Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2011

 43.  «Ευαγγελι(α)κά» και «Ορεστειακά»



 Οι διαμάχες για το γλωσσικό ζήτημα στην Ελλάδα μεταξύ των οπαδών της δημοτικής και της καθαρεύουσας θα λάβουν μορφή εμφυλίου πολέμου την περίοδο 1901 – 1903 και θα πρωταγωνιστήσουν φοιτητές του πανεπιστημίου Αθηνών. «Στον ενάμιση αιώνα όπου η κατάρα της διγλωσσίας παρήγαγε τις διαδοχικές γενιές των ανελλήνιστων Ελλήνων, οι εκπρόσωποι του πολιτικού συντηρητισμού υποστήριζαν λυσσωδώς την καθαρεύουσα, ενώ οι εκπρόσωποι των προοδευτικών ιδεών τη δημοτική. Η καθαρεύουσα γλώσσα, αποκλειστικά γραπτή, αποτελούσε μία ωχρή ψευδοαπομίμηση της αρχαίας, καθώς επίσης και προέκταση της Μεγάλης Ιδέας, με την οποία οι αιθεροβάμονες λόγιοι πίστευαν ότι θα νεκρανάσταιναν τον «χρυσό αιώνα». Η δημοτική ήταν η προφορική γλώσσα των Νεοελλήνων (με πλήθος τουρκικών και ιταλικών λέξεων, που σήμερα έχουν εκλείψει), διαμορφωμένη στο πέρασμα των αιώνων μέσα από τους αυτόματους γλωσσικούς μηχανισμούς, οι οποίοι ενυπάρχουν σε κάθε ανθρώπινο πλάσμα.
Επειδή με τον καιρό η καθαρεύουσα αμφισβητήθηκε, ενώ η δημοτική κέρδιζε έδαφος, περνώντας από τον προφορικό λόγο και στη γραφίδα, η πολιτική συντήρηση αποφάσισε να την πλήξει επιστρατεύοντας το βαρύ πυροβολικό των «εθνικών κινδύνων». Η Ελλάδα κινδύνευε, όχι από τα οικονομικά της χάλια ως «Ψωροκώσταινας», όχι από την εξαρτησιακή της σχέση με ξένες δυνάμεις, όχι από την πνευματική της υπανάπτυξη, αλλά από τη δημοτική και τους δημοτικιστές. Οι οποίοι, σύμφωνα με τον μισοαμόρφωτο καθηγητή και περιβόητο «γλωσσαμύντορα» Γεώργιο Μιστριώτη (1846-1916), ήταν «αρνησιπάτριδες, άθεοι, αναρχικοί, ανήθικοι, μασόνοι και πράκτορες των Σλάβων»» (βλ. Θ. Καρζής, « «Ιερά οργή» κατά …μονοτονικού», εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ», 24 – 07 – 2006).
Στις 9 Σεπτεμβρίου του 1901, στην εφημερίδα «Ακρόπολις» του Βλάση Γαβριηλίδη άρχισε η δημοσίευση των Ευαγγελίων, μεταφρασμένων στη δημοτική από τον Αλέξανδρο Πάλλη, το γνωστό δημοτικιστή γλωσσοπλάστη λογοτέχνη.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης, Ιωακείμ ο 3ος,  καταδίκασε τη μετάφραση. Ακολούθησαν πύρινα άρθρα από τις εφημερίδες «Καιροί», «Εμπρός», «Σκριπ», «Αστραπή». Η Ιερά Σύνοδος έσπευσε και αυτή να χαρακτηρίσει βέβηλη κάθε μετάφραση των Ευαγγελίων σε απλούστερη γλώσσα.
Η «Ακρόπολις» επέμεινε στις απόψεις της και ειρωνεύτηκε τους καθηγητές – «γλωσσαμύντορες» (Μιστριώτης, Βάσης κ.α.). Ο «φοιτητικός όχλος», καθηγητές, αλλά και οι συντεχνίες της Αθήνας και του Πειραιά οργάνωσαν συλλαλητήρια στα Προπύλαια και στους Στύλους του Ολυμπίου Διός, ενώ οι φίλα προσκείμενες προς αυτούς εφημερίδες  ενίσχυαν την αντίδραση, που «με τα πιο συκοφαντικά επιχειρήματα προσπαθούσε να σπρώξει το λαό σε κινήματα μεσαιωνικού φανατισμού» (βλ. Γ. Κορδάτος, «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», τ. 13 (1900 – 1924), Αθήνα, 1959, Εκδόσεις «20ος αιώνας»).
Τα γεγονότα (φωτογραφία) κορυφώθηκαν στις 8 Νοεμβρίου, όταν ένα μεγάλο πλήθος διαδηλωτών συγκρούστηκε με το Στρατό και την Αστυνομία. Αυτό είχε ως επακόλουθο 8 νεκρούς και περίπου 70 τραυματίες. Η κηδεία έγινε την επομένη με δαπάνη του Δήμου. Η κυβέρνηση του Γεωργίου Θεοτόκη παραιτήθηκε. Το ίδιο και ο μητροπολίτης Αθηνών, Προκόπιος, επειδή δίσταζε ν’ αφορίσει τον Πάλλη και επειδή κι ο ίδιος με τη βασίλισσα Όλγα σχεδίαζαν κι αυτοί μετάφραση των ευαγγελικών κειμένων.
Δύο χρόνια, όμως, αργότερα, σταθμό στην ιστορία του Βασιλικού Θεάτρου αποτέλεσε η παράσταση της «Ορέστειας» του Αισχύλου σε «μικτή» γλώσσα που σκηνοθέτησε ο Κ. Χρηστομάνος. Μια παράσταση, που «πυροδότησε» νέα και μεγάλης έκτασης επεισόδια σχετικά με το γλωσσικό ζήτημα στην Αθήνα. 
Στις 6 Νοεμβρίου 1903,  λοιπόν, δόθηκε η πρεμιέρα της παράστασης. Ομάδες φοιτητών, τότε, υπό την καθοδήγηση του Γ. Μιστριώτη προσπάθησαν να εμποδίσουν την πραγματοποίηση της παράστασης, αλλά αυτή πραγματοποιήθηκε με την απαγγελία του ποιήματος του Κ. Παλαμά «Ωδή στον Αισχύλο» από τη γνωστή ηθοποιό Μαρίκα Κοτοπούλη (1886 – 1954).  Η επέμβαση της αστυνομίας και οι συγκρούσεις, που ακολούθησαν, είχαν ως αποτέλεσμα να σκοτωθεί ένας διαδηλωτής και να τραυματιστούν δεκάδες σε συμπλοκές.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου