τον τρίτο σύζυγό της, τον Κωνσταντίνο τον 9ο το Μονομάχο (έμεινε στην εξουσία 1042 – 1055).
Στη φωτογραφία που συνοδεύει το παρόν άρθρο απεικονίζεται σε ψηφιδωτό της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη ο Κωνσταντίνος ο Μονομάχος, που αναδείχτηκε ο μακροβιότερος στο θρόνο κατά την περίοδο που παρουσιάζουμε, το α' μισό του 11ου αι. μ.Χ. στο Βυζάντιο.
Εκείνη ακριβώς την εποχή, πρωτοεμφανίστηκε στην Ασία νέος εχθρός, ο τουρκικός λαός των Σελτζούκων, ο οποίος και πέτυχε τις πρώτες νίκες εναντίον των Βυζαντινών. Στα χρόνια του αυτοκράτορα αυτού και επί πατριαρχίας του Μιχαήλ Κηρουλαρίου οριστικοποιήθηκε και το σχίσμα των δύο Εκκλησιών (1054). Μετά το θάνατό του, παρέμεινε μονοκράτειρα η Θεοδώρα (1055 – 1056), που λίγο πριν πεθάνει ανακήρυξε αυτοκράτορα το στρατηγό Μιχαήλ τον 6ο , το Στρατιωτικό (1056 – 1057). Αλλά μια στρατιωτική εξέγερση των θεμάτων της Ασίας τον εξανάγκασε σε παραίτηση. Στο θρόνο ανέβηκε ο Ισαάκιος Κομνηνός. Έτσι γράφηκε το τέλος για τη δυναστεία των Μακεδόνων, που είχε αρχίσει δύο αιώνες νωρίτερα με το Βασίλειο τον 1ο, το σφετεριστή του θρόνου του Μιχαήλ του 3ου του Μέθυσου (στα 867).
Το παρόν σημείωμα στηρίχτηκε σε πληροφορίες που αντλήθηκαν, μεταξύ άλλων εγχειριδίων της διεθνούς και της ελληνικής βιβλιογραφίας, από την «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» του Κ. Παπαρρηγόπουλου, το έργο «Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας» του Α.Α. Βασίλιεφ, την «Ακμή και Παρακμή του Βυζαντίου» του Γ. Κορδάτου, την «Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας» του Μ. Λεφτσένκο και από το συλλογικό έργο των Baynes, Norman H. και H. St. L. B. Moss. «Βυζάντιο, εισαγωγή στο Βυζαντινό πολιτισμό».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου